Χρειάζονται παραμύθια οι σκληροί άντρες;
Ρωτήστε άλλους, δεν είμαι σκληρός. Αλλά μπορώ να φανταστώ αυτή τη βαθιά τρυφερή φωνή να ηρεμεί και τον πιο πετρωμένο ψυχισμό. Πρωτοάκουσα τον Leven σ' εκείνο το δίσκο που έθετε το παραπάνω ερώτημα. Έμεινα. Τι φολκ κατάβαση ήταν αυτή; Όχι όμως με τα αμερικάνικα κλαψουρίσματα που σου μαυρίζουν την ψυχή, αλλά με τον τρόπο που μόνο οι μπαλαντέρ της Κέλτικης / Ιρλανδικής παράδοσης μπορούν. O τύπος έχει πάλι μια τόσο χαρακτηριστική φωνή, τόσο βαθιά που συχνά αντηχεί περισσότερο κι από του Scott Walker στα σόλο του. Δεν είναι λίγες οι φορές που οι ερμηνείες του θυμίζουν το δόσιμο του Van Morrison, εκείνο το χαρακτηριστικό άφεμά του στη μελωδία να τον οδηγήσει εκείνη, ακόμα κι αν χρειαστεί να τρεκλίσει.
Ο Jackie είναι πριν απ' όλα ποιητής. Μπορεί να σου μιλήσει για το πιο κοινό θέμα και να το φτιάξει να ακούγεται (στιχουργικά και μουσικά) σαν ποίημα. Συνάμα μπορεί να καταστρώσει ποιητική μπαλάντα για ασυνήθιστες οπτικές. Ο τύπος μίλησε με την ίδια φυσικότητα για την 'Sexual Loneliness Of Jesus Christ' ή την 'Friendship Between Men And Women' ή πως είναι να είσαι 'Single Father', για να αναφέρω 3 χαρακτηριστικούς τίτλους.
Τραγουδά με ζέση για την μουντή καθημερινότητα και τα εργατικά προβλήματα, μπορεί μετά και υμνεί με ζωγραφικές περιγραφές για ένα όμορφο τοπίο. Υπάρχει κάτι το χαρακτηριστικό στη στάση του : δε γκρινιάζει ούτε παραπονιέται αλλά αποδέχεται τη ζωή, όχι σαν παραίτηση, αλλά με την ωριμότητα ενός σοφού. Προχωρώντας, δίνει πίσω στη folk αυτό που της έκλεψαν οι τελευταίες δυο δεκαετίες : την ποίηση των ποιητών. Η χιλιοταλαιπωρημένη Ρωσίδα Marina Tsvetayeva, ο μάρτυρας σύζυγός της Osip Maldestam, ο υμνητής του πάθους και των αγώνων Pablo Neruda, ο ρομαντικός Rainer Maria Rilke, ο Edith Sitwell κ.ά. ακούγονται να «μιλούν» και πάλι μέσα από τα κομμάτια του. Όλη παραπάνω στρατιά περνάει από εδώ.
Συνοδοιπόροι του πιστοί μουσικοί και δυο χαρακτηριστικές φιγούρες : η σύζυγος και συν-φωνήτρια Deborah Greenwood (κελτικές ραψωδίες χωρίς θηλυκή φωνή γίνονται;) κι ο Βασιλιάς Υμπύ David Thomas που κάποτε έπαιξε μαζί του κι από τότε γίναν κολλητοί και πάντα κάνει τα περάσματά του, είτε με τη φωνή του είτε με το melodeon του. Όλη η ομάδα μεγαλουργεί χωρίς εντάσεις, με αλαφροϊσκιωτες ξωτικομπαλλάντες και γκρίζα gospel blues, με σκωτσέζικη folk και Burt Bacharach / Hal David απλές τρυφερουργίες, με φαζαρισμένες pedal steel και ονειροπόλα μαντολίνα.
Αυτός ο Σκωτσέζος είναι εξαιρετικά αγαπητός στα βρετανικά νησιά αλλά εγκληματικά άγνωστος στην Αμερική, δουλεύει κάπου ανάμεσα σε Ολλανδία και Γερμανία, ξεκίνησε κάποτε με το γκρουπ Doll By Doll, όταν τον άφησε η δικιά του για τον Δαλάι Λάμα τόριξε στα ντραγκς, αλλά άρχισε να συνειδητοποιεί πως το Μυστήριο του Έρωτα είναι Μεγαλύτερο από το Μυστήριο του Θανάτου και έγραψε έναν δίσκο μ' αυτόν ακριβώς τον τίτλο, στην Cooking Vinyl to 1995.
Στην ίδια εταιρεία που δεν εγκατέλειψε ποτέ συνέχισε με τα Forbidden Songs For The Dying West (1995), Defending Ancient Springs (1996), The Argyll Cycle Vol.1 (1996), Fairy Tales for Hard Men (1997), For Peace Comes Dropping Slow (1997), Night Lilies (1999), The Creatures of Light And Darkness (2001), και το Control που είχε βγάλει το 1975 ως John St. Field. Αξιοσημείωτο ότι μέσα σε ενάμισι χρόνο (98-99) έβγαλε και τρία live, δείγμα του πόσο διαφορετικά παίζει σε κάθε συναυλία : Saint Judas : When I Went Out To Kill Myself, Man Bleeds In Glasgow και The Wanderer.