Symphony No 4, Op 85 (Tansman Episodes)
Από την London Philharmonic Orchestra με διευθυντή τον Andrey Boreyko. Του Αναστάσιου Μπαμπατζιά
Η συμφωνική μουσική στη φαντασία μου είναι το ηχητικό αντίστοιχο της φύσης. Μια αναπαράσταση της, όπου το κάθε στοιχείο αντιπροσωπεύεται από ένα μουσικό όργανο ή μια ομάδα οργάνων. Παρατηρούμε την πρόθεση της συμφωνικής ορχήστρας να συγκεντρώσει όλες αυτές τις δυνάμεις της φύσης (αέρας, γη, νερό, φως) σε μια κορύφωση. Σε μια "στιγμιαία" τιτάνια "τυμπανοκρουσία". Καλείται ο συνθέτης να υπηρετήσει μια μέγιστη έκφανση της μουσικής. Ίσως και την υψηλή βασίλισσα των τεχνών. Οι απαιτήσεις είναι μεγάλες.
Ο τρόπος που θα ενορχηστρωθούν όλα αυτά τα όργανα για να αποτελέσουν το καθένα ξεχωριστά ένα απολύτως απαραίτητο μέλος ενός τεράστιου ενιαίου σώματος που θα λειτουργεί σαν μία οντότητα, τα ξεχωριστά μέρη αυτού του σώματος όσον αφορά τη σύνθεση που θα πρέπει να αντιδρούν μεταξύ τους χωρίς να είναι παράταιρα, παύσεις, δυναμικές κορυφώσεις, μελωδικά περάσματα, όλα πρέπει να παίξουν ένα ρόλο, όλα να αλληλεπιδράσουν χωρίς να αποξενωθούν. Δεν είναι πολλές οι περιπτώσεις που ο κοινός θνητός ακροατής έχει την ευκαιρία να γίνει δέκτης ενός πραγματικά μεγαλειώδους τέτοιου εγχειρήματος.
Ο Gorecki τα έβγαλε πέρα. Δημιούργησε ένα ηχο-αρχιτεκτονικό σύστημα αντιθετικών δυνάμεων που θα μπορούσε να θυμίζει μια μεταφορά της Γένεσης. Της δημιουργίας του κόσμου έτσι όπως την έχουμε συναντήσει στο παρελθόν στις διάφορες εξιστορήσεις ανά τον κόσμο. Στις μυθολογίες των ανθρώπων.
Ξεκινά με μια νύξη του τι θα επακολουθήσει, ένα μικρό δείγμα ολιγόλεπτο, σαν όραμα του κόσμου που θα υπάρξει αργότερα, δυναμικό και πομπώδες. Η πρακτική αυτή μου θυμίζει κάπως το εύρημα του Τόλκιν στο Σιλμαρίλιον, όπου ο Θεός Ιλούβαταρ παρουσίαζε στους αγγέλους του ένα όραμα του κόσμου πριν αυτός δημιουργηθεί. Αυτό είναι το πρώτο από τα τέσσερα μέρη της τέταρτης συμφωνίας. Το δεύτερο είναι κάτι σαν ζέσταμα. Χαμηλές ταχύτητες, μια γλυκόπικρη μελωδία, σχεδόν πένθιμη και γενικώς μια αίσθηση αναμονής.
Το μεγάλο πανηγύρι αρχίζει στο τρίτο μέρος. Αρχίζει να αποκτά το όραμα σάρκα και οστά. Οι μηχανές παίρνουν μπρος και οι ατμοί πετάγονται απ' τα καζάνια. Ακούγεται κάτι σαν τραγούδι χωρίς λόγια, μια μουσική σαν επίκληση των δυνάμεων της φύσης για να παίξουν το ρόλο τους στη δημιουργία. Μερικές φορές σαν ικεσία, αργό, θλιβερό και σπαρακτικό, άλλες φορές σαν προσταγή επιτακτική, σαν εντολή. Και ξαφνικά τινάζεσαι στο ταβάνι! Όλα συντονίζονται τέλεια.
Πρέπει να αγαπά πολύ τους μουσικούς ο Gorecki. Τους μετατρέπει ως δια μαγείας σε ένα σώμα που βυθίζεται σε μια ηδονική κραυγή εξακολουθητική. Μια εξέγερση πολυφωνική των αισθήσεων. Χάνεις και συ λίγο τον έλεγχο μαζί τους, κι ας το ακούς μόνο ηχογραφημένο. Μέχρι που συναντάς την πρώτη απροσδόκητη παύση. Χρησιμοποιούνται οι παύσεις με τόσο ιδιοφυή τρόπο, λαχταριστό... Και ξανά ταβάνι. Μια τρομερή δραματικότητα που μετατρέπει τις τρίχες σε κεραίες και στραγγίζει τα δάκρυα σου. Όχι δάκρυα επιφανειακού συναισθηματισμού, αλλά αληθινής συγκίνησης και έντονης φόρτισης. Τέτοιου είδους μεγαλείο.
Μπαίνοντας στο τέταρτο και τελευταίο μέρος, τα όργανα συνεχίζουν να φωνασκούν σαν να έχουν φτάσει στο απόγειο της εκφραστικότητας μέσα από μια μελωδία η οποία, αν δεν κατάγεται από τους klezmer λαϊκούς χορούς, σίγουρα τους θυμίζει αρκετά. Γρήγορα όμως μετατρέπεται σε έναν (προσέξτε με τώρα) μαξιμαλιστικό μινιμαλισμό (γκασπ), γιατί σχεδόν μία μόνο νότα επαναλαμβάνεται για λίγη ώρα από όλα τα όργανα, τόσο δυνατά και δυναμικά που μοιάζει σαν να είναι το δημιουργικό "άγγιγμα" του Θεού στο γνωστό έργο του Μιχαήλ Άγγελου. Η πολυπόθητη πνευματικότητα επετεύχθη με ένα στιγμιαίο κλείσιμο. Μια τελεία.
Δεν ξέρω αν υπερβάλω.. Ίσως... Δεν πειράζει όμως, θα αφήσω τον ενθουσιασμό μου να υπερχειλίσει. Το αξίζει τούτο το έργο. Ο Michael Gira σε ανύποπτο χρόνο στο Facebook, είχε πει για τη δεύτερη συμφωνία του Henryk, "it's so good its ridiculous". Αυτή η φράση ταιριάζει γάντι και για την τέταρτη.