Euphoric /// Heartbreak \\\
Σκοτσέζικη εισβολή εν όψει προμήνυε το παρθενικό άλμπουμ των Glasvegas. Το δικό τους breakthrough που μετακυλίστηκε απ' το βρετανικό στο παγκόσμιο μουσικό μέτωπο, δεν ήταν τίποτε παραπάνω από ένα ψευδεπίγραφο των όσων κληροδότησαν οι αδελφοί Reid (λεγόμαστε και Jesus and Mary Chain) στο ανεξάρτητα ροκ γενεαλογικό δέντρο του Μεγάλου Νησιού. Η συνθετική κενότητα, εντούτοις, δεν δύναται να οχυρωθεί πίσω απ' τα κιθαριστικά τείχη των εφέ (delay και reverb εν προκειμένω) που χειραφέτησαν υπερβολικά και μονοπώλησαν τα μέτρα και τα σταθμά της φυσιογνωμίας τους. Ο επίπλαστος τούτος shoegaze ρομαντισμός, έβαλε χαλινάρι ακόμη και στις μικρές αντιδρούσες εκλάμψεις, οι οποίες μοχθούσαν για να μεταδώσουν ένα ποπ σήμα, τo μονάκριβο αδιάσειστο σημείο ζωής των Glasvegas.
Σε μια πρώτη ανάγνωση, οι ιδιότητες των υλικών τους είναι εύληπτες και απολύτως φανερές. Άρα, το γκρουπ δεν διαχειρίζεται καμία συγγραφική δεξιότητα που να το οδηγεί σε μια τελική ηχητική έκβαση ποικιλόμορφη και συγχρόνως νοητικά ευμετάβλητη στην πλευρά του δέκτη. Δεν είναι κατακριτέα αυτή η εξέλιξη και είναι φορές που το ενιαίο και ομοιόμορφο επιτελεί το σκοπό του. Στην δεύτερη, όμως, δουλειά των Σκοτσέζων, μια ιδέα απλώνεται σχεδόν αυτούσια σε όλο το δίσκο και αυτό ήταν. Σε ρόλο πυροσβέστη ο "πολύς" Flood, που πίσω απ' τα κουμπάκια της παραγωγής αναλώνεται στο να υπερκαλύπτει τα τρωτά σημεία, λειαίνοντας τις όποιες γωνίες, και πιθανότατα τα διογκώνει μαζί με τις "γεμάτες" ενορχηστρώσεις.
Οι Glasvegas κατηφορίζουν σε ένα επίπεδο σύνθεσης που δεν τους προσφέρει πια άσυλο και έχει ως ναυαρχίδα την έμφαση στην μελωδική ευφορία - με πολλά παραδείγματα να έρχονται σωρηδόν ("Euphoria,Take My Hand", "Shine Like Stars") - που ωστόσο αδυνατεί να σου καρφωθεί στο μυαλό. Συστατικό αποτρεπτικό κι οι περιορισμένες δυνατότητες της ντράμερ τους, οι οποίες λειτουργούν κατασταλτικά για την οικοδόμηση μιας πλούσιας ρυθμικής βάσης. Πέραν αυτών, η εκφραστική ανεπάρκεια του τραγουδιστή τους James Allan, επιδίδεται σε ένα συνεχές μπαράζ μελοδραματισμού που εν τέλει καταντά φορτικά κουραστικό μέσα στα κοφτά φαλτσέτα του (με την προφορά να αποτελεί επιπλέον τροχοπέδη).
Το "πλαστικό" και άστοχα πομπώδες σύμπαν των επίσης άστοχα αναβιωτών White Lies, βρίσκει το κατάλληλο συμπλήρωμά του στον δεύτερο δίσκο των Glasvegas. Ακούγοντας τις post punk-shoegaze κιθάρες του "The World Is Yours" με την "ταλαιπωρημένη" ερμηνεία σε φωνητικά και πλήκτρα που ψοφάει για ανθεμικά electropop 80s, αντιλαμβάνεσαι πως εκτροχιάστηκε το πνεύμα τους για τα καλά. Εάν ο Phil Spector συνέχιζε να αποφασίζει για τις τύχες των μουσικών παραγωγών, θα τους απαγόρευε να χρησιμοποιούν το wall of sound του ως δήθεν αποδεικτικό μεγαλοπρέπειας. Η μοναδική φορά που δικαιολογούν αυτήν τους την επιλογή, ηχεί περίφημα με την αρωγή των synths στο "Whatever Hurts You Through The Night".
Οι Glasvegas εξακολουθούν να εκμαιεύουν τόσο εξόφθαλμα τις ψυχολογικές μεταβάσεις, ώστε να καταστεί εύκολη η παρερμηνεία των προθέσεων τους. Έχεις (πάλι) κάθε λόγο να μην γαντζώνεσαι στην παγίδα των δακρύβρεχτων μονολόγων τους. Ο πομπός στέλνει ο δέκτης δεν λαμβάνει. Λυπούμαστε, το δίκτυο βρίσκεται και θα βρίσκεται εκτός λειτουργίας...