Δεν ξέρω πόσοι ακούτε ακόμα Kula Shaker. Όλοι όμως τους θυμάστε : βαρύφορτες 60'ς κιθάρες κι ινδικός μυστικισμός, περιτυλιγμένα στις μπριτ ποπ επιταγές του καιρού τους. Περισσότεροι πειραματικοί απ' τους Cast και σίγουρα καλύτεροι γνώστες των '60s απ' τους Oasis. Έβγαλαν το 'Κ' (που, πλάκα πλάκα, ήταν αμέσως μετά το 'Definitely Maybe' στις πωλήσεις το 1996) και το 'Peasants, pigs and animals' (που αν θυμάμαι καλά ηχογραφήθηκε στο σπίτι βάρκα του David Gilmour) και διέλυσαν το 1999 μετά από πεντάχρονη πορεία.
Ο Crispian Mills λοιπόν ξαναβρίσκεται ανάμεσά μας. Με τόση κίνηση, του πήρε τρία χρόνια. Αποδίδει την αργοπορία τους στη δυσκολία εξεύρεσης νέων συνεργατών : "Να τους βρεις για πρώτη φορά είναι αξιοσημείωτο, να βρεις νέους για δεύτερη...". Κι εκεί που περιμέναμε δυσκολότερους ατραπούς και πολυπλοκότερες ανατολίες, οι Jeevas, με όνομα - λεκτική παραπομπή στον ινδικό όρο περί ζωικής δύναμης, έρχονται απλούστεροι στα πάντα. Παράτησαν τα αρχαία σανσκριτικά κείμενα (κι ας συνεχίζουμε εμείς ν' ακούμε το 'Tattva'), με τα οποία μάλιστα συχνά τραγούδησαν τα τρίλεπτα μπριτροκάκια τους αλλά και τις κρυμμένες ή μη αραβουργίες του πρότερου ήχου τους κι έγιναν, λες, ένα άλλο γκρουπ. Απλού συμμετρικού ροκ εντ ρολλ στοουνικών προδιαγραφών.
Όχι ότι οι συνθέσεις τους εδώ δεν προδίδουν λίγο περισσότερο σμίλεμα. Στο 'Virginia' θυμίζουν τις γκρούβυ εισαγωγές των Cornershop μέχρι να μεταμορφωθεί το κομμάτι σε Λουρηντική σάγκα, εποχής 'Transformer'. Tουλάχιστον τέσσερα κομμάτια εδώ κάνουν φανερό πως ο τύπος άκουσε από Small Faces ως Flamin Groovies και άγγιξε περισσότερο τα '70s, αφού σε άλλα τόσα επιλέγουν την κατά 'Big Star' ροκ εντ ρολλ άποψη. Αν προσθέσουμε κι έναν ευχάριστο (βρείτε τον!) υπαινιγμό Undertones και μερικές στιχουργικές αναφορές σε Μπαρεττικά θέματα, αντιλαμβανόμαστε πως ο τύπος ήρθε ακόμα περισσότερο διαβασμένος. Εγώ πάλι που είμαι εύκολος ακροατής ακούω και ξανακούω τα "εύκολα" 'Once Upon A Time In America' και 'Edge Of The World'.
Μμμμμ!