Το σημαντικότερο πράγμα που διαπιστώνουμε στη νέα μας επαφή με τους Hometaping είναι πως χωρίς να διαφοροποιηθούν από ένα κατακτημένο στυλ καταφέρνουν να εξελιχθούν. Στο ‘The B Sides’, το δεύτερό τους άλμπουμ, ο lo-fi ατμοσφαιρικός κόσμος παραμέτρων του ντεμπούτο τους ανεβαίνει σε ένα υψηλότερο συνθετικό επίπεδο. Με τέτοια διαχυτική δυναμική ίσως είναι ακόμα πρόωρο όμως να μιλήσουμε για ολοκλήρωση. Αυτό παραμένει ηθελημένα εδώ μια προσέγγιση μόνον.
Το ‘The B Sides’ ανοίγει παραπλανητικά με το μοναδικό instrumental του δίσκου. Αμέσως μετά ο Άρης Σιαφάς (επίσης πίσω από το μικρόφωνο των Matisse) γίνεται από απλός τραγουδιστής, υπερβατικός ερμηνευτής. Ένας θεατρικός χαρακτήρας που βγαίνει μέσα από τα παραβάν ενός μπρεχτικού θιάσου και που στην παραζάλη του μπλέκει τον Marc Almond, το μελόδραμα, τις κάποτε μανιέρες μιας μεθοδευμένης υπερβολής και παραφωνίας, όπως κάθε θεατρίνος που δεν θέλει να γίνεται βαρετός. Σε κάθε ένα από τα μεγάλα τραγούδια του cd, ο Σιαφάς περνάει πίσω από τη μουσική και τους στίχους και με τα χέρια ανοιχτά τα σπρώχνει μπροστά.
Ακούγοντας, όμως, τα ‘Elfins Are Doing It For Themselves’, ‘Prison Pastime’, ‘Audience Design’, ‘Rhyming Dictionary’, ‘The Scene Of Me Leaving My Body’ και το αναπάντεχο opus του ‘Your Olganism Needs’ φαίνεται αμέσως ότι η περίπτωση των Hometaping δεν είναι μια εξατομικευμένη. Ο Νίκος Αίμα, το δεύτερο μέλος του ντουέτο, είναι ένας σπουδαίος χειριστής των αναλογικών, ο οποίος ορμώμενος από άφθονες επιρροές από τις πρακτικές της eighties electro-pop κάνει ξανά τα Casio, Roland και Korg βασικούς μοχλούς.
Ναι, τα ‘We All Paid For Our Crimes’ και ‘Animal Farm’ προϋποθέτουν πιθανώς τους Soft Cell του 1983 και ίσως χωρίς εκείνους να μην υπήρχαν καν. Εντούτοις, οι Hometaping κρατούν το νήμα του σύγχρονου και παρόλο που περιφέρονται σχεδόν μονίμως στους δαίδαλους του παρελθόντος δεν μένουν εγκλωβισμένοι εκεί. Το ‘The B Sides’ είναι ένα κλασικό δείγμα της αστικής, καλλιτεχνικής δημιουργίας του 2004, όπου η νοσταλγία και η αναβίωση ύφους και αισθητικής είναι οι δύο μόνον από τις κινητήριες δυνάμεις του. Μια ακόμη είναι η μελαγχολία και η διάθεση που αυτή δημιουργεί στην οπτική των πραγμάτων. Τις άλλες αναζητήστε τις στο περιβάλλον μιας πόλης σαν την Αθήνα του σήμερα. Υπάρχουν.
Οι Hometaping ξεκίνησαν απροσδιόριστα κάπου μεταξύ 1995 και 2000. Το ίδιο απροσδιόριστα αυτό το δεύτερο άλμπουμ τους είναι ένα σύνολο ρετρό συνθέσεων και γραφής, αλλά και μοντέρνων ιδεών και βαθιά ρομαντικών αισθημάτων.
Κλείνω, προσθέτοντας στα παραπάνω και το ένα σημείο ένστασης μου: δεν συμφωνώ με το εσκεμμένο χωρίς αμφιβολία closing των δεκαεπτά λεπτών του ‘She Doesn’t Sing Anymore’, που κατά τη γνώμη μου χαλάει αρκετά το μέχρι τότε ιδανικό του τοπίου με μια ανοικονόμητη πινελιά μονότονης και εντέλει άκαρπης φλυαρίας που δεν ταιριάζει με ένα pop άλμπουμ σαν το παρόν. Στην εποχή των δίσκων βινυλίου κάτι τέτοιο ήταν εκ προοιμίου απαγορευμένο (ευτυχώς). Τώρα, η αδηφαγία των ψηφιακών cd πολλές φορές μας οδηγεί σε κατάχρηση του μέσου (τα ίδια ισχύουν και σε άλλες πρόσφατες περιπτώσεις, βλέπε Rob Ellis).
Μολοντούτο, η ουσία και η αξία είναι κραταιές στο ‘The B Sides’ και καθορίζουν τελεσίδικα το αποτέλεσμα: οι Hometaping έδωσαν μια από τις καλύτερες φετινές μουσικές από εγχώριο σχήμα. Σχεδόν...