Interpol
Η Αλλαγή, ως έννοια αλλά και ως σύνθημα, είναι μια ιδέα η οποία ηλεκτρίζει και ξεσηκώνει τις μάζες, μια ιδέα (ύπουλα) ταυτισμένη με την πρόοδο έχοντας εγγραφεί στο συλλογικό συνειδητό με μια σαφώς θετική χροιά. Ενίοτε κερδίζει και ...εκλογικές αναμετρήσεις (αν θυμηθούμε την "Αλλαγή" του '81 ή το σύγχρονο "αλλάζουμε ή βουλιάζουμε"). Από την άλλη η στασιμότητα, η συντήρηση, φέρνει ένα σωρό αρνητικούς συνειρμούς. Ακινησία, λιμνάζοντα ύδατα, βάλτος, βάλτε και κουνούπια και η εικόνα γίνεται ιδιαζόντως απωθητική...
Κατά βάθος όμως, ο άνθρωπος είναι εκ φύσεως ένα βαθιά συντηρητικό πλάσμα, το οποίο απεχθάνεται τις αλλαγές και τις καινοτομίες. Κι αν λέει το ρητό "πέτρα που κυλάει δεν χορταριάζει", οι εν λόγω "Κυλιόμενες Πέτρες" είναι εδώ και τριακονταετίας τουλάχιστον εκφραστές της πιο απόλυτης συντήρησης. Η λαϊκή λαλιά είναι πάλι αποκαλυπτική, η δύναμη του κεκτημένου είναι ακατάβλητη, το αξίωμα "ομάδα που κερδίζει δεν αλλάζει" απαραβίαστο, η έλξη προς τη βολή και την παραμονή επί των ...αυγών έχει τη βαρυτική δύναμη μαύρης τρύπας (με την ευκαιρία, έχουν μια πλάκα οι πρόσφατες δημοσκοπήσεις για το μεγάλο ποσοστό ελληνοπαίδων που θέλουν λέει να μεταναστεύσουν, ενώ στην πραγματικότητα αδυνατούν να απομακρυνθούν σε απόσταση ...τάπερ από το σπίτι της μαμάς).
Δεν είναι αφύσικα όλα αυτά, το αντίθετο! Πρόκειται για ένα κατά βάσει βιολογικό φαινόμενο, ευρύτατα παρατηρημένο στον φυσικό κόσμο. Γιατί στην καχυποψία με την οποία αντιμετωπίζει ένα παιδάκι την ανοίκεια παράξενη γεύση της ...μπάμιας, κρύβεται μια εγγεγραμμένη στο DNA άμυνα απέναντι στο Άγνωστο και Νέο, μια μορφή προστασίας του πρωτόγονου ανθρώπου από τους κινδύνους που τον παραμόνευαν εκεί έξω, τα δηλητηριώδη φυτά, τα σαρκοβόρα ζώα, τις ακατανόητες δυνάμεις της φύσης...
Θα μου πείτε, από τον καιρό των τροφοσυλλεκτών το ανθρώπινο γένος έχει "προοδεύσει". Αναμφισβήτητο! (εκτός εάν είστε οικολόγος της πόλης με ...θεωρητικές τάσεις "επιστροφής στη φύση") Ήταν όμως πάντοτε μια μειοψηφία ιδιότροπων, ιδιόρρυθμων, πολλές φορές και "τρελών" κατά τα ειωθότα της κάθε εποχής, εκείνη που τραβούσε την απρόθυμη ανθρωπότητα ένα βήμα παραπέρα (μια εξαιρετική και πολύ αστεία αλληγορία για αυτή την προαιώνια σύγκρουση μπορεί να βρείτε στο εξαιρετικό βιβλίο του Roy Lewis "Γιατί έφαγα τον πατέρα μου" - εκδόσεις Άγρα). Τις περισσότερες φορές με μεγάλο προσωπικό κόστος, με τη ζωή τους να τελειώνει στη θράκα των θρησκευτικών πυρών, σε φρενοκομεία, φυλακές και άλλα ευαγή ιδρύματα της "συντήρησης". Ο νόμος της αδράνειας του Νεύτωνα είναι αμείλικτος... Δεν υπάρχει αλλαγή χωρίς κατανάλωση ενέργειας, χωρίς κόστος, χωρίς θύματα.
Αφήνοντας στην άκρη τις ανθρωπολογικές και ιστορικές παρατηρήσεις, και περνώντας από τα αφηρημένα στα συγκεκριμένα, ας το ξεκαθαρίσουμε εξ αρχής: οι Interpol δεν ανήκουν στην εν λόγω μειοψηφία των τολμηρών. Εξ αρχής δεν ανήκαν άλλωστε, μιας που δύσκολα μπορείς να χαρακτηρίσεις καινοτόμο ένα συγκρότημα το οποίο ακολούθησε πιστά τα χνάρια και δικαίωσε τον ήχο του post-punk της δεκαετίας του 80 και κυρίως του αδικημένου από την ιστορία σχήματος των Chameleons.
Στους δύο πρώτους δίσκους, κατάφεραν αυτή την παράδοση να την μορφοποιήσουν σε μια πλειάδα σφριγηλών και δυναμικών κομματιών, που δίκαια τους ανέδειξαν ως ένα από τα δημοφιλέστερα συγκροτήματα της δεκαετίας των μηδενικών.
Ακολούθησε ένας τρίτος δίσκος που δεν θυμάμαι καν πως τον λένε ("Our love to admire" με τη βοήθεια του διαδικτύου), για να φτάσουμε στο παρόν, στον δίσκο που έχει ως ...ευφάνταστο τίτλο το όνομα τους. Η ζωή μάλιστα κάνει κύκλους και μετά την πολυεθνική τους περιπέτεια, επιστρέφουν στην ανεξάρτητη εταιρεία που τους ανέδειξε. Στη ζωή όμως οι κύκλοι είναι σπείρες, κανένας δεν μπορεί ουσιαστικά να γυρίσει εκεί όπου ξεκίνησε, και κάθε τέτοια επιστροφή κρύβει μέσα της το πικρό κουκούτσι της απογοήτευσης. Μια απογοήτευση έκδηλη στο δίσκο αυτό...
Έτσι στιχουργικά αναγκαζόμαστε να συμπάσχουμε με το αδιέξοδο του καλλιτέχνη που κυνηγάει την επιτυχία και όταν την κατακτά δεν μπορεί να τη διαχειριστεί, αισθάνεται κούφιος, μπερδεμένος, με τα όνειρα του προδομένα και ματαιωμένα, και άλλα τέτοια συγκινητικά. Αλήθεια πόσες φορές τα έχουμε ακούσει αυτά; Από την ύστερη απόγνωση του Mozart μέχρι την επική κατάπτωση του Roger Waters... Το βαρύ τίμημα της δόξας... Αυτός ο homo sapiens δεν είναι ώρες-ώρες ένα σχιζοφρενικό και ανικανοποίητο, άπληστο πλάσμα;
Μουσικά το "Interpol" είναι στυλιζαρισμένα ...Interpol (ας μου επιτραπεί αυτή η ταυτολογία). Απουσιάζουν όμως τα τραγούδια, η έμπνευση, η δυναμική, μετά από πολλαπλές ακροάσεις δεν μένει τίποτε, λίγα μόνο σποραδικά περάσματα, ένα "Barricade" ίσως, άντε κι ένα "Lights". Και παρόλο που ανέκαθεν οι Interpol υπήρξαν ένα συγκρότημα "τραγουδιστικό", όταν η συνταγή αστοχεί και ο ήχος γίνεται επίπεδος, η φωνή του Banks (ο οποίος δεν βάζει γλώσσα μέσα) καταντά απλά εκνευριστική και ναρκισσιστική.
Οι Interpol έχουν εμφανώς πλέον αφήσει πολύ πίσω το δημιουργικό τους απόγειο (ο στιβαρός μπασίστας Carlos Dengler προφανώς το διαισθάνθηκε και ...έκοψε λάσπη). Έχουν πάντως όλα τα εχέγγυα να συνεχίσουν να έχουν επιτυχία στο ...διαλυτήριο πλοίων που λέγεται Ελλάδα.