Infestissumam
Μετά το Opus Eponymous του 2010, το Opus Sophomorous. Του Άρη Καραμπεάζη
Το δεύτερο άλμπουμ των Σουηδών έχει ήδη χαρακτηριστεί ως laughable, στην σχεδόν καταδικαστική του παρουσίαση από το Pitchfork, και ο εν λόγω χαρακτηρισμός όχι μόνον δεν είναι υπερβολικός ή προϊόν κακίας για το δίσκο και τους δημιουργούς του, αλλά θεωρώ ότι είναι και η ορθότερη επισήμανση που μπορεί να κάνει κανείς για τους Ghost (B.C. πλέον) εν γένει, χωρίς μάλιστα να εμπεριέχει καμία επί της ουσίας αρνητική διάθεση απέναντι τους, ακόμη κι αν αυτός ήταν ο στόχος. Οι "ανώνυμοι" μουσικοί, που καθοδηγούνται από τον Papa Emeritus II (που πάντως εδώ που τα λέμε, έχασε τρελή ευκαιρία πρόσφατα στο θέμα της διαδοχής, απασχολούμενος με ατέλειωτες περιοδείες) είναι μία απόλυτα laughable περίπτωση, και όποιος τυχόν δεν τους αντιμετωπίσει ως τέτοια, λογικά ανήκει στο αντίστοιχο Κόμμα του Τσαγιού της χώρας του ή απλώς έχει παύσει να διασκεδάζει με τη μουσική από χρόνια (και αν το έκανε και ποτέ).
Ηχητικά απομακρύνονται ακόμη περισσότερο από τις νόρμες μιας οποιασδήποτε, έστω και ελαφρολαϊκής, heavy metal αισθητικής, αν υποτεθεί βέβαια ότι πράγματι ανήκαν ποτέ πραγματικά σε αυτό το χώρο. Ένα μείγμα προσεχτικά λουστραρισμένου στις γωνίες του, πομπώδους rock, με διάσπαρτες λατινικές βαρύγδουπες εκφράσεις και λέξεις να το πασπαλίζουν, χωρίς καν να χρειάζεται να μπει κανείς στον κόπο να βγάλεις το νόημα τους. Σκόρπια περάσματα από οτιδήποτε συγκίνησε τις ροκ μάζες από καταβολής του είδους (από χορευτικού τύπου πρώιμο rock 'n' roll μέχρι pseudo black, που κάνει τους Dimmu Borgir να μοιάζουν επιτομή του σύγχρονου underground). Στους στίχους δεν συμβαίνει τίποτε το συνταρακτικό και για την ακρίβεια δεν συμβαίνει απολύτως τίποτε, αφού συνήθως μία λέξη με απροσδιόριστη στόχευση του στυλ Zombie Queen, συνοδεύεται από δυο-τρεις ακατανόητες σαχλαμάρες. Ενώ και όπου βγαίνει νόημα, η στιχοπλοκή είναι επιπέδου σκοτεινής ροκ σαπουνόπερας. Το οποίο είναι πρόβλημα αν τυχόν θέλετε να ακούτε συνέχεια μεγάλες ροκ φιλοσοφίες και αποστάγματα ζωής. Εγώ όχι. Έχω ακούσει και συνεχίζω να ακούω και πολύ Fall άλλωστε.
Σε όλη τη διάρκεια παραμένει δυσδιάκριτο το αν οι Ghost B.C. αστειεύονται με το rock ως δήθεν μεγάλη ιδέα και το γειώνουν σε κάθε πιθανή εκδοχή αυτού ή απλά δεν έχουν τις ικανότητες για κάτι καλύτερο. Το γεγονός ότι, κατά τα άλλα, το όλο αστείο σερβίρεται σε ένα πολύ καλά προσεγμένο περιτύλιγμα, που εξαναγκάζει την περίπτωση Ghost B.C. σε κάτι αξιοσημείωτο εμπορικά για την παραπαίουσα μουσική βιομηχανία ενισχύει και τις δύο απόψεις. Σε τραγούδια όπως το Depth Of Satan's Eyes έχεις την αίσθηση ότι όλοι οι "ανώνυμοι"- σπουδαίοι κατά τον θρύλο, μουσικοί του συγκροτήματος έχουν εξαφανιστεί και κάποιος άφησε σε ένα Pro Tools λίγο πιο εξελιγμένο από αυτά που έχουν οι υπόλοιποι.... να κάνει όλη τη δουλειά. Πριν το τέλος του δίσκου πάλι, σε τραγούδια σαν το Monstrance Clock, επιβλητικό όσο και σαρδόνια σοβαροφανές, υπάρχουν ενδείξεις ότι η πρόθεση είναι περισσότερο να ξεμπροστιάσουν και να εκθέσουν ακόμη και όσους έχουν προλάβει να τους εκθειάσουν από το πρώτο λεπτό.
Οι Ghost B.C. είναι μια παρωδία ροκ συγκροτήματος, στο βαθμό που παρωδία είναι κάθε ροκ συγκρότημα, που από τη στιγμή που εκτοξεύεται σε υπερ-ανθρώπινες διαστάσεις αντιμετωπίζει την μουσική ως το δεκανίκι, που απλά συνδράμει στο να μην γκρεμοτσακιστεί, διότι ως γνωστόν γυρισμός δεν υπάρχει.
Απλώς συνειδητά και εξ αρχής αποφάσισαν ότι δεν χρειάστηκε να περιμένουν την επιτυχία ή την αποτυχία, για να προσαρμόσουν την εκάστοτε συμπεριφορά τους, αλλά την οριοθέτησαν οι ίδιοι (ή και οι από πίσω, για τους corporate συνωμοσιολόγους) αυστηρά και κατά το δικό τους δοκούν. Το Infestissumam δεν αφήνει περιθώριο σε κανέναν για να μην πιάσει το "αστείο", τη στιγμή που στο Opus Eponymous η διάθεση να ξεγελάσουν όσους ήθελαν να ξεγελαστούν, ήταν πιο καλά οργανωμένη. Παρόλα αυτά δεν παύει να είναι ένας απόλυτα διασκεδαστικός rock δίσκος, εγκλωβισμένος συνειδητά σε μία αόριστα παρελθοντολογική αισθητική, που όμως αισθάνεται πολύ άνετα σε ένα ηχητικό παρόν, που βρίθει από καινοτόμες ανακρίβειες. Οι στοχεύσεις των Ghost B.C. είναι απολύτως ακριβείς και το τελικό I'm a marionette είναι απολύτως ειλικρινές και ως προς αυτές, όσο και αφελές. Αν την επόμενη φορά παίξουν punk ως μία κοινωνικά ορθή μετεξέλιξη των Sex Pistols δεν θα εκπλαγώ καθόλου.