Electroacoustic works (1922-2001)
Μια πενταπλή συλλογή η οποία περιέχει όλα τα ηλεκροακουστικά... σουξέ του συνθέτη. Ακούγεται ανοίκειος ο όρος; Όπως και η μουσική του... Του Αναστάσιου Μπαμπατζιά
Άλλη μια ευκαιρία να ασχοληθούμε με τον Ξενάκη. Όσο περισσότερες τόσο το καλύτερο. Ο Ξενάκης είναι από τους συνθέτες που θα έπρεπε να κατατάσσονται στην ιστορία ως εθνικοί ήρωες. Θα έπρεπε να διδάσκεται στα σχολεία και να μνημονεύεται ως μέγας καλλιτέχνης και ευεργέτης.
Και τούτη είναι μια ευκαιρία πολύ καθωσπρέπει γιατί στα πλαίσια της επετείου των εκατό χρόνων από τη γέννησή του, εκτός από το ότι έγιναν και γίνονται παντού διάφορες εκδηλώσεις και συναυλίες, έχουμε να ακούσουμε μια εορταστική και χορταστική συλλογή της δουλειάς του. Πρόκειται για την μέχρι στιγμής πιο προσεγμένη και ολοκληρωμένη συλλογή με το ηλεκτροακουστικό έργο του, μαζεμένο σε πέντε δίσκους βινυλίου ή ακτίνος, έτσι ακριβώς όπως αρμόζει.
Έκδοση υπόδειγμα από την Karl Records, μια σύγχρονη δισκογραφική εταιρία που λειτουργεί μακριά από ακαδημαϊκές, άνυδρες προσεγγίσεις αλλά με την πρέπουσα σοβαρότητα και σεβασμό. Το πενταπλό ‘Electroacoustic Works’ περιλαμβάνει όλα τα σημαντικά έργα του είδους του μεγάλου συνθέτη από όλη την πορεία του από τα 50s μέχρι το τέλος.
Το πρώτο μέρος περιλαμβάνει τα πρώιμα έργα και λέγεται αναμενόμενα «Early Works». Μιλάμε για τα έργα ‘Diamorphoses’ από το 1957, ‘Concret PH’ από το 1958, ‘Orient-Occident’ από το 1961 και ‘Bohor’ από το 1962. Γνωστά στους φίλους του έργου του Ξενάκη από την παλαιότερη έκδοση «Electronic Music» η οποία μας μύησε σε αυτόν τον φανταστικό κόσμο. Ακούγονται σαν μια ηχητική μεταφορά της εικόνας ενός τοπίου άγνωστου και απόκοσμου. Ο Ξενάκης δεν θέλει να αναπαραστήσει, θέλει να πλάσει από την αρχή με υλικό το άγνωστο. Δεν είναι όμως ούτε αφαιρετικός, τουλάχιστον όχι εύκολα και επιφανειακά. Δημιουργεί έναν κόσμο που θέλει να είναι ορατός και υπαρκτός και κυρίως ζωντανός. Ίσως σαν μια αντανάκλαση, σαν προσωπική εντύπωση ενός ουτοπικού κόσμου. Ειδικά στο ‘Bohor’, που έχει και μεγάλη διάρκεια, αυτή η εντύπωση μεγεθύνεται. Το απόκοσμο κατακλύζει το δωμάτιο του ακροατή με μια ιδιαίτερη οξύτητα, οι θόρυβοι επεμβαίνουν δυναμικά δημιουργώντας όμως ρυθμό και φυσικά, αρμονία. Θόρυβοι που μοιάζουν με αόρατα περιστατικά που έχουν εκκίνηση από διαφορετικά σημεία αλλά συγκλίνουν και φτάνουν να εκτυλίσσονται μπροστά στα μάτια σου.
Τα ‘Πολύτοπα’ καταλαμβάνουν τους επόμενους 3 δίσκους. Στο ‘Les Polytopes I’ έχουμε τρεις συνθέσεις, το ‘Hibiki Hana-Ma’ από το 1969, το ‘Mycenae Alpha’ από το 1978 και το ‘Polytope De Cluny’ από το 1972. Η σύνθεση ‘Mycenae Alpha’ είναι κατά τη γνώμη μου ένα από τα σημαντικότερα πράγματα που έχει κάνει ο Ξενάκης. Όπως καταλαβαίνετε αυτό σημαίνει ότι έχουμε να κάνουμε με ένα συγκλονιστικό έργο που βγαίνει εκτός κλίμακας αξιολόγησης (10άρι καραμπινάτο). Είναι οξύ και δυναμικό και καταφέρνει να λειτουργήσει ως αυτόματος τηλεμεταφορέας. Να οδηγήσει τις αισθήσεις στο να αντικρίσουν κατάματα αυτό που για πρώτη φορά φαίνεται. Είναι απλό. Μοιάζει με μια φαινομενικά τυχαία διάταξη ηλεκτρονικών συριγμών που ανοίγουν και σβήνουν, όμως στην πραγματικότητα ακούμε τη Λερναία Ύδρα να βρυχάται. Αυτό καταφέρνει πάντα ο Ξενάκης. Να ηχοποιεί τον μύθο. Να δίνει υπόσταση στο απόκοσμο.
Στο ‘Les Polytopes II’ έχουμε μία μόνο τεράστια σύνθεση, το γνωστό ‘Persepolis’, επίσης από το 1972. Έχω ξαναγράψει για το ‘Persepolis’, όμως για έργα σαν αυτό πρέπει να γράφονται και να ξαναγράφονται σκέψεις και απόψεις αενάως. Αυτά τα έργα του Ξενάκη είναι ζόρικα. Μπορεί να είναι δύσκολο να τα παρακολουθήσουμε όλοι μας (άλλοι λιγότερο άλλοι περισσότερο) αλλά όμως εκτός των άλλων, είναι και εκπαιδευτικά. Μας μαθαίνουν να αντιλαμβανόμαστε μια βαθιά αλήθεια της φύσης. Το πως αυτή λειτουργεί μέσα από αυτό που αποφασίσαμε να ονομάζουμε χάος, όμως αυτό το χάος είναι φαινομενικό. Φαίνεται χάος για τις δυνατότητές μας ως όντα. Η πραγματικότητα είναι λίγο πιο μακριά από αυτό που μπορούμε να καταλάβουμε. Και πιο βαθιά. Το ‘Persepolis’ είναι ένα από αυτά τα έργα του ανθρώπου που σκάβουν σε αυτό το φυσικό βάθος. Από αυτά που μέσα στο «χάος» βρίσκουν την αρμονία με αποτέλεσμα τελικά να το καταργούν.
Στο ‘Les Polytopes III’ δεσπόζει το επίσης τεράστιο ‘La Legende d’Eer’ από το 1978 που είναι και αυτό από τις σημαντικότερες συνθέσεις του Ξενάκη. Είναι ένα ηλεκτροακουστικό έπος, ένα έπος όμως χωρίς έλλογη αφήγηση. Ο μύθος του εκτυλίσσεται μέσω ηλεκτρικών εκκενώσεων και όχι λέξεων. Ηλεκτρικές εκκενώσεις που πολλαπλασιάζουν τους νευρώνες του εγκεφάλου του κακόμοιρου δέκτη που θα τολμήσει να πλησιάσει. Αυτός ο ατρόμητος ακροατής θα επεκτείνει την αντίληψη του (όσο πιο δυνατά το volume τόσο το καλύτερο) και θα καταφέρει να εισέλθει σε έναν κόσμο κρυστάλλινο, γωνιώδη, οξύ αλλά πανέμορφο. Θα δει σαν μέσα από καλειδοσκόπιο τις θέσεις των φυσικών νόμων να αλλάζουν, η όρασή του να γίνεται ακοή και η ακοή τρίτο μάτι. Χρυσός από ψιλά.
Στο πέμπτο μέρος ακούμε τα τελευταία του έργα, ηλεκτρονικά ποιητικά θραύσματα μιας ζωής σπουδαίας και πλούσιας ενός πια ώριμου καλλιτέχνη που ποτέ δεν αρκέστηκε στην αναπαραγωγή ενός στυλ (είναι ύβρις και μόνο να το σκεφτεί κανείς αυτό). Ο Ξενάκης όσο περνούν τα χρόνια δεν καταλαγιάζει. Δεν επαναπαύεται στο γνώριμο και το εύκολο πια για αυτόν. Συνεχίζει να κεντρίζει τον εαυτό του, τον ήχο, τον μύθο και τελικά τον ακροατή με ένα κεντρί που εισχωρεί κάθε φορά και πιο βαθιά για να φτάσει σε τόπους του μυαλού άγνωστους και πιο όμορφους ή πιο τρομερούς. Τα “Late Works” του είναι τα “Τaurhiphanie” (1987-1988), “Voyage Absolu des Unari vers Andromede” (1989), “Gendy 3 (1991) και “S.709 (1992). Ας σταθούμε λίγο στο ‘Gendy 3’. Πρόκειται για ένα έργο πολύ δυναμικό, θα μπορούσα να το πω και εξπρεσιονιστικό. Από την αρχή σε πιάνει από το λαιμό με έναν ήχο σαν σειρήνα που εκπέμπει μια διάσταση κατεπείγοντος. Διάσταση ναι. Διαρρηγνύεται ο υμένας του κόσμου. Σαν συναγερμός για την έλευση μέσα από αυτήν την «πληγή» μιας εξωπραγματικής οντότητας (πολύ Lovecraft διαβάζω). Τελικά μετατρέπεται σε ένα καταιγισμό θορύβου που δεν έχει να ζηλέψει τίποτα από τους καλύτερους νεαρούς θορυβοποιούς συναδέλφους τύπου Merzbow, που έτσι κι αλλιώς οι περισσότεροι πίνουν νερό στο όνομα του Ξενάκη.
Ούτε να φαντασιωθώ δε μπορώ πως ακούγονταν αυτά τα εξωγήινα (ακόμα και σήμερα) πράγματα πριν από 60 χρόνια! Το έργο του Ξενάκη (παρόλο που όλοι τον γνωρίζουν-τουλάχιστον σαν όνομα) ήταν, είναι και θα είναι για πολύ ακόμα, ανοίκειο. Ακόμα και άνθρωποι εντελώς σχετικοί με την μουσική αδυνατούν να το προσεγγίσουν ουσιαστικά και αρκετοί από αυτούς αδυνατούν και να το παραδεχτούν ως σπουδαίο. Εν μέρει δεν φταίνε. Είναι πραγματικά ανοίκειο. Πολλές φορές μιλάμε για «δύσκολη» μουσική αλλά όταν φτάνουμε στον Ξενάκη, όλα τα noise, πειραματικά, περίεργα και δε συμμαζεύεται, ακούγονται σαν μουσική για ασανσέρ. Το ανοίκειο όμως δεν σημαίνει αυτομάτως όχι καλό... εκεί σκοντάφτουν και διάφοροι άλλοι λιγότερο σχετικοί, αρνητές του έργου του Ξενάκη. Η επιφανειακή τους θεώρηση της αισθητικής και της ποιότητας, τους κάνει να απορρίπτουν πολύ συχνά τα πιο δυνατά πράγματα επειδή δεν μοιάζουν με αυτό που έχουν συνηθίσει και δεν τα καταλαβαίνουν (ουσιαστικά δεν καταλαβαίνουν όμως ούτε αυτά που έχουν συνηθίσει).
Το έργο του Ξενάκη παραμένει ακόμα, μια άγνωστη δύναμη. Μια αχρονική παραδοξότητα στον κόσμο της τέχνης. Που αφορά όχι απλά λίγους αλλά όλους. Κι ας μην το καταλαβαίνουν αυτό οι περισσότεροι.