The enormous head of king splendid
Η γενναιοδωρία βλάπτει σοβαρά τη βαθμολογία. Του Αντώνη Ξαγά
"Διάβασε ένα βιβλίο, κάνει καλό" είναι ένα σύνθημα (πληρωμένο μάλιστα με κρατικό διαφημιστικό χρήμα) το οποίο σίγουρα έχετε ακούσει κάπου κάποτε (βέβαια εμένα μου έχει μείνει η προβοκατόρικη απορία αν αυτό ισχύει και όταν το βιβλίο αυτό είναι ο ...Αγών μου του Αδόλφου). Από την άλλη δεν έχω ακούσει ποτέ καμία καμπάνια προβολής του τύπου "άκουσε έναν δίσκο, κάνει καλό", η μουσική αν δεν αφορά Μέγαρα και βιολιά και ακριβές τουαλέτες φαντάζει κάπως υποδεέστερη στο κοινωνικό "κουλτουρόμετρο".
Στη χώρα μας ειδικότερα δεν ήταν λίγες οι φορές όπου οι μουσικοί επιστράτευσαν τη λογοτεχνία και την ποίηση ως ένα δεκανίκι για να προσδώσουν μια καλλιτεχνική (ενίοτε και ...αβάσταχτη) βαρύτητα σε ότι οι ίδιοι φοβόντουσαν ενδόμυχα ως "ελαφρύ" (ή πίστευαν ότι έτσι θα το προσλάβει το κοινό). Μια τάση η οποία οδήγησε και σε αριστουργήματα, κάποια στιγμή όμως έγινε σχεδόν κανόνας και κατέληξε πολλές φορές σε δυσκοίλιες υπερ-φιλολογικές διαστροφές έντεχνης εκζήτησης και ακατανόητης ποιητικής (διότι ως γνωστόν ότι καταλαβαίνεις είναι ...τσιφτετέλι όπως τόνιζε και ο Ηλιόπουλος στο "δόλωμα" Αλίκη στην παλιά ταινία).
Στην πραγματικότητα καμία τέχνη δεν είναι εξ ορισμού ανώτερη από κάποια άλλη και καμία δεν πρέπει κρίνεται ετεροκαθοριζόμενη βάσει ξενογενών σημείων αναφοράς (γι' αυτό και για παράδειγμα θεωρώ ύψιστη ανοησία να κρίνεται ένα κινηματογραφικό έργο σε σχέση με το βιβλίο στο οποίο βασίστηκε το σενάριο). Κάθε δημιούργημα είναι αυθύπαρκτο και αυτόφωτο, η δε συνομιλία μεταξύ των τεχνών είναι πάντοτε επιθυμητή και αν μη τι άλλο εμπλουτιστική για αμφότερα τα ...συμβαλλόμενα μέρη. Αρκεί να είναι ισότιμη και στοχευμένη...
Στο νέο τους δίσκο οι Θεσσαλονικείς Jane Doe ανοίγουν έναν τέτοιο διάλογο, βασίζοντας κάθε του κομμάτι σε ένα διαφορετικό λογοτεχνικό έργο ή κόμικ. Οι επιλογές τους περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων τον (φευ αναπόφευκτο) Τομ Ρόμπινς, τον Τζόζεφ Κόνραντ, τον Μπορίς Βιάν, τον Σελίν, τον Βίλχελμ Ράιχ (κανένας Έλληνας βρε παίδες;) αλλά και δύο κόμικ (τα οποία εμπνέουν τα δύο οργανικά κομμάτια του δίσκου). Στο πλαίσιο του ανωτέρω σκεπτικού λοιπόν, αξίζει να προσεγγίσουμε τον δίσκο χωρίς οποιαδήποτε ευνοϊκή προκατάληψη και με αποκλειστικό κριτήριο και ζητούμενο τη μουσική και το πως αυτή συναρμόζεται (και αν) με τον λόγο.
Θα ομολογήσω για αρχή, ότι για άλλη μία φορά έπεσα θύμα του νόμου της ...γαλοπούλας. Την ξέρετε την ιστορία της ευτυχισμένης γαλοπούλας που την ταΐζουνε και την ποτίζουνε καθημερινά, η οποία ζει ευτυχισμένη και ανέμελη, μέχρι που έρχεται η αποφράς παραμονή των Χριστουγέννων; Κοντολογίς: από το παρελθόν δεν μπορείς (ή δεν δικαιούσαι) να προβλέψεις με αξιοπιστία το μέλλον. Έτσι το ντεμπούτο των Jane Doe "Heaven for dogs" εκείνο το τόσο ...μακρινό πλέον 2007 (στην RunDevilRun τότε) μου είχε ακουστεί ως μια αξιόλογη και αξιοπρεπής προσπάθεια, στην οποία όμως απουσίαζε εκείνη η δημιουργική σπίθα η οποία θα την έκανε να διακριθεί μέσα στον παραγωγικό πληθωρισμό των καιρών. Από τότε όμως τα χρόνια πέρασαν, στο ενδιάμεσο υπήρξαν το σχήμα υπήρξε συναυλιακά δραστήριο, δούλεψε πολύ, και το αποτέλεσμα των κόπων είναι το "The enormous head of king splendid".
Το γενικότερο μουσικό ύφος είναι σαφώς μια πιο ώριμη, τόσο σε επίπεδο ενορχήστρωσης όσο και σε ιδέες, μετεξέλιξη του πρωτόλειου ήχου τους. Τα φέροντα στοιχεία είναι και τώρα οι κιθάρες οι οποίες εμπλουτίζονται και με άλλα έγχορδα, από πιάνο μέχρι και τσέλο, τα οποία βρίσκουν μάλιστα έναν λειτουργικό ρόλο χωρίς να αποτελούν στοιχεία μιας εκβιασμένης διαφορετικότητας (ένα εσχάτως ευρύτατα διαδεδομένο φαινόμενο να σημειώσω). Δεν έχει νόημα να αναζητήσουμε παραπομπές και ηχοσυγγένειες κομμάτι-κομμάτι, θα οδηγηθούμε σε αχρείαστες συγχύσεις, καθώς ο ήχος είναι αρκετά πολυποίκιλος συλλέγοντας στοιχεία από διάφορες πλευρές αυτού που είθισται να αποκαλούμε indie (από την αμερικάνικη φολκ του βάλτου μέχρι το σύγχρονο γκαράζ - όχι, ψυχεδέλεια δεν ανιχνεύεται!).
Το αποτέλεσμα πάντως, παρά την φαινομενική αυτή ετερογένεια δένει ομολογουμένως σε μια ιδιαίτερα συνεκτική δομή. Και μια σημαντική παρατήρηση: δίνεται επαρκής χώρος στη μουσική να αναπνεύσει χωρίς να την καταδυναστεύει ο λόγος, παρόλο που μιλάμε για έναν δίσκο ο οποίος ακριβώς δίνει βάση στον στίχο και τη λογοτεχνικότητα. Ο οποίος στίχος διαβάζεται με ενδιαφέρον (ειδικά εάν γνωρίζεις και το βιβλίο, οπότε μπαίνεις και στο παιχνίδι να ανιχνεύσεις τη γραμμή έμπνευσης), αν και σε πολλά σημεία πάσχει από τη γνωστή αυτή ασάφεια η οποία έχει ταυτιστεί εν γένει με την ποιητική έκφραση (α ρε Καβάφη, πολλοί σε διάβασαν, λίγοι σε κατάλαβαν).
Κατά έναν ...διαλεκτικώς περίεργο τρόπο ο όγκος δουλειάς που υποκρύπτει το "The enormous head..." είναι το μεγάλο πλεονέκτημα αλλά και μειονέκτημα συγχρόνως του δίσκου. Έτσι, όταν υπάρχει στέρεο μελωδικό πάτημα, η στουντιακή δουλειά αποδεικνύεται γόνιμη, χωρίς να υπερβαίνει τα όρια του "overproduced", με τα προστιθέμενα στοιχεία αταξίας, και θορύβου, να αποκτούν νόημα ύπαρξης χωρίς να δρουν υπονομευτικά και επιβαρυντικά. Το λιτό "Killing innocence" (αν και τοποθετημένο σε θέση όπου δεν ξεχωρίζει) είναι ένα καλό τέτοιο δείγμα.
Από την άλλη όμως, το συγκρότημα πέφτει στην τόσο εμφανή (ίσως γι' αυτό και τόσο δύσκολο να αποφευχθεί) παγίδα του "μην πετάξεις τίποτε". Η μεγάλη διάρκεια του δίσκου η οποία υπερβαίνει τη μία ώρα, είναι σύμπτωμα και αιτία μαζί μιας έκδηλης ανισορροπίας. Δίπλα σε εξαιρετικά κομμάτια συναντάμε και πολλές αδύναμες εμπνεύσεις, ασκήσεις ύφους όχι ιδιαίτερα πρωτότυπες, τις οποίες όσο εργατικά και να τις "τραβήξεις" δεν καταλήγουν πουθενά (ενδεικτικό το "Hate song") και τελικά συνεισφέρουν αρνητικά στην αποτίμηση του δίσκου. Θυμάμαι φίλη συγγραφέα να τονίζει ότι το πρώτο βήμα προς την λογοτεχνική ολοκλήρωση είναι η απόκτηση καλής σχέσης με τον ...κάλαθο των αχρήστων. Εύκολο να το λες, δύσκολο να το κάνεις...
Πάντως με βάσει τη βελτίωση που παρουσιάζουν οι Jane Doe μεταξύ των δύο δισκογραφημάτων τους, μπορούμε ίσως να περιμένουμε μια ακόμη καλύτερη μελλοντική πορεία. Εκείνη η γαλοπούλα μόνο μην έχει αντίρρηση....