A Hermitage
Ο τρίτος δρόμος για το post-rock περνάει από την Κορέα (την Νότια ε;). Του Κιμ Γιον Λι Κιμ, του Αντώνη Ξαγά δηλαδή
Η ιστορία είναι χιλιοειπωμένη και γνωστή... Ο τόπος μας που είναι κλειστός και απομονωμένος (Άπω Ανατολή δεν μας λένε;), πως για αιώνες στενάζαμε κάτω από τον ζυγό των σκληρών γειτόνων μας, πως κάποτε από τα μέρη μας παραλίγο να ξεκινήσει ο Γ' Παγκόσμιος Πόλεμος, όταν ακόμη δεν είχαν κατακάτσει οι φλόγες από τον Β'. Και μέχρι και σήμερα, με την σχετικά πρόσφατη ανεξαρτησία μας, ζούμε σε τούτη την ανάδελφη γωνιά του κόσμου, περιστοιχισμένοι από προαιώνιες απειλές, όπου όλοι ανεξαιρέτως οι γείτονες μας έχουν υπάρξει (ή και είναι ακόμη) εχθροί μας, η δε εθνική μας ανασφάλεια επιτείνεται και από τον ημίτρελο συγγενή μας στον βορρά, πάνω από τον διαβόητο 38ο παράλληλο, ο οποίος όλο και βάζει το χέρι στο πυρηνικό κουμπί και απειλεί να τα κάνει όλα ρόιδο, πως το λένε εκεί στην μακρινή Ελλάδα, να γίνει "της Κορέας".
Σε αυτό λοιπόν το πλαίσιο είναι ένα χρόνιο ζητούμενο της κοινωνίας μας η αναζήτηση του δικού της στίγματος σε έναν ολοένα και πιο ομογενοποιημένο παγκοσμιοποιημένο κόσμο, όπου τα ζητήματα ταυτότητας γίνονται όλο και πιο φλέγοντα (και κυριολεκτικά ακόμη!). Με ένα σύγχρονο βλέμμα, στραμμένο στις προκλήσεις των καιρών, ένα βλέμμα το οποίο ναι μεν δεν θα είναι ομφαλοσκοπικό αλλά από την άλλη, δεν θα φτάνει και στο αντίθετο άκρο του μιμητισμού (σε βαθμό πιθηκισμού) απεμπολώντας τις ρίζες και την παράδοση μας, μια κορεατικότητα εξωστρεφής μεν αλλά όχι υποτελής. Δείτε πως την έχουν πατήσει οι άσπονδοι γείτονες μας οι Ιάπωνες, και τους έχει βγει το όνομα ότι είναι πρωτομάστορες στην ξεπατικωσούρα-αντιγραφή-διασκευή-εφαρμογή-τελειοποίηση μιας ιδέας, όχι όμως στο να την εμπνευστούν εξ αρχής, κάτι που φαίνεται να ισχύει από την επιστήμη μέχρι και την μουσική. Μία χώρα μάλιστα με μια τόσο μακραίωνη παράδοση. Αλλά πως το έλεγε ο άλλος άσπονδος γείτονας μας, ο αλήστου μνήμης Μάο; Η παράδοση είναι ένας βράχος ο οποίος μπορεί να σε καταπλακώσει, εάν όμως σκαρφαλώσεις επάνω του, τότε μπορείς να κοιτάξεις πιο μακριά.
Μοιραίο και αναπόφευκτο είναι πάντως ότι σε αυτό τον πλημμυρισμένο από άνευ γνώσης πληροφορίες κόσμο, η πρόσληψη του Άλλου να γίνεται μέσα από στερεότυπα και χονδροειδείς γενικεύσεις (και ως γνωστό ΌΛΟΙ όσοι κάνουν γενικεύσεις είναι ανόητοι!). Εδώ ακόμη στη Δύση πιστεύουν ότι τρώμε σκύλους. Κι αν πάμε στην μουσική, το δυτικό αυτί (δυτικό με την καταχρηστική έννοια, οι ΗΠΑ ανατολικά μας δεν είναι από μία άποψη;) μας έχει ταυτίσει με αυτό το κατασκεύασμα που έχει ονομαστεί Κ-Pop. Όπου αφού παλιότερα εισάγαμε τόνους σαχλής πλαστικής δυτικής ποπ τους την επανα-εξαγάγαμε κατ' ουσία με την σάχλα ενισχυμένη, το κιτς τονισμένο, λιγωτική και ζαχαράτη στα όρια του ιατρικού συναγερμού. Σε τέτοιο σημείο δε, ώστε ακόμη και δικές τους ποπ σταρλετίτσες να την μιμούνται (αντι-δάνειο δεν το λένε αυτό στη γλωσσολογία;)
Ευτυχώς όμως υπάρχουν και σχήματα και μουσικοί που σε πείσμα αυτής της χρωματικής και ηχητικής λαίλαπας αποδεικνύουν έμπρακτα και πειστικά ότι η κορεατική μουσική δεν είναι μόνο το ...Gangnam style (διόλου άσχημο κομμάτι παρεμπιπτόντως), και αποτελούν το αντίπαλο της δέος (ακόμη και χρωματικά!). Όπως αυτά εδώ τα τρία παιδιά, οι Ilwoo Lee, Eunyong Sim and Bomi Kim που αποτελούν τους Jambinai. Το σχήμα το οποίο με την τρίτη του αυτή απόπειρα φαίνεται να ανοίγει πλέον τα φτερά του για τα διεθνή ακροατήρια. Και το κάνουν αυτό βάζοντας το δικό τους αισθητικό αποτύπωμα σε ένα είδος με παγιωμένους κώδικες, έως και σε βαθμό ακόμη σκληρού συντηρητισμού.
Για το ποστ-ροκ ο λόγος, ένα νεωτερικό progressive στην ουσία, το οποίο μεσουράνησε στις αρχές κυρίως της δεκαετίας των '00 και σε μεγάλο βαθμό καθορίστηκε αισθητικά από το δίπολο Mogwai-Godspeed. Έκτοτε πολλοί αναζήτησαν τον τρίτο (και τον τέταρτο) δρόμο, και τον βρήκαν είτε σε (post)metal είτε σε έθνικ είτε ακόμη και σε jazz μονοπάτια (όπως δηλαδή συνέβη αντίστοιχα και με το progressive στα 70s). Σε αυτή την γενεαλογία εγγράφονται και οι Jambinai, πολλά ετερόκλητα στοιχεία έχουν βάλει στο γουδί και τα ανακατεύουν στο γουόκ τους, είναι στιγμές που τζαζίζουν με τον τρόπο εκείνης της τζαζ που την λένε ακραία (αν πιστεύετε στις θεωρίες των άκρων στη μουσική), είναι άλλες που ρέπουν προς αυτό το δυσεξήγητο είδος που βαφτίστηκε math rock, είναι ακόμη και στιγμές όπου οι κιθάρες τους σέρνονται σε μια μέταλ sludgy λασπουριά, λίγο πομπώδεις και ορθώνοντας αδιαπέραστα τείχη ήχου. Μέχρι και ραπ φωνητικά επιστρατεύονται. Όταν μάλιστα καταφέρνουν το αρμονικό συγκέρασμα όλων αυτών των στοιχείων προκύπτουν αριστουργήματα, όπως το σχεδόν συγκλονιστικό "The Mountain".
Το ιδιαίτερο όμως χαρακτηριστικό του "A Hermitage" είναι ο τρόπος που μπολιάζουν αυτό το δυτικό μουσικό σώμα με ντόπια ενοφθαλμίσματα, χρησιμοποιώντας μια σειρά από κορεατικά παραδοσιακά όργανα, όπως το haegum (ένα τύπου λαούτο με δοξάρι), το geomungo (σαντουροειδές) και το piri (ένα φλάουτο από μπαμπού). Οι ίδιοι λένε ότι φιλοδοξούν, ενσωματώνοντας με αυτό τον τρόπο ρυθμούς και μελωδίες από τη μουσική παράδοση μας (το "Deus Benedicat Tini" π.χ. είναι ένα παλιό μας στρατιωτικό εμβατήριο) "να επικοινωνήσουν με καθημερινούς ανθρώπους οι οποίοι δεν ακούνε κορεατική παραδοσιακή μουσική", εντός και εκτός συνόρων. Και σε αυτή την προσπάθεια η γλώσσα που χρησιμοποιούν είναι η δική μας, η κορεατική (δίνοντας έτσι και μια έμμεση απάντηση στο παλιό (ψευδο)δίλημμα αγγλόφωνο ή κορεατόφωνο ροκ). Εν τέλει δεν λέγεται ότι η μουσική είναι η γλώσσα όπου συναντούνται όλες οι γλώσσες του μετα-βαβελιανού κόσμου; Και ότι με αυτό τον τρόπο το τοπικό μπορεί να γίνει και διεθνές, και ίσως και κάτι παραπάνω, οικουμενικό. Έστω κι αν προσληφθεί με όρους αξιοπερίεργου εξωτισμού.
Εξίσου οικουμενικό φαίνεται επίσης να είναι ένα γενικότερο αίσθημα οργής. Και στο "A Hermitage" η οργή μοιάζει να είναι το κυρίαρχο αίσθημα. Και εντάξει, στις δυτικές κοινωνίες που έχουν βουλιάξει στην μιζέρια της κρίσης και στον εμφύλιο πόλεμο τους, την καταλαβαίνουμε προφανώς την οργή. Και εντάξει, είναι ίδιον (και μάλιστα υγιές) της νεότητας να οργίζεται με τον κόσμο που της παραδίδουν οι παλαιότεροι. Αλλά συμβαίνει ακόμη και σε εμάς, που στην οικονομία μια χαρά τα πάμε, τόσο που να μας κατατάσσουν στις "ασιατικές τίγρεις" και να δεχόμαστε μετανάστες από τη Δύση (ακόμη και από την μακρινή Ελλάδα της Κόσκο μας έρχονται). Οι ανισότητες και οι παρενέργειες του καπιταλισμού όμως δεν κρύβονται. Ειδάλλως πως είμαστε μια από τις χώρες με το υψηλότερο ποσοστό αυτοκτονιών; Και πως κάποιες μελανές σελίδες της ιστορίας μας πνίγονται στην σιωπή, όπως εκείνο το ναυάγιο το τραγικό, στο Sewol, όπου πνίγηκαν 300 νέα παιδιά και κανένας υπεύθυνος δεν πλήρωσε (και στο οποίο οι Jambinai αφιερώνουν το "They keep silence”). Γιατί εν τέλει δεν είναι μόνο η οικονομία (ηλίθιε).
Το μόνο σίγουρο πάντως είναι ότι έχουν περάσει ανεπιστρεπτί οι εποχές του συγκαταβατικού "καλό για κορεατικό". Δίσκοι σαν και αυτόν, για τον οποίο ήδη γράφονται αποθεωτικές κριτικές στο εξωτερικό (ακόμη και στην Ελλάδα και μάλιστα από στρυφνά και ελιτίστικα σάιτ!), δεν έχουν να ζηλέψουν απολύτως τίποτε από αντίστοιχες κυκλοφορίες του εξωτερικού. Ας ελπίσουμε ότι αυτή η δυναμική άνθησης την οποία έχει αναπτύξει εσχάτως το κορεατικό ροκ θα συνεχιστεί.
Κιμ Γιον Λι Κιμ του Κιμ Λι και της Λι Κιμ
(και για την αντιγραφή)
Αντώνης Ξαγάς