8 mm
Ψάρι, πλερέζα και... art/progressive pop. Βέλγοι με μακρά (και απρόσμενη) προϋπηρεσία εμπνέονται από 70s νοσταλγικές αναζητήσεις. Του Παναγιώτη Αναστασόπουλου
Η μουσική των Fish on Friday δεν καινοτομεί. Μάλιστα θα ακουγόταν άστοχο, αν όχι υποκριτικό, το να μιλούσαμε ουσιαστικά στις μέρες μας για καινοτομίες, αφού εδώ και κάμποσα χρόνια δε χρειάζεται να παράξεις κάτι πρωτόλειο για να κάνεις τον ήχο σου αξιόλογο. Κι αν σπεύσουμε να απομονώσουμε το κύριο χαρακτηριστικό που κάνει τη μουσική των FoF ενδιαφέρουσα, θα μπορούσαμε να το περιγράψουμε απλά ως νοσταλγία.
Βέβαια, θα μπορούσε κάποιος να πει ότι η περιγραφή μιας κατάστασης μέσω ενός συναισθήματος περισσότερο τη συγχέει, παρά την αποσαφηνίζει. Εδώ όμως τα πράγματα, χάρη στον πλούτο της γλώσσας μας, μοιάζουν να είναι απολύτως σαφή, αφού μιλάμε ακριβώς για νόστο και άλγος. Νόστος διότι είναι εμφανής η επιστροφή σε μια γλυκιά μουσική πλευρά του παρελθόντος και άλγος διότι οι νότες όντως παλεύουν κάπως… απρόσμενα να την κάνουν σημερινή. Στη συγκεκριμένη περίπτωση το παρελθόν είναι το progressive rock, που αναλύεται πρισματικά πάνω σε art pop φόρμες, για να μεταλλαχθεί σε κάτι σαν φρέσκια progressive pop. Κι επειδή σίγουρα δεν αποτελεί καινοτομία η πρόσμειξη progressive rock και art pop, η πρότασή τους έρχεται να γίνει ιδιαίτερη λόγω της εμφανούς νοσταλγικής διάθεσης με την οποία η μουσική τους είναι διαποτισμένη. Μια νοσταλγική διάθεση που υποστηρίζεται κατά μεγάλο μέρος από τις ευαίσθητες και μεστές φωνητικές αρμονίες του Nick Beggs και του Frank Van Bogaert.
Αν και ο Bogaert (παλιά στο minimal wave σχήμα των 1000 Ohm) είναι ο ιθύνων νους της μπάντας και παίζει πλήκτρα και κιθάρα, σίγουρα θα είναι περισσότεροι αυτοί που αναγνώρισαν τον Beggs ως καταξιωμένο μπασίστα και βιρτουόζο του Chapman Stick (ακούστε το “The Darkness Inside Men’s Hearts” και θα καταλάβετε). Ο “Too Shy” Nick (Mute Gods, Iona, Lifesigns, Ellis, Beggs & Howard) ξεκίνησε στους Kajagoogoo δείχνοντας από τότε τις δυνατότητές του σε κάθε ευήκοο μουσικό αυτί, οι οποίες ακολούθως εκτιμήθηκαν δεόντως και εξακολουθούν να εκτιμώνται όχι μόνο από τον Steven Wilson, αλλά και από πολλούς και διάφορους όπως τους John Paul Jones, Steve Hackett (ο Nick είναι δηλωμένος fan των Genesis), Steve Howe, Rick Wakeman, Gary Numan και Midge Ure. Τα δύο λοιπά μέλη του συγκροτήματος είναι ο κιθαρίστας Marty Townsend και ο ντράμερ Marcus Weymaere, ενώ συμμετέχει στα φωνητικά και η κόρη του Nick, Lula.
Αν και έχει καταντήσει αφόρητο κλισέ, εδώ είναι αληθινό το ότι το κινηματογραφικό “8mm” συστήνεται καλύτερα μετά από κατ’ επανάληψη ακροάσεις. Κι αυτό, όχι λόγω της απαιτητικότητας της μουσικής του, αλλά λόγω της δεδομένης πλέον σε όλη τη δισκογραφία των Fish on Friday νοσταλγικής διάθεσης, η οποία μπορεί να μην περιγράφεται με λόγια, αλλά έχει την ήρεμη δύναμη να γοητεύει ακόμα και όσους δεν έζησαν στην εποχή που αυτή κατεξοχήν είχε ευρύτερο κομβικό ρόλο, δηλαδή στα ‘70s. Τα μέλη των FoF σε συνεντεύξεις τους δε χαρακτηρίζουν ρητά τη μουσική τους ως progressive pop, συμφωνώντας απόλυτα στο ότι η έμπνευση είναι αυτή που καθορίζει το ύφος κάθε τραγουδιού. Ακούγοντας όμως το καινούργιο έκτο άλμπουμ τους δε γίνεται να μη διαπιστώσει κανείς ότι, όσο κι αν εκ του ασφαλούς μπορεί να ειπωθεί ότι η μουσική του δίσκου είναι art pop, οι κύριες αφετηριακές επιρροές του είναι οι Yes και οι Genesis, με αποτέλεσμα έναν τελικό ήχο που ικανοποιεί πλήρως τους φίλους και των δύο παραπάνω καθόλου αυτονόητα συγγενών ειδών. Είναι μια απολύτως φυσική συνέχεια του εξαιρετικού προηγουμένου δίσκου “Black Rain”, η οποία δεν είναι μεν το ίδιο πολυδιάστατη, αλλά έχει όλα εκείνα τα συστατικά που μπορούν άμεσα να μας κάνουν να νιώσουμε τη ζεστασιά μουσικών εικόνων ενός σχετικά λησμονημένου μέρους του παρελθόντος που δε θα πιστεύαμε εύκολα ότι θα μπορούσε να έχει τέτοια βαρύτητα στο παρόν. Όπως οι αγάπες που κάποτε ζήσαμε και κάναμε το λάθος να μην τις νομίσουμε παντοτινές.
Αν θέλουμε πιο συγκεκριμένα να δούμε σε ποιους αναφέρονται μερικά από τα καινούργια ταξίδια στο παρελθόν, θα μπορούσαμε να κάνουμε λόγο για τους πρώιμους Genesis (“Flame”, “Instillers”), τους πανταχού παρόντες Yes (“Silently Raging”), τους Camel της εποχής του “Nude” (“Funerals”, “Don’t Lose Your Spirit”) και τους όψιμους Supertramp (“Jump This Wall”). Μόνο που αυτοί οι συσχετισμοί δεν εξαντλούν την ουσία, αλλά αποτελούν τις βάσεις πάνω στις οποίες έρχεται η νοσταλγία για να διαμορφώσει τον τελικό ήχο, πότε με επικό ύφος και πότε με περισσό συναίσθημα. Κι όπως μας δείχνει το υπέροχο “Funerals”, η ζωή είναι ένα σύνολο μικρών ή και μεγάλων καθημερινών θανάτων, που μέσα τους όμως κρύβουν μια σπάνια και παρηγορητική ομορφιά που μέσα από τις νότες μας προκαλεί να τη νιώσουμε.