Gone
Όταν την Κυριακή 17/05/09 έσωζα για τελική φορά το αρχείο με το "Πιο κάτω στο ελληνικό underground...", που πλέον πήρε αυτήν τη θέση, δεν είχα καταφέρει να ξεπεράσω τις σκέψεις που με τριβέλιζαν απ' το σημείο μηδέν: ότι έδινα μήνυμα ανασκόπησης στο άρθρο επτάμισι μήνες νωρίτερα απ' τη λήξη του '09, άρα και της δεκαετίας, και μετά (ως απόρροια), ότι υπήρχε φόβος στο εναπομείναν διάστημα να βγει κάτι ισάξιο που δε θα 'χα προλάβει να συμπεριλάβω. Ιδίως όταν εκ των πυρήνων του όλου κόνσεπτ ήταν κι οι εγχώριες downloaded only κυκλοφορίες, οι οποίες έπιασαν ανάπτυγμα μόλις την πρόσφατη 3ετία στην Ελλάδα -ως εκ τούτου το υπόλοιπο '09 τους ανήκει, έχουμε λαμβάνειν ακόμα- κι είναι κατά έναν τρόπο η σκυτάλη προς την επόμενη μουσική δεκαετία. Δυστυχώς, στο τελευταίο επαληθεύτηκα τάχιστα, να ξαναμάθω να εμπιστεύομαι το ένστικτο λοιπόν, ευτυχώς όμως που οφειλόταν σε μια δουλειά όπως το "Gone", που καθότι βγήκε αποκλειστικά από netlabel, τη βρίσκετε μ' ένα κλικ εδώ.
Η συνέχεια περιλαμβάνει το βουρ στις αναπόφευκτες συστάσεις. Πίσω απ' τα 3 "gone" βρίσκεται ο Μιχάλης Παπουλάκος, γεννηθείς στην Αθήνα το '83 - ασχέτως αν στην αντίστοιχη σελίδα του στο MySpace υπογράφει με το προσωνύμιο Michael G. Daddie. Ο ίδιος διατηρεί παράλληλα κι άλλα δύο πρότζεκτ, BadRatio και DubRatio τα ονόματά τους, με το πρώτο μάλιστα να 'χει ήδη και μια κυκλοφορία ("Zoundz Ov Ze Apokalypze") στη MemoryFormat, επίσης netlabel. Για να μανταρέψουμε τη μουσική Ιστορία, έτσι κι αλλιώς το κάνει ο ίδιος σε έντονο βαθμό κι είναι συνολικά αναπότρεπτο να συμβεί, το "Gone Gone Gone" ήταν το τέταρτο τρακ στην εκδοχή του Miles Davis στο "Porgy And Bess" του George Gershwin που κυκλοφόρησε το '58, ένας απ' τους σπουδαιότερους δίσκους όλων των εποχών. Φωτίζουμε και το από πού ακριβώς άντλησε την έμπνευση ο νους, πριν προχωρήσει στα βαφτίσια.
Τα εννιά τρακ του "Gone", κι επομένως ολόκληρο το παρόν πρότζεκτ (εκεί διαφέρει απ' τα υπόλοιπα), θεμελιώνονται στο κόψιμο δειγμάτων από προϋπάρχουσες ηχογραφήσεις -βινίλια, cds κι εγγραφές φυσικών οργάνων, οι συχνότερες πηγές-, τα οποία εν συνεχεία μπαίνουν σε επαναδιαπραγμάτευση και τοποθετούνται εκ νέου ως μέρη μιας καινούργιας συνθετικής δομής. Το γκρουβ της παλιάς τζαζ σχολής των Miles Davis, John Coltrane κ.λπ., δεμένο πάνω σ' ένα τριπ-χοπίζον αλά Amon Tobin σκελετό με καλώς νοούμενες αυθαιρεσίες στη σχηματιζόμενη μορφή και το υπόστρωμα. Ο δημιουργός του αποκαλεί το σετ του EP, αλλά 36' στην εποχή της Columbia θ' άρχιζαν με "L" το πι.
Θέλει η επιτυχημένη κοψεραπτική τα μαθηματικά της; Εύκολο, ο Gone(x3) τα 'χει σπουδάσει και κανονικά. Που συνοψίζονται σε αιτήματα-δεξιότητες ως εξής: 1ον, να ψάχνεις το παρελθόν, πράματα κι υλικό που θα μετουσιώσεις σε καινούργια γνώση δηλαδή. Απαντώ κατευθείαν ότι ο Μιχάλης Παπουλάκος ανασκάπτει. Δε θα αναφέρω συγκεκριμένα samples, δε μου φεύγει η ανασφάλεια να το κάνω. 2ον, χρειάζεται να 'χεις το αφτί, να μπορείς ακούγοντας να απομονώνεις φράσεις και να τις φαντάζεσαι ως κομμάτια, στροφές και γυρίσματα κάπου αλλού, κι όσο πιο πολύ φαντασία θα βάζεις τόσο πιο μακριά θα 'ναι αυτό το αλλού, κι όλο και πιο στιβαρό. Ε, ο Gone(x3) την πραγματώνει την ανάγκη, τη στήνει εξαρχής... Και τέλος, να μπορείς να βγάλεις εις πέρας καθαυτό το χειρουργείο, να κατέχεις το τεχνικό σκέλος σα να λέμε. Ούτε λόγος να γίνεται για επιβεβαίωση εδώ. Μάλιστα, θέματα εξαιρετικά όπως τα "Dub As The Wind" και "Pentatonic Vibes" λ.χ. είναι υποδείγματα σκέψης-θέσης-πράξης.
Το "Gone" μάς δίνει μια σπουδαία πρόγευση της μουσικής της 2ης δεκαετίας του αιώνα, μήνες πριν αυτή ξεκινήσει και τυπικά, περιέχοντας μια δουλειά που λες και κοντοφέρνει σε χωρίς φορμάτ ριμιξαρισμένο compilation, αλλά κάπως έτσι θα 'ναι και μεγάλο μέρος της μουσικής στο μέλλον. Γι' αυτό κι είναι τόσο κατ' ουσία ένας αυθεντικός electronic τζαζ δίσκος της βαδίζουσας εποχής. Ακούστε τον. Τουλάχιστον...