Μάλλον κανείς δεν περίμενε οτι ένας από τους καλύτερους δίσκους του 1997 και από τους λίγους των τελευταίων χρόνων που δικαιολογούν τη συνύπαρξη του όρου πειραματισμός με το ροκ θα ερχόταν από τον Καναδά. Οι Godspeed you black emperor! ζουν στο Montreal του Quebec και είναι σχετικά δυσδιάκριτη η σύνθεσή τους, καθώς πέρα από τα εννέα άτομα που κυρίως τους απαρτίζουν υπάρχουν και πολλά άλλα από πίσω καθώς οι Godspeed αποτελούν περισσότερο μια κολεκτίβα, μια ομάδα που συντίθεται από άτομα ποικίλων μουσικών, γενικότερα καλλιτεχνικών και κοινωνικοπολιτικών αναζητήσεων, παρά ένα τυπικό συγκρότημα.
Τα όνειρά τους σφράγισε σε αυτόν τον πρώτο τους δίσκο (ένα από τα πιο συγκλονιστικά ντεμπούτα της δεκαετίας) η εταιρεία Constellation, και αυτή δικό τους δημιούργημα, αποτέλεσμα της επιθυμίας της ομάδας να διατηρήσει όσο μπορεί την αυτονομία και αυτοδιάθεσή της, ανεπηρρέαστη από τις επιδιώξεις και τα κατασκευάσματα των κολοσσών της μουσικής βιομηχανίας. Κάτι που σε συνδυασμό με τον τρόπο λειτουργίας της κολεκτίβας, την αυτοονομασία της ως τέτοια και το DIY γραφιστικό υλικό που περιέχεται στο δίσκο, με τα μικρά μηνύματα-μανιφέστα, παραπέμπει άμεσα σε μια καθαρά punk νοοτροπία, κυρίως όμως σε γκρούπ-κοινωνικές ομάδες όπως αυτά που είχαν στηθεί γύρω από συγκροτήματα τύπου The Ex.
Μουσικά ωστόσο, τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά.
Με βασικό άξονα την έννοια της συνέχειας, όπως περίπου προσδιορίζει ο όρος concept, και σε αντιδιαστολή με την τυπική μορφολογία αρχή-μέση-τέλος ενός της pop \ rock φόρμας, οι Godspeed φαίνεται να προσιδιάζουν (χρονικά \ συμβατικά) με τα progressive rock σχήματα των 70's, όπως οι King Crimson. Αυτό όμως αφορά περισσότερο την έλλειψη διαχωριστικών γραμμών στην κοπή του βινυλίου ή στην απόλυτα συναισθηματική καταγραφή του μουσικού τους πεδίου, παρά στην τεχνική ή τη θεματολογία τους. Γιατί μπορεί μεν οι Godspeed να αφήνουν τον ήχο τους να εξελιχθεί με βάση τον προσωπικό του χρόνο προετοιμασίας - κορύφωσης - έκρηξης -ησυχίας, πάνω απ'ολα όμως προς όφελος της προσωπικής τους εκφραστικής και όχι μιας παγιωμένης μουσικής μορφής. Αυτό που κάνει όμως τον ήχο τους να ακτινοβολεί περισσότερο, είναι το οτι η ίδια η κοσμοθεωρία τους μετουσιώνεται στην εναλλαγή του μουσικού τους ύφους και τα νέα στοιχεία με τα οποία τον μπολιάζουν.
Μεταλλαγμένη folk, μετα-αστικά blues, ορχηστρικές κορυφώσεις, μαγνητοφωνημένες ομιλίες, περίοδοι σιωπής που διαταράσσει μια απλή και απέριττη μελωδία, φτηνοί ηλεκτρονικοί θόρυβοι ενίοτε, είναι το μωσαϊκό των Godspeed, που μοναδικά εναλλάσεται από την ατομική έκφραση στο ομαδικό και το μεγαλειώδες.
Όπως και στη σχεδόν προλεταριακή κοσμοαντίληψή τους, έτσι και στη μουσική τους ο καθένας γνωρίζει πως να λειτουργεί αλλά και να πρωτοτυπεί ατομικά, τελικά όμως κυριαρχεί το εγώ του συνόλου.
Όπως ακριβώς μια διεστραμμένη, μοναχική μελωδία στην κιθάρα, καταλήγει τελικά σε ένα ολοένα και κλιμακούμενο κρεσέντο βιολιών, τσέλου, τυμπάνων, φωνών και θορύβων, που κάποια στιγμή θα σταματήσει όπως οι απότομες φθινοπωρινές μπόρες, αφήνοντας μόνο την καθαρτήρια αίσθησή του.
Από τους λίγους πειραματικούς (;), αυτοσχεδιαστικούς (;;) σχεδόν δίσκους που βάζουν τον άνθρωπο στην κορυφή των επιδιώξεών τους, θέλουν να λειτουργήσουν ως οίστρος σε μια μισοκοιμισμένη κοινωνική συνοχή, αποδεικνύοντας οτι οι 'σταυροφόροι' της μουσικής δεν ανήκουν ολοκληρωτικά στο παρελθόν.
Το κακό με αυτές τις περιπτώσεις όμως, είναι οτι όταν τελειώσει ο δίσκος η 'εξέγερση' σταματά. Το καλό είναι οτι αυτός ο δίσκος ακούγεται και ξανακούγεται και ξανακούγεται...