Καλλιθέα
Αν (δι)αισθάνεστε ότι είστε το αδιαχώρητο target group των νέων τραγουδιών του… Του Άρη Καραμπεάζη
"Το Σάββατο 21/11/2015 κανονίζουμε baby sitting έγκαιρα για να πάμε να ακούσουμε τους Βέλγους Names, που εκτός του ότι καθόρισαν έγκαιρα την βάσιμη αμφιβολία μου για κάθε new wave αναβίωση, αορίστως θεωρούμε ότι καθόρισαν και τις σχέσεις μας. Στην επιστροφή φυσάω σε λάθος συχνότητες και μου παίρνουν το δίπλωμα για τρεις μήνες. Το Σάββατο 28/11/2015, δεν βάζουμε μυαλό, κανονίζουμε babysitting της τελευταίας στιγμής και ετοιμαζόμαστε να πάμε να δούμε τον Καλλιθεάτη Δεληβοριά στο Gagarin, κάτι που περιμέναμε καμιά δεκαριά χρόνια να γίνει. Στο δεύτερο ασανσέρ του δρόμου, ο μικρός βίαια αποβάλλει γαστρικό περιεχόμενο για δεύτερη φορά σε λίγες ώρες και μετά από λίγη ώρα με βλέπω (ως δήθεν τρίτος παρατηρητής του εαυτού μου) να βλέπω το 'Εγώ ο Απαισιότατος 2', χωρίς καν να παραπονούμαι για αυτό. Λίγο αργότερα μαθαίνω ότι στη σκηνή του Gagarin βγήκε ο Μετζέλος, αλλά και πάλι θα μπορούσα να είμαι στο ATP της Ουαλίας αυτό το Σ/Κ, παρότι κι αυτό το είχα εντελώς ξεχάσει. Είμαι προφανώς ακόμη ένας που ανόητα πιάστηκε στην "παγίδα" του δίσκου και σκέφτεται ήδη ότι είναι στην κατάλληλη φάση, ηλικία, εμπειρική ικανότητα κλπ, για να γράψει αν όχι την Καλλιθέα, τουλάχιστον την Καλαμαριά."
Αν είστε κι εσείς ένας από τους μερικούς εκατοντάδες εκεί έξω, που (δι)αισθάνεστε ότι είστε το αδιαχώρητο target group των νέων τραγουδιών του Φοίβου Δεληβοριά, εξαιτίας του ότι παντρευτήκατε, χωρίσατε, κάνατε παιδί, συναντήσατε τον χαμένο σας έρωτα (και το μετανιώσατε πικρά για το πως του είχατε ή σας είχε φερθεί), περάσατε από την παλιά σας γειτονιά περιμένοντας κάτι περισσότερο από αναμνηστικά μαγνητάκια τύπου Μαζωνάκη και εν γένει τοποθετήσατε τις ελπίδες σας για ένα συναρπαστικό παρόν στο οτιδήποτε δεν ξεφορτωθήκατε αμετάκλητα από το παρελθόν, το πιθανότερο είναι να ταχθείτε με την άποψη που θέλει την 'Καλλιθέα' ως έναν δίσκο αν όχι κακών, τότε τουλάχιστον ύποπτων προθέσεων. Στο τσακ είμαι και εγώ δηλαδή.
Ποιες είναι όμως στην πραγματικότητα οι προθέσεις έμπνευσης, δημιουργίας, ηχογράφησης και κυκλοφορίας ενός τραγουδιού ή ακόμη χειρότερα ενός ολόκληρου δίσκου, που κινείται γύρω από ένα περισσότερο ή λιγότερο σφιχτό concept (;). Μες στην σχεδόν σοφή αφέλεια τους, τα περισσότερα metal σχήματα, όταν τους ρωτάνε να "εξηγήσουν" τα τραγούδια τους, απαντάνε "αυτό το αφήνουμε στο κοινό μας, δεν θέλουμε να περιορίσουμε αυτό που μπορεί να αισθανθεί ο καθένας ακούγοντας τα". Αλυσιτελώς επιχειρούν να αρνηθούν το ότι τα τραγούδια τους στερούνται νοήματος και ότι αποτελούν απλώς εργαλεία στον απώτερο σκοπό ενός επιδραστικού φορμαλισμού, που συνήθως έχει θαυμαστά αποτελέσματα.
Το ακριβώς αντίθετο έκανε ο Φοίβος Δεληβοριάς με τα τραγούδια της Καλλιθέας. Σε ένα μικρότερο από τις πραγματικές του διαστάσεις χρονικό διάστημα από την αναγγελία μέχρι την κυκλοφορία του δίσκου, τα τραγούδια, οι συνθήκες κατασκευής, οι προθέσεις και η κάθε συνειδητή και ασυνείδητη συμμετοχή στην ολοκλήρωση του, επεξηγήθηκαν πολύ περισσότερες φορές από όσες είχαν πραγματικά ανάγκη όσοι είχαν πραγματικά ανάγκη να ακούσουν και να κατανοήσουν οι ίδιοι τα -μετά από πέντε χρόνια σχεδόν- νέα τραγούδια του.Δεν διακρίνω αν "φταίει" το live στο Gagarin, που έπρεπε να επανορθώσει για το τελευταίο άχαρο live του ΦΔ στην Αθήνα, ή το ανεξερεύνητο της προώθησης ενός νέου δίσκου σε εποχές που η πλειοψηφία όσων περιμένουν να τον ακούσουν, θεωρούν περιττό και αχρείαστο βάρος το να τον αγοράσουν. Κρίνω όμως ότι αυτή η υπερέκθεση της Καλλιθέας, λειτουργεί αντιστρόφως ανάλογα με την ικανότητα που έχουν ούτως ή άλλως τα τραγούδια του Δεληβοριά να ξεθωριάζουν στα φώτα της επικαιρότητας, και να επανέρχονται ενισχυμένα κάθε φορά που δείχνει να χάνεται η εποχή και οι συνθήκες που τα γέννησε.
Μετά από πολλή (και άχρηστη) σκέψη κατέληξα στο ότι είτε δεν μου επιτρέπεται, είτε δεν έχω την συναισθηματικά αποφορτισμένη ικανότητα, να κρίνω (και να επικρίνω) την "απόφαση" του Φοίβου Δεληβοριά να στραφεί στο ασφαλές περιβάλλον του παρελθόντος του (μας) για να αντλήσει έμπνευση, σε εποχές και συνθήκες που ούτως ή άλλως η έμπνευση έχει στερέψει για τους περισσότερους. Κάπως έτσι ξεμπέρδεψα, σχεδόν άκοπα, σε σχέση με το πως θα αντιμετωπίσω το έμφυτο ελάττωμα των τραγουδιών της Καλλιθέας, για το οποίο θα αρκούσε άλλωστε να μεταφράσω μερικές σκόρπιες αράδες από το Retromania του Simon Reynolds. Άλλωστε, πέραν του έμφυτου, το άλλο βασικό ελάττωμα της Καλλιθέας, είναι το ότι σωρευτικά προς αυτήν του παρελθόντος, επιμένει - ίσως και περισσότερο ενδοσκοπικά - σε μία θέαση του παρόντος, η οποία καθόλου απεξαρτημένη δεν είναι από όσα προηγήθηκαν, καταλήγοντας σε έναν φαύλο κύκλο συναισθηματικών εξάρσεων, που τρέφονται κυρίως από εξαιρέσεις.
Το παρόν από το παρελθόν, το μέλλον από το παρόν και κάθε δυνατός συνδυασμός τους αποτελούν άλλωστε το "ελάττωμα" εκείνο των τραγουδιών του Δεληβοριά, που ακριβώς επειδή έρχεται σε πλήρη αντίθεση με όλες τις συμφωνημένες ιδιότητες του ελληνικού τραγουδιού, το οποίο ο ίδιος με αγωνία αυτοκλήθηκε να υπηρετήσει εξαρχής, έχει καταφέρει σήμερα να τον φέρει στην άχαρη τελικά θέση του "παίζω χωρίς αντίπαλο", υπό την ακριβή έννοια του "παίζω μόνος μου". Γεγονός μάλλον ατυχές, αν σκεφτεί κανείς ότι όλοι σχεδόν οι "άλλοι" στην χαμένη υπόθεση 'ελληνικό τραγούδι' έχουν εξ αρχής (ή στην πορεία στην καλύτερη των περιπτώσεων) επιλέξει την χυδαιότητα έναντι της αμηχανίας, ενώ εσχάτως ακόμη και οι επαναστάτες εμφανίζονται ως εθελοντές δηλωσίες, μπας και περισώσουν κάτι από το τίποτε που τους είχε απομείνει.
Έχω διαβάσει χιλιάδες σελίδες (τυπωμένες και διαδικτυακές) γύρω από το ροκ, την pop και την όποια σχέση και επίδραση τους με την καθημερινότητα μας. Ίσως έχω ξοδέψει περισσότερες εργατοώρες από ότι στις ακροάσεις. Έχω καταλήξει ότι αυτό που με αγγίζει περισσότερο είναι όχι τυχόν η λόγια (μακριά από εμάς), αλλά ούτε και η άκριτα συναισθηματική προσέγγιση προς όλα αυτά. Με συναρπάζουν αυτοί που γράφουν απλά, λαϊκά και σταράτα, δίνοντας μου την αίσθηση ότι έγραψαν την πρώτη τους σκέψη και την έστειλαν προς δημοσίευση στον εκάστοτε αρχισυντάκτη τους (ο τελευταίος ήρωας μου στο Mic είναι ο Μίλτος Τσίπτσιος, για να σας δώσω να καταλάβετε). Στη βάση όλων αυτών των προσωπικών μου εμμονών, που προφανώς και δεν ενδιαφέρουν κανένα, η καλύτερη άποψη που έχω διαβάσει για τον Δεληβοριά επ' αφορμή της Καλλιθέας, είναι η παρακάτω (στίξη κλπ εκ του πρωτοτύπου):
"Τον αγαπαω τον λαπα - οχι για τον Kim (Fowley) για τον Φοιβο μιλαω - τον αγαπαω γιατι μου θυμιζει αυτη την υπεροχη ρηχοτητα του ειναι, που κουβαλαει την ευκολια του να λεει κοινοτυπιεs με στυλ και να εγκαθιδρυει την αμεσοτητα του λογου με πολυ λιγα - δεν θα βγαλει ποτε μεγαλο δισκο, αλλα το κατι του θα μοιαζει με προποση στο ρεπεραζ του Τσιρκου - Καλη μερα βρε και Γαμηθειται χωριs τυψειs"
Τα παραπάνω τα έγραψε ένας από τους πραγματικά πιο ενδιαφέροντες περί της μουσικής ανθρώπους, που κυκλοφορούν στο ελληνικό Facebook αυτή τη στιγμή (πληροφορίες εντός) και στην ανάρτηση του ακολούθησε το link του 'Μπάσταρδος Γιος'. Πιθανόν να μην πρόκειται για το καλύτερο τραγούδι της Καλλιθέας (πιθανόν και να πρόκειται όμως), για εμένα πάντως το τραγούδι αυτό αποτελεί μια σοβαρή ένδειξη περί του ότι στα χρόνια που θα έρθουν (πάντα να ανταμώνουμε κλπ), ο Φοίβος Δεληβοριάς θα κυκλοφορήσει πολύ πιο σπουδαίους δίσκους από αυτόν, με τραγούδια που θα μας ζορίσουν ακόμη περισσότερο, αν τυχόν θα αναζητάμε κάτι τέτοιο από τα τραγούδια (του). Εδώ ο Δεληβοριάς, που σπάνια έχει ρεφρέν, γράφει το καλύτερο ρεφρέν της μέχρι τώρα ζωής του, αόριστα κυνικό, αντιθετικά ενθουσιώδες, με κρυφή πίσω μελωδία και με σαρκώδη πίσω φωνητικά, και εν τούτοις αποφασίζει να το πλαισιώσει με κατά βάση αδιάφορους "κυρίως στίχους", που περιορίζονται άχαρα στο να αφηγούνται στο κοινό του τις αισθητικές προσλαμβάνουσες του δημιουργού, τις οποίες ήδη τις γνωρίζει πολύ καλά (κυρίως από συνεντεύξεις). Εδώ ο Δεληβοριάς προσεγγίζει - και σχεδόν ξεπερνάει - ακόμη και την περίπτωση του Πανούση, ο οποίος με μαεστρία έχει αποφύγει αρκετές φορές την ικανότητα του να παραδώσει αυτούσια αριστουργήματα, αποφασίζοντας την τελευταία στιγμή να τα "μολύνει" με κάτι τόσο πρόδηλα αδιάφορο, που δεν μπορεί παρά να είναι ειλικρινές.
Παρά την καταδικασμένη σε αποτυχία προσπάθεια αυτού του κειμένου να αποτελέσει κάτι περισσότερο από μία τυποποιημένη κριτική παρουσίαση δίσκου, θα ήταν πράγματι μικροπρεπές να μην υπογραμμιστεί ότι με την χειραγώγηση του ομώνυμου τραγουδιού, η Καλλιθέα ανοίγει με εντυπωσιακό τρόπο, σχεδόν σαν θεατρική παράσταση, που υποχρεώνει ακόμη και τους πιο κακόπιστους να γράψουν κάτι κλισέ του στυλ "ο Φοίβος Δεληβοριάς μας καλεί σε έναν ταξίδι στον προσωπικό του παρελθοντικό μικρόκοσμο και μας ξεναγεί σε αυτόν όπως μόνο εκείνος ξέρει".
Στη διάρκεια του δίσκου ο Δεληβοριάς δεν με πείθει ότι έχει ακούσει και τόσο πολύ Morrissey στη ζωή του, ώστε να καταλήξει να τσακώνεται διαρκώς για αυτόν, αλλά χωρίς να με υποχρεώσει να αλλάξω γράμμα στη δισκοθήκη μου, στο αιώνιο ζήτημα περί του "τι κάνουν οι πρώην μας όταν δεν τις συναντάμε ούτε τυχαία", μου θυμίζει το ούτως ή άλλως αλησμόνητο "Τακτοποιημένη" του Γιάννη Μηλιώκα, στο οποίο η ροκ λαϊκότητα των 80s αντιμετωπίζει την πρώην στην πραγματικά ξεπουλημένη της διάσταση και δεν την επιβραβεύει και από πάνω με εξαναγκασμένη ποιητικότητα. Στην απορία του φίλου και αδερφού μου Θεοδόση Μίχου περί του αν ο Φοίβος θα κάτσει να γράψει ποτέ την αυτοβιογραφία του, ο τελευταίος απαντάει πρωθύστερα με το 'Διονύσιος Φοίβος', τραγούδι που ολοκληρώνει ημιτελώς την τριλογία του 'Φώτη' (ιστορία γράφουν οι οικογένειες στην Ελλάδα ως γνωστόν, οι παρέες δεν απασχολούνται με τέτοια πράγματα) και πάει και στέκεται με το έτσι θέλω στις υψηλότερες θέσεις του οποιουδήποτε θελήσει να στήσει και πάλι ένα τοπ-κάτι των τραγουδιών του Δεληβοριά. Εν μέσω όλων αυτών ο Δεληβοριάς παραδίδει ένα τραγούδι για την κόρη του και ένα τραγούδι για έναν πρόωρα χαμένο φίλο του, καταφέρνοντας και στις δύο αντιθετικά ταυτόσημες περιπτώσεις να διαφύγει από κάθε παγίδα, στην οποία θα του το συγχωρούσε κανείς ακόμη και το να γκρεμοτσακίζονταν. Στο τέλος της ακρόασης, δημιουργείται η αίσθηση ότι το concept της Καλλιθέας διασπάται σε πολλά κομμάτια, ακριβώς γιατί εξαρχής δεν ήταν απολύτως ορθή (αλλά και ούτε τόσο ασφαλής) η επιλογή να αποτελέσει αφετηρία και τέρμα της τωρινής του έμπνευσης, το σημείο εκείνο από το οποίο ο καθένας προσπαθεί να φύγει σε όλη του την επόμενη ζωή (και λίγοι το καταφέρνουν).
Σε μία επόμενη συνάντηση μας θα ασχοληθούμε με την παραγωγή και τον ήχο της Καλλιθέας, και το πως παρά τα επιμέρους επιτεύγματα, τα οποία βέβαια δεν εντοπίζονται στην ήσσονα προσπάθεια μιας απροσδιόριστα Arcade Fire-ικής διάθεσης, θα πρέπει πραγματιστικά μιλώντας να αναφερθούμε στην (μέχρι τώρα) χαμένη ευκαιρία του 'Η Άλλη Καρδιά' (ένα από τα ελάχιστα ελληνικά τραγούδια με το θεάρεστο και πολυπόθητο "κενό διάστημα" ανάμεσα στο λόγο και τη μουσική). Ευελπιστώντας και σε μελλοντική αποκατάσταση μέχρι τότε.