Δεν είναι κορίτσια. Δεν έχουν καν ένα κορίτσι στη σύνθεση τους (όπως έχουν π.χ. οι εξίσου ...μπερδεμένοι φυλετικά Brazilian Girls). Το δε Βέλγιο απ' όπου κατάγονται απέχει κάτι παραπάνω από μία ήπειρο και δύο ωκεανούς από τη Χαβάη. Και όχι μόνο μουσικά... Στην πραγματικότητα για να συναντήσουν τα μουσικά τους πρότυπα οι Girls in Hawaii δεν θα χρειάζονταν να ταξιδέψουν παρά μόνο 1 ωρίτσα με το Eurostar κάτω από τη Μάγχη.
Τρίτος δίσκος μέσα σε δώδεκα χρόνια ύπαρξης, δεν τους λες και ...σταχανοβίτες, ούτε επιτυχία μεγάλη έχουν απολαύσει, χαμηλή παραγωγικότητα και ανταγωνιστικότητα θα τους καταλόγιζε μια φανταστική μουσική "τρόϊκα" και θα τους ξαπόστελνε στης λήθης το πυρ το εξώτερον. Και όμως παρολ' αυτά εμείς εξακολουθούμε και ασχολούμαστε μαζί τους γιατί απλούστατα (και απλοϊκότατα!) μπορούν και γράφουν όμορφα τραγούδια. Ίσως όχι σπουδαία, σίγουρα όχι πρωτότυπα (το ρολόι γυρίζει στα 90s, Radiohead του τότε και άγιος ο Θεός), αλλά όμορφα. Το εξαιρετικό "Bored" είχε βρει και τη θέση του μάλιστα σε μία από εκείνες τις θρυλικές συλλογές των πάρτυ του MiC (επιλογή Θανάση Παπαδόπουλου αν θυμάμαι καλά).
Μην παρεξηγήσετε πάντως τον τίτλο που επέλεξαν για το νέο τους δίσκο, με το "Everest" δεν ονειρεύονται την κατάκτηση κορυφών και άλλα τέτοια μεγαλεπήβολα κατορθώματα (παρόλο που κάποιες φορές τα πλήκτρα τους αποκτούν μια επική αλά-Muse διάσταση, άκου ενδεικτικά το "We are the living"). Ιστορίες ματαίωσης και χαμένων ονείρων τους εμπνέουν πιο πολύ, στο "Mallory's heights" αφηγούνται την ιστορία δύο βρετανών ορειβατών οι οποίοι το 1924 σταμάτησαν μόλις 300 μέτρα πριν πατήσουν την στέγη του κόσμου. Κι αν οι νικητές ως γνωστόν γράφουν την ιστορία, ενίοτε και όπως θέλουν, είναι οι ιστορίες των χαμένων που συγκινούν. Και καμιά φορά παίρνουν και την ετεροχρονισμένη τους εκδίκηση...
Στη διαδρομή τους τα μέλη του συγκροτήματος κουβαλούν και μια τραγωδία πίσω τους, ο ντράμερ τους και αδερφός του τραγουδιστή Denis Wielemans σκοτώθηκε με αυτοκίνητο το 2010, βαρύ συναισθηματικό φορτίο όπως και να 'χει. Ακούγονταν ήδη "εξουθενωμένοι συναισθηματικά" όπως παρατηρούσε ο Καραμπεάζης στην κριτική για το προηγούμενο τους έργο, πόσο μάλλον τώρα με το πένθος μιας τελεσίδικης απώλειας, θα περίμενε κανείς έναν δίσκο βουτηγμένο στα μελανά χρώματα της θλίψης, ένα ηχητικό μαυσωλείο, η υποτονική εισαγωγή προϊδεάζει για μια ανάλογη δραματική συνέχεια. Αλλά η διάψευση έρχεται γρήγορα, το κλίμα είναι μεν μελαγχολικό, κυριαρχεί όμως περισσότερο το πιο απαλό λάμδα της λύπης και όχι το θήτα της θλίψης (και του θανάτου), μια εσωστρέφεια η οποία το παλεύει να αναιρεθεί και μια ανάμνηση η οποία προσπαθεί να μετουσιωθεί σε αισιόδοξη διάθεση ζωής. "Ότι δεν με σκοτώνει με κάνει πιο δυνατό" , νομίζω ο Νίτσε το είχε πει, μπορεί να δώσει ένα στέρεο στήριγμα κι ας έχει καταντήσει ένα ακόμη κοινότοπο απόφθεγμα αβάσταχτης κοέλιας ελαφρότητας.
Το "Everest" είναι λοιπόν ένας δίσκος λύτρωσης, παρηγοριάς, ελπίδας, έχει όμορφες συγχορδίες, μερικές πολύ εμπνευσμένες στιγμές, έχει ένα "Misses" απλό και δυνατό στη μελωδία και τα νοήματα, διαυγείς γραμμές, λίγες αλλά ουσιαστικές ενεργειακές εκρήξεις και συνθετικές βρωμιές ("Rorschach").
Ο δίσκος συνοδεύεται και από ένα δεύτερο CD το οποίο μαζεύει διάφορα b-sides από παλιότερες κυκλοφορίες, demos και άλλα ξεχασμένα στο συρτάρι ηχογραφήματα, μια συλλογή από πτωχά πλην τίμια και καλόγουστα τραγουδάκια βρίσκεις εδώ, ασκήσεις σε θέματα τετριμμένα και απλοϊκά, δεν αντιγράφουν, περισσότερο καθαρογράφουν, ψάχνεις για διαμαντάκια αλλά τελικά μάλλον ...γραφίτη βρίσκεις. Λογικό και αναμενόμενο, τα Kορίτσια από τη Χαβάη δεν υπήρξαν (ούτε και θα γίνουν πιθανότατα) ποτέ μεγάλο συγκρότημα, οι μείζονες και οι ελάσσονες δεν ξεχωρίζουν τόσο (ή μόνο) στις κορυφώσεις και τις εξάρσεις αλλά αποκαλύπτονται στις πιο "δεύτερες" δημιουργίες, εκείνες που διαφεύγουν συνήθως τα βιαστικά αυτιά της συλλογικής μνήμης.
Σας παρακαλώ, μας κάνετε τώρα τον λογαριασμό; Λοιπόν, έχουμε και λέμε: τρεις το λάδι τρεις το ξύδι (έντεκα το λαδόξυδο που έγραψε και ο Τσιφόρος), έντεκα κομμάτια σύνολο, κρατάμε πέντε πανάξια, τα υπόλοιπα δεν αντεπεξέρχονται της σύγκρισης, άχαρο πράγμα οι βαθμολογίες, έχουν μέσα τους κάτι το προκρούστειο και το ισοπεδωτικό. Εν τέλει τα τραγούδια μένουν... Πάω να ξανακούσω του "Switzeland". Όμορφα...