Wolves and thieves
Πολύ καλό ντεμπούτο. Πολύ καλό λέμε! Του Πάνου Πανότα
Όπως αναμενόταν, το ένα σενάριο, το οργουελικό, είναι συνωμοτικό. Το άλλο, το χιτσκοκικό, είναι μια εφαρμογή του σασπένς στην σκληρή εκδοχή του δημιουργού του, καταστροφικό. Όλα, όπως και τα περισσότερα απ' τα εναλλακτικά που εναπομένουν, οδηγούν στο λιτότατο συμπέρασμα ότι οι Arcade Fire δήθεν δε θα μπορούσαν να 'ναι Άγγλοι. Ούτε οι Fleet Foxes. Απ' την ανάποδη, όποιος έχει περπατήσει στο σέξιον του μουσείου της Madame Tussaud με το Λονδίνο εποχής Jack The Ripper, γνωρίζει τι κοινό κρύβουν καταχωνιασμένο το φλέγμα, η λίγδα κι η μυρωδιά από καμένο κάρβουνο: τη σκοτεινιά. Είναι κι αυτοί που υπό μία έννοια επιμένουν μέχρι τελευταίας ρανίδας ότι κατ' αντεστραμμένη αναλογία ο Paul Roland δε θα μπορούσε να 'ναι Αμερικάνος.
Οι James Dale και John Herbert γνωρίστηκαν δουλεύοντας αμφότεροι ως φύλακες σε ζωολογικό κήπο. Το τι ακριβώς έκαναν εκεί δε διευκρινίζεται κάπου, όμως αναφορά με βιογραφικά στοιχεία στους Goldheart Assembly που να μην το λέει δεν έχει εντοπιστεί. Θέλουν κι οι μύθοι τις μαϊμουδιές τους... Ιδρύοντας το συγκρότημα, μοιράστηκαν την κιθάρα, το μπάσο και τα διάφορα, όχι όμως και την πρώτη φωνή, όπου κατέφυγαν σε αμοιβαίο συμβιβασμό τραγουδώντας μαζί. Συνευρετική σκέψη σε εταιρική πρακτική, με κάποιες τέτοιες εξίσου εποικοδομητικές όμως έγιναν πέρυσι η εξαίρεση στην πεπατημένη ηχογραφώντας live session για την εκπομπή του Steve Lamacq στο BBC Radio 1 μη έχοντας καν συμβόλαιο με δισκογραφική. Όντως ωραίο, αλλά ακόμα καλύτερα είναι όταν βάζεις την κρίσιμη υπογραφή και βλέπεις το μελάνι να στεγνώνει. Εν προκειμένω με την ιστορική Fierce Panda.
Το φετινό ντεμπούτο μεγάλο τους το οποίο κι ηχογράφησαν όπως είναι στις φωτογραφίες, σεξτέτο, αντί να ξεμπερδέψουν κάπως το κουβάρι του νήματος που μέρος του περιγράψαμε άτσαλα στην αρχή, το κάνουν χειρότερο. Μολοντούτο, στο καταληκτικό ζητούμενο το "Wolves And Thieves" γίνεται εμπειρία, αφού στις μελωδίες του παίζουν τα προαναφερθέντα τρία επιγραμματικά και μέχρι αηδίας ονομαστικά μουσικωνύμια - Arcade Fire, Fleet Foxes και Roland. Εμπειρία που πιθανόν να αποδειχθεί πλούσια σε απρόοπτα αν περιμένεις μονάχα το αυτονόητο, πολλή καλή μουσική.
Κυλώντας φιγουρατζίδικα μα ευθυτενώς μέχρι μια θέση μετά τη μέση του, με το ένα εξαιρετικό τραγούδι να δίνει σκυτάλη στο άλλο, και κάνοντας ύστερα συντήρηση δυνάμεων κι εντυπώσεων ως το φινάλε, αυτό το σετ τραγουδιών μοιάζει να αντλεί έμπνευση από τα πάντα, ιδίως όταν αυτά ενέχουν έστω κι ως υπόνοια τη θλίψη, μετατρέποντας ένα απλό πρωινό, ή την οποιαδήποτε άκεφη ώρα της ημέρας, σε σημαίνον γεγονός.
Ιδανικότατο το "καλώς ορίσατε" του "King Of Rome", μα τα 18,5 πιο επικροτητικά λεπτά του cd τρέχουν απ' το "Hope Hung High" μέχρι το "Jesus Wheel". Εξάλλου παρόμοιο 4τράγουδο καιρό είχε ν' ακουστεί, ίσως ο δίσκος της Holly Miranda ή το περσινό των Phantogram να θέτουν θέμα ανταγωνισμού, αλλά και πάλι στα κρίσιμα σημεία το παρόν είναι ικανό να διακριθεί ανάμεσα σε ισοψηφίες, οι οποίες, ως γνωστόν, επί το πλείστον είναι εικονικές.
Ποιος τρόπος υπάρχει να ολοκληρώσουμε, τώρα; Όπως ξεκινήσαμε, με ολίγο από εκτός θέματος κείμενο: τι έκανε τους Fleet Foxes να μην μπορούν να γράψουν ένα γκρίζο βαλσάκι που να σου κόβει την ανάσα; Το ότι δεν είχαν σταθεί τόσο στα διδάγματα των Fleetwood Mac και δεν είναι κρύο ανέκδοτο. Οι Goldheart Assembly που ως Βρετανοί της μελωδίας το έκαναν συνειδητά και προσέχοντας, τα πήγαν εξαιρετικά. Τους δίνουμε επομένως επί τόπου την πράσινη κάρτα στην κατηγορία "σημαντικές παρακαταθήκες για το προσεχές μέλλον" και τέλος ξαναβάζουμε το δίσκο να τα πει όλα απ' την αρχή.