Grinderman 2
Υ.Γ.: Και δεν θέλουμε να ξανακούσουμε για Bad Seeds. Του Τάσου Κορομηλά
Δράση: Ώρα 22:00 στο Σουίνγκ. Δίνω στο Γιώργο το Mickey Mouse and the Goodbye Man. Ένα τσιγάρο, δυο τζούρες μπύρα και τόνοι ηχητικής απόλαυσης.
Αντίδραση: Λες και την τσίμπησε μύγα τσε-τσε, καλοστεκούμενη 45άρα - θαμώνας μπαίνει στο μπαρ και με μπόλικη δόση αυτοσαρκασμού παρακαλεί να χαμηλώσουμε λίγο την ένταση, προτάσσοντας το ευαίσθητο της ηλικίας της... Τρίχες. Όποτε παίζει Smiths άλλωστε, τα ντεσιμπέλ καθόλου δεν τη χαλάνε.
Συμπέρασμα: Γκόμενες...
Όλος εκείνος ο ψυχισμός που ώθησε την εν λόγω κυρία στην παραπάνω αντίδραση αποτελεί την επακριβή κατάληξη του συναισθήματος και της αύρας που εκπέμπει το Grinderman II, το δεύτερο κατά σειρά πόνημα των Nick Cave & Σια (Warren Ellis, Martyn Casey και Jim Sclavunos). Της προαναφερθείσας συμμορίας των τεσσάρων 50ρηδων ηγείται ο πάντα γνώριμός τους παραγωγός Nick Launay (Gang of Four, Killing Joke, Birthday Party).
Άλλοι στην ηλικία τους, μες στη γαλήνη της ωριμότητάς τους απολαμβάνουν δόξα και τιμή, την αναγνώριση και τους κόπους μιας ζωής. Των ίδιων η σάρκα μπορεί με τα χρόνια να μαλάκωσε, το μυαλό τους όμως τραβά περίεργους, αντίθετους δρόμους. Έτσι, μετά τα No Pussy Blues και Set Me Free του πρώτου Grinderman, το μετα-εφηβικό σύνδρομο συνεχίζει να τους κυριεύει σκορπώντας ρίγη ενόχλησης και ανασφάλειας στους μη γνωρίζοντες καθωσπρέπει.
Με τους αντικομφορμιστικούς τίτλους και τους πνευματώδεις στίχους των συνολικά εννέα κομματιών, βγαλμένους από τις χειρότερες μπιμουβιές και ταινίες φρίκης, η υποκριτική ικανότητα του Cave δεν αποζητά δαφνοστέφανα, αποδοχή κι εμπορική επιτυχία. Αλήθεια όμως, ποιος νοιάζεται για τους στίχους; Σε μία τέτοια κολεκτίβα μουσικών προσωπικοτήτων, η μουσική είναι εκείνη που έχει τον πρώτο λόγο.
Τους φρενήρεις ρυθμούς, τα σκουξίματα και τις στριγκλιές του Mickey Mouse, ακολουθούν, αυθόρμητοι αυτοσχεδιασμοί, ακομπλεξάριστες εκτελέσεις, ψυχεδέλιες και ξιπασμένες εκδοχές μιας διεστραμμένης πραγματικότητας. Πέρα από μια παύση (What I Know) οτιδήποτε άλλο ακούγεται θα μπορούσε να περιγραφεί και ως:
Γκροτέσκ
Κακούργο
Ρυπαρό
Αστείο
Ιδιοτελές
Νοσηρό
Τραχύ
Εκδικητικό
Ραδιούργο
Μισάνθρωπο
Αντρικό
Νευρωτικό
Με τρεις λέξεις: Προγκρέσιβ stoner μπλουζ.
Η πιο αγαπημένη νταρκόφατσα έβερ επέστρεψε. Ο Nick (ξανα)πήρε την κιθάρα του, το τέως side-project μετατρέπεται σε πρωταγωνιστικό main-project και οποιαδήποτε σύγκριση Bad Seeds - Grinderman μόνο άτοπη θα ήταν. Αντρίκιος δίσκος που δε χρειάζεται "Parental Advisory" και "Explicit Lyrics". Ένα απενοχοποιημένο (όχι σαν εκείνα στο Schoneberg) "Men Only" θα ήταν αρκετό. Αυθόρμητη συνταγή που παραμερίζει στη γωνία το γυναικείο τσαμπουκά και περιχύνει τη μπάρα με εύφλεκτη τεστοστερόνη.
Όσο για σας κυρίες που νομίζετε ότι αντέχετε την αυθόρμητη καφρίλα, τα πυκνά μουστάκια και τον αχαλίνωτο παλιμπαιδισμό των τεσσάρων κορυφαίων μεσηλίκων νεανίσκων, εντάξει, μπορείτε να κρυφακούσετε λιγάκι. Χαμηλόφωνα όμως...