The Human Fear
Οι κάποτε ήρωες των 00s ψάχνουν τη θέση τους στον σημερινό κόσμο. Ο Γιώργος Λεβέντης αναλύει τον τρόπο.
Ήταν ασφαλώς πάντα ένα ενδιαφέρον ερώτημα το πώς θα ακούγονται οι Franz Ferdinand στην legacy band φάση τους. Η απάντηση - φαβορί "όπως ακούγονταν πάντα, λίγο πιο εσωστρεφείς και με ρετροφουτουριστικά πλήκτρα" ειναι τελικά και η λίγο-πολύ σωστή. Θα ήταν ωστόσο και πιο ρεαλιστικό και δείγμα μιας γενναιοδωρίας να αφήσουμε το συμπέρασμα αυτό χωρίς αξιολογικό πρόσημο. Η χαρά τους χαρά μας, που λέμε.
Πρέπει να το δώσουμε στους Franz ότι το ψάχνουν με τη στιλιστική ποικιλία. Τραγούδια όπως τα "Audacious", "Doctor" ή το βραδιά - Εurovision-στον Σταύρο του Νότου "Black Eyelashes", έχουν μεταξύ τους τόση απόσταση όση (πρέπει να) επιτρέπει η μπάντα στον εαυτό της πριν πέσει στην παγίδα του (καταστατικά αναξιοπρεπούς για τον δικό τους ήχο) κυνηγιού μοδών κι προσδοκιών. Επίσης, χωρίς να μιλάμε βέβαια και για το second coming των Yes, είναι εμφανής μια προσπάθεια να δώσουν έναν έξτρα όγκο στον ήχο τους, κάτι που δείχνει πως και το 2068 η ωριμότητα θα ακούγεται στο μυαλό των ποπ μουσικών με έναν δεδομένο τρόπο, οπότε ας το πάρουμε απόφαση. Το γενετικό τους υλικό ευτυχώς τους δίνει το περιθώριο να ντύνουν τις ανησυχίες τους με λίγο art-glam λούστρο που τους τραβάει όσο πίσω χρειάζεται πριν ξανοιχτούν σε επικίνδυνα μονοπάτια (υπέρ)σκέψης.
Με αυτά και με αυτά ωστόσο κάνουμε κύκλους γύρω από το βασικό θέμα. Το ‘Human Fear’ είναι, προς τιμήν του, δίσκος γεμάτος από την προσπάθεια μιας μπάντας να γεννήσει ρεφρέν. Και ως τέτοιος είναι έντιμο να κριθεί. Τα τραγούδια, λοιπόν, αν και άνω του μετρίου δεν είναι όσο καλά θέλουν. Αν το "Audacious" είναι η ωριμότερη εκδοχή του κλασικού εαυτού τους και το "Tell me I Should Stay" με τα surf πιανάκια και τις φιλόδοξες αρμονίες η πιο συνειδητή προσπάθεια να τον ξεπεράσουν, τότε ας παραδεχτούμε πως έδωσαν έναν ευσυνείδητο, αλλά κάπως ημιτελή αγώνα.
Είναι εύκολο να ξεχάσουμε σήμερα ότι αυτό που έκανε πραγματικά σημαντικούς τους Franz Ferdinand ήταν - πέρα από τα σπουδαία τραγούδια - η ικανότητά τους να ξεπερνάνε τον εγγενή κυνισμό που έφερε μέσα της η εποχή των κάθε τύπου revival με τα οποία συνδέθηκαν, αλλά και την αντίστοιχη στάση του κοινού απέναντι στο indie της εποχής. Ήθελε περισσότερο θάρρος από όσο φαίνεται σήμερα να μην κλείσεις το μάτι στο κοινό λέγοντάς του "ξέρω ότι ξέρετε τι χορεύετε", αλλά απλά να τους κάνεις να χορέψουν. Για σπουδαίο βρετανικό γκρουπ, λοιπόν, που περιέργως δεν φάνηκε να έχει από την αρχή τη μελαγχολία στο DNA του δίπλα στα ποπ γονίδια, η τωρινή του συνάντηση μαζί της δεν αφήνει ιδιαίτερα θύματα πίσω της και αυτό μετράει. Απλά, δυστυχώς, δεν μπορείς να ξεφύγεις από την ιδέα πως το όριο της μουσικής εξέλιξης ήταν ίσως τελικά το ‘FFS’ το 2015.
Κάπως έτσι, η ειρωνεία της τύχης είναι ότι οι Franz έβγαλαν το 2025 το πιο "λαϊκό" τους άλμπουμ, πιο κοντινό στο κοινό αίσθημα και από την εποχή που έκαιγαν τα dancefloor. Και αν τα τραγούδια που παρουσίασαν εδώ δεν δίνουν πάντα το αποτέλεσμα και τον ήχο που ίσως έχουν στο μυαλό τους, όσοι τους αγάπησαν ας είναι αρκετά ανοιχτόκαρδοι και ας συνδέσουν μόνοι τους τα φανταστικά συναισθηματικά κενά της σκέψης του γκρουπ. Η μελαγχολική art/synth φάση των Franz ας υποθέσουμε πως ακούγεται όπως υποθέταμε πάντοτε ότι θα ακούγεται. Σαν τους Wire να παίζουν πάνω στο "Περιμένω σινιάλο" της Ζορμπαλά. Σε κάθε περίπτωση δηλαδή, όχι και το χειρότερο σενάριο.