Τους είχαμε αφήσει εκεί που η επίδραση τους σάρωσε τα πάντα όσα ακούσαμε την τελευταία δεκαετία και η φράση "όνομα αναφοράς" θα πρέπει κάποτε να αποδίδεται με το όνομα των Gang Of Four, όπως ας πούμε κάθε Black & Decker αποκαλείται τέτοιο, ακόμη και αν το κατασκευάζει ανταγωνιστική εταιρεία (φοβερή παρομοίωση, τι να σου πω...). Παρά τη γενική εντύπωση οι GOF δεν έχουν κυκλοφορήσει μόνο το Entertainment ή έστω και το Solid Gold και γενικώς έχουν κάνει κάποια διαλείμματα, αλλά δεν μπορείς και να τους κατηγορήσεις για ευκαιριακό reunion.
Το Content είναι χωρίς πολλά πολλά το καλύτερο άλμπουμ τους εδώ και πολλά χρόνια (βασικά είναι το πρώτο άλμπουμ με νέο υλικό τους εδώ και.... 15 χρόνια!) και αυτό δεν σημαίνει ότι δεν είναι πραγματικά καλό, όπως είθισται όταν χρησιμοποιούμε αυτή τη φράση για να περιγράψουμε δίσκο βετεράνων. Οι Gang Of Four παραμένουν μία στην ψυχή pop μπάντα, που αφού έγραψε το τέλειο pop single γρήγορα και οριακά στην πορεία της, αποφάσισε δια παντός να πηγαίνει λίγο παραπέρα. Απλώς επέλεξαν εξ αρχής και τελεσίδικα ένα έξυπνο antipop περίβλημα για να διαδώσουν τις ιδέες τους.
Εν προκειμένω το παραπέρα ταυτίζεται επιτέλους και πάλι ιδανικά με αγωνία που μοιράζεται ισόποσα σε βιαστικές κιθάρες και παραγγελτικά φωνητικά, δεν "απλώνει" άχαρα όπως οι συνθέσεις του Shinkwrapped και δεν προσπαθεί να αποδείξει σώνει και καλά ότι αυτοί είναι που μάθανε στον Edge τα δυο-τρία άξια λόγου κιθαροκόλπα που έχει κάνει στην καριέρα του.
Οι Gill και King είναι οι πραγματικοί Jagger & Richards του post punk ήχου και τραγούδια σαν το Do As I Say δεν θα τα γράψουν οι "κάθε χρόνο και περισσότεροι" αντιγραφείς τους ούτε και δια της αντιγραφής. Με το άγχος της πρωτοπορίας να μην τους ακολουθεί πλέον, με την αναγνώριση να έχει έρθει επιτέλους σε κάθε επίπεδο και με την κοινωνική πραγματικότητα να μην έχει, δα, διαφοροποιηθεί και τόσο δραματικά από τις πρώτες οργισμένες τους ημέρες, έχουν μπόλικο πεδίο δράσης και το εκμεταλλεύονται από άκρη σε άκρη, λέγοντας τα και πάλι απλοϊκά μεν, σταράτα δε. Και το post punk θέλει τον Τράγκα του, βλέπεις...
Δεν είναι υπερβολή να ειπωθεί ότι κανένα τραγούδι του δίσκου δεν μπορεί να χαρακτηριστεί τυχόν αδύναμο, ενώ χωρίς να απομακρύνονται από τις εκτελεστικές τους αρετές αρνούνται να ακούγονται όσο "ξεροί" και "άνυδροι" θα ήθελε ο μέσος φανατικός του παρελθόντος τους. Και περισσότερο από κάθε άλλη φορά ακούγονται σαν να παίζουν ηλεκτρονική μουσική με μπάσο-κιθάρα-ντραμς, στοιχείο που κατά την άποψη μου πάντοτε ξεχώριζε το δικό τους ροκ από των υπολοίπων και μας βοηθούσε να δεχτούμε ακόμη και τον κραυγαλέα προλεταριακό του ηρωισμό ως ειλικρινή και όχι δόλιο.
Οι Gang Of Four είναι ακόμη ένα, σε μία μεγάλη πλέον σειρά συγκροτημάτων, που κάλυψαν μεγάλο μέρος των ηχογραφήσεων του δίσκου τους χάρη στην πρότερη οικονομική βοήθεια των οπαδών τους. Πολλά γράφτηκαν και για αυτό και πολλοί είναι αυτοί που διαμαρτύρονται ότι οι δίσκοι έχουν γίνει σαν τα διόδια. Πρώτα τους πληρώνεις και ύστερα φτιάχνονται. Πολλά ειπώθηκαν και για τις 452 διαφορετικές επιλογές που έθεσαν για να πάρουν τα λεφτά των οπαδών τους δίνοντας από το αίμα τους μέχρι ένα ελικόπτερο. Λίγες μόνο ακροάσεις του Content αρκούν για να πείσουν ότι όπως και να έχει το πράγμα τελικά άξιζε να ηχογραφηθεί αυτός ο δίσκος, έστω και δια αυτών των μεθόδων.
Περαιτέρω, καμία αγωνία δεν υπάρχει αν σε ενδεχόμενη επίσκεψη τους στη χώρα μας αποφασίσουν να παρουσιάσουν ολόκληρο το νέο τους άλμπουμ, διότι πρόκειται για τραγούδια που κάποτε θα αποκτήσουν την αίγλη ενός Anthrax ή ενός We Live As We Dream... Είναι ακριβώς από το ίδιο υλικό που επιμένει να μη σκουριάζει με τίποτε.
Ρώτησε κανείς αν μου έλειψαν οι Allen και Burnham; Ντρέπομαι που το λέω, αλλά όχι, παρότι ακόμη συγκινούμαι όταν θυμάμαι τον τελευταίο στη σκηνή του Primavera το 2005 να κυριαρχεί επί πάντων καταβάλλοντας αυτό που στο στίβο θα ονομάζονταν υπεράνθρωπη προσπάθεια.