Chalice Hymnal
Βάζουν το σάουντρακ, βάζουμε την ταινία. Θα φανούμε αντάξιοι του; Του Πάνου Πανότα
Ορισμένα συγκροτήματα είναι τόσο αληθινά διαφορετικά ώστε δεν γίνεται να ενταχθούν σε μια κατά τα συνηθισμένα μουσικογραφική προσέγγιση. Θα ’ταν απίθανο να μην ίσχυε το ίδιο και για τους δίσκους τους φυσικά, καθότι αυτοί είναι κι ο συχνότερος δρόμος γνωριμίας μας μαζί τους, όπως κι ο πιο ισχυρός.
Μόλις πέντε λεπτά ακρόασης στο “Chalice Hymnal” επομένως, κι ενώ έχει απλά περάσει η εντυπωσιακή αλλαγή απ’ το εναρκτήριο ομότιτλο κομμάτι στο δεύτερο “Pelham” κι ήδη σκεφτόμαστε πως οι Grails δεν συνεχίζουν μόνον να δρουν στην ύφανση του συνόρου, σχεδόν έξι χρόνια απ’ το τελευταίο τους άλμπουμ και δέκα από το σημαδιακό “Burning Off Impurities” που μας απασχόλησε σαν ενδοεγκεφαλικό τσιμπούρι κάποτε στο MiC, μα επιπρόσθετα γίνονται με τον καιρό όλο και πιο ευαίσθητοι κι ανοιχτοί στο να μείνουν χωρίς καν σύνορα.
Οι Grails έχουν μερικά πολύ δικά τους γνωρίσματα πάντως. Κατάφεραν, απορίας άξιο πώς (και τούτο τους προσθέτει πλούτο), να δουν εγκαίρως κι από νωρίς τις φαντασιώσείς τους στην πηγή τους. Η ενασχόληση των μελών τους με άλλα, παράλληλα γκρουπ ή πρότζεκτ τύπου Lilacs & Champagne, Holy Sons, OM, Watter και πιθανόν αύριο με κάποιο καινούργιο, έχει ενδυναμώσει τη μεταξύ τους χημεία στις αραιότερες εκ των πραγμάτων, όμως πάντοτε γεμάτες αλήθεια, συνευρέσεις τους. Κάτι που φαίνεται διακριτά και στο δελεαστικό συνθετικό μονοπάτι που ακολούθησαν για να φτάσουν στο “Chalice Hymnal”. Κι αυτό ήταν δύσκολο.
«Πώς και δεν έχετε ακόμη (υπο)γράψει έστω κι ένα πραγματικό σάουντρακ;» «Μα μονάχα τέτοια βγάζουμε», θα σας απαντήσουν με αποδείξεις. Προσπαθώντας συγχρόνως να επανορθώσουν τη μονόδρομη ροή τους προς το αντίθετο, κι η απάντησή τους θα μετασχηματίζεται απ’ τους ίδιους και σταδιακά σε μια συνεκτικότατη ιστορία αθώου ψέματος.
Διότι ταινία μπορεί όντως να μην βρεθεί, κάθε άλμπουμ των Grails εντούτοις είναι σάουντρακ. Και στις ορχηστικές συνθέσεις αυτών υπάρχει για να εκτεθεί η νέα αρχιτεκτονική με υλικά παλιάς επικότητας. Στην τελική σεκάνς δε, καταφέρνουν και διατηρούν εκείνη την αναστοχαστική απόσταση από την υπερβολή που (ανα)ζητούμε. Στο προκείμενο, η σινεματική περιπλοκή ήχων, ρυθμών κι ατμοσφαιρών λειτουργούν ως συναρπαστικά, αν και συχνά επανερχόμενα, μοτίβο που μας γραπώνουν βιαίως απ’ την αρχή.
Τα κομμάτια-κλειδιά στα προηγούμενα είναι κυρίως εδώ τα εξαιρετικά “Pelham”, “Tough Guy” και “Chalice Hymnal”, τα οποία αποτελούν τις κορυφώσεις ενός δίσκου που έχει (ή και δημιουργεί) ισχυρότατη δυναμική συναισθημάτων, και τα πενήντα λεπτά του (στο cd) ξετυλίγονται απίστευτα γρήγορα, με συμπυκνωμένα τρακ. Μόνον δύο εκ των έντεκα ξεπερνούν σε διάρκεια το 5λεπτο (κι επίσης ισάριθμα δουλεύουν κι ως γέφυρες με το κοντύτερο παρελθόν).
Μέσα από όλα τα παραπάνω, λοιπόν, βρέθηκαν οι συνεκδοχές απ’ τους Grails, ωριμότεροι όσο ποτέ πριν πια, ώστε να προχωρήσει περαιτέρω η αναζήτησή τους και τελικώς το “Chalice Hymnal” δεν είναι εκφραστικά ίδιο ούτε με το “Burning Off Impurities”, ούτε και με το “Deep Politics”. Αλλά στέκεται εντυπωσιακά ως το τρίτο σκέλος μιας φαντασμαγορικής τριάδας δίσκων, ή αλλιώς ενός κανονικού θησαυρού για τον οποιοδήποτε μουσικόφιλο.