Masada Book 3: The Book Beri'ah
Τι να πει κανείς για αυτό ΤΟ ΠΡΑΜΑ. Καταρχάς ας πει πόσο απολαυστική μουσική περιέχει. Πρόκειται για την τρίτη φουρνιά των συνθέσεων του John Zorn για το "σχέδιο" Masada. Η πρώτη είδε το φως το 1993, όταν ο Zorn ίδρυσε το σχήμα Masada, ένα ξεχωριστό jazz κουαρτέτο για να γίνει το όχημα των συνθέσεων αυτών που συνδύαζαν το klezmer με τη jazz (Σ.τ.Α: η Μασάντα είναι ένας τόπος ιερός για τους Εβραίους, το δικό τους Ζάλογγο κατά μία έννοια, δεν είναι τυχαίο που διάλεξε αυτό το όνομα ο Zorn για να σκαλίσει τον εβραϊσμό και τις ρίζες του). Από κει και πέρα μέσα στα χρόνια που ακολούθησαν, χωρίς σταματημό, ακούσαμε πολλές εκδόσεις με εξ ίσου πολλές διαφορετικές εκδοχές και σχήματα που έπαιξαν αυτoύ του είδους τις συνθέσεις, μέχρι που τελικά φτάνουμε στο 2018 και στο "Book Ber’iah". Μια συλλογή νέων έργων με τον ίδιο προσανατολισμό τα οποία δόθηκαν σε δέκα συν μία μπάντες και καλλιτέχνες, διαλεγμένες και διαλεγμένοι από το τεράστιο σύνταγμα συνεργατών του βελζεβούλη Ζορν, για να τα φέρουν εις πέρας και να τα φορτώσουν ο καθένας με το ιδιαίτερο άρωμά του. Μια απίστευτα μεστή δουλειά. Φαίνεται αυτό από όλες τις απόψεις. Από την παραγωγή, απ' τον ήχο γενικά που είναι άριστος και κυρίως από το εξαιρετικό παίξιμο των σχημάτων που συμμετέχουν.
Ανοίγει την αυλαία η Sofia Rei από την Αργεντινή, σε έναν δίσκο τέτοιας ιδιαίτερης ομορφιάς που είναι όταν τον ακούς (από την πρώτη στιγμή) σα να βλέπεις για πρώτη φορά το πρόσωπο ενός ανθρώπου από αυτούς που νιώθεις ότι θα παίξουν καθοριστικό ρόλο στη ζωή σου. Η Sofia τραγουδάει σαν αηδόνι πάνω στις μελωδίες του Zorn και δένει με τον JC Maillard, ο οποίος τη συνοδεύει τόσο άψογα που τα χάνεις. Είναι και μια παραπάνω από καλή αντιπρόταση στον κόσμο του ντόπιου «εντέχνου» τραγουδιού (θυμίζει αρκετά την Αρβανιτάκη) ο οποίος βαλτώνει σε γενικές γραμμές σε πελάγη δυστυχίας.
Τη σκυτάλη παίρνουν οι Cleric. Πρόκειται για το άλλο άκρο σε σχέση με τη Sofia. Είναι metal, όμως το metal αυτό είναι ένας ιδιότυπος σπηνταρισμένος και άγριος τύπος jazz fusion και όχι απλώς γκαρήδες και γρονθοκόπημα. Ο Zorn έτσι κι αλλιώς είναι γνωστός λάτρης των ακροτήτων στο rock (και πέρα από αυτό). Δε θα ξεχαστεί ποτέ το πρώτο άλμπουμ των Painkiller, δηλαδή ο Zorn, o Bill Laswell και ο Mick Harris, ο ντράμερ που τσίμπησε ο Zorn από τους Napalm Death. Ε, φανταστείτε τους Cleric κάπως σαν πιο προγκρεσιβοποιημένους Napalm Death.
Η Spike Orchestra είναι μια σύγχρονη μεγάλη τζαζ ορχήστρα που συνταιριάζει ουσιαστικά όλη την ιστορία της τζαζ (αφήνοντας να φανούν ψήγματα από την αρχή της ιστορίας, από τις αρχές του 20ού αι. περνώντας από τον Duke Ellington για να καταλήξει στο Frank Zappa και στη free jazz) με το klezmer (τι περίεργο…). Σε συνδυασμό με τη μουσική του Ζορν αυτομάτως παίρνει τη μορφή μιας αρκετά πιο εκτεταμένης από άποψη ενορχήστρωσης, Masada μπάντας που παίζει παπάδες.
Το cd των Julian Lage και Gyan Riley είναι μια σειρά άψογων ορχηστρικών φολκ κομματιών, εννοείται πάλι με klezmer βάση, που όμως αναπτύσσονται με δύο κιθάρες και μου θυμίζουν έντονα τον υπέροχο Tim Sparks που επίσης έχει ασχοληθεί με τις μασαντικές συνθέσεις του Zorn στο παρελθόν.
Shanir Ezra Blumenkranz. Άμα δεν έγραφα αυτό το μόρτικο ηχητικά όνομα θα έσκαγα. Ο Ζορν πρέπει να τον πάει πολύ γιατί είναι ο μόνος που συμμετέχει σε πολλά από τα σχήματα που εμφανίζονται εδώ. Στο δικό του σχήμα, τους Abraxas, παίζει gimbri, ένα έγχορδο από το Μαρόκο, για να βάλει μια exotic πινελιά στο δαιμονισμένο klezmer rock τους.
Και φτάνουμε αισίως στο 6ο άλμπουμ που είναι άλλη μια καλλιτεχνική κατάθεση μεγάλης σπουδαιότητας από τους Klezmerson αυτή τη φορά. Μου είναι αρκετά δύσκολο να περιγράψω τι παίζουν αυτοί οι άνθρωποι. Μια μπάντα από το Μεξικό που συνδέει το klezmer με τους ρυθμούς της πατρίδας της πάνω σε ένα jazz, funk ή και rock βάθρο. Απίστευτη πυκνότητα έχει ο ήχος τους, πολύπλοκος, πολυρυθμικός, υφασμένος με τρομερή δεξιότητα και λεπτομέρεια. Πειραματισμοί που δεν είναι υπερβολικοί (αλλά ούτε και αόρατοι) υπάρχουν για να αναδείξουν τους ρυθμούς ως αντιθέσεις. Έχουμε τελικά ένα έργο πολύ δυνατό που παρόλη την παραξενιά του ως δημιουργικό φιούζιον, σφύζει από λαϊκότητα. Η μουσική αυτή θα ακούγεται από πολλούς.
Carol Emanuel (άρπα), Bill Frisell (κιθάρα), Kenny Wollesen (βιμπράφωνο). Πως είπατε; Βιμπράφωνο; Δηλαδή το ένα από τα ελάχιστα μουσικά όργανα στον κόσμο που χαίρεσαι να το ακούς ακόμα κι αν απλά το ταλαιπωρεί κανείς χωρίς καθόλου να ξέρει να παίζει; Πόσο ωραία ακούγεται λοιπόν όταν δεν πρόκειται περί αυτού; Όπως εδώ προφανώς που είναι δίπλα σε μια άρπα και την ηλεκτρική κιθάρα ενός εκ των σημαντικότερων κιθαριστών αυτή τη στιγμή στον κόσμο.
Παρακάτω περνάμε σε ένα αληθινό σούπερ-γκρουπ, στους Zion 80. Οι Zion 80 είναι παιδί του Jon Madof και είναι ένα σχήμα με κιθάρες, σαξόφωνα, πλήκτρα, τρομπέτα (την οποία παίζει ο πολύς Frank London-ένας από τους καλύτερους σύγχρονους μουσικούς του Klezmer και όχι μόνο), μπάσο και κρουστά. Εδώ η κινητήριος αισθητική είναι το afrobeat που όμως εμπλέκεται με πάθος με τις σύγχρονες παρεκτροπές της τζαζ, τον αυτοσχεδιασμό, το funk και φυσικά το klezmer (πόσες φορές θα εμφανιστεί αυτή η λέξη σε αυτό το κείμενο; -πολλές και έτσι πρέπει). Είναι και η μόνη στιγμή σε όλο το project που εμφανίζεται ο Zorn ως μουσικός σε ένα κομμάτι και εννοείται ότι βάζει την χαρακτηριστική σαξοφωνοστριγγλιά του με τρόπο ο οποίος, ω ναι, θυμίζει πάλι τους Painkiller.
Τα κρουστά του Cyro Baptista από τη Βραζιλία αλλά και η αίσθηση της μουσικής του γενικά, αποπνέουν μια ιδιαίτερη exotica διάθεση. Διαθέτει ο Cyro οπωσδήποτε τη θέρμη και τη δυναμική της βραζιλιάνικης κουλτούρας και παράδοσης αλλά ειδικά στους Banquet of the Spirits, το πιο πρόσφατο σχήμα του, αυτά τα χαρακτηριστικά δεν εκφράζονται ωμά, κοσκινίζονται και δουλεύονται πειθαρχημένα έτσι ώστε να μείνει ο πυρήνας αυτής της πολυχρωματικής θέρμης και να μη χάνεται η λεπτή ψυχή της μουσικής μέσα στη «βαβούρα» αλλά να αναδεικνύεται.
Το κερασάκι στην τούρτα είναι οι Secret Chiefs 3, μια τελείως ακατάτακτη ή και αντιδραστική (με την καλή έννοια) μπάντα που είναι για τα ...πανηγύρια. Παίζουν rock τσιφτετέλια με prog και trance διακλαδώσεις. Ένα ηχητικό λούνα παρκ λαδωμένης εξωστρέφειας. Αυτοί και ο χαλβάς Φαρσάλων αξίζουν σε αυτή τη ζωή.
Μετά το κερασάκι ο δισκογραφικός αυτός κολοσσός κλείνει με το εξτραδάκι. Ο Craig Taborn και ο Vadim Neselovskyi, δύο σπουδαίοι πιανίστες τα δίνουν όλα για να προκύψει μια λυρική πιανιστική μουσική που βασίζεται στις εβραϊκές μελωδίες.
Είναι πολύ μεγάλη χαρά να βλέπεις και να ακούς ότι τελικά ένας μεγάλος μουσικός, σε ότι παγίδες ή αδιέξοδα κι αν βρεθεί, θα έρθει η ώρα που θα ξανακάνει ένα βήμα, ένα ρηστάρτ (πέστε το όπως θέλετε). Εδώ και χρόνια ο Ζορν κουράζει με τις υπερβολικά πολλές εκδόσεις στην Τζάντικ οι οποίες μάλλον είναι ασκήσεις και δοκιμές, πράγματα που εκδίδει μερικές φορές χωρίς λόγο. ΔΕΝ έχουμε εδώ αυτή την περίπτωση επιτέλους. Όπως δεν είναι και ένα έργο που θα τοποθετούσαμε στις world-ethnic θήκες των δισκοπωλείων. Πρόκειται για μια συμπύκνωση όλων των ενδιαφερόντων του John Zorn στην καλύτερη τους εκδοχή εδώ και πολλά χρόνια και που ο πυρήνας της είναι το δημιουργικό fusion. Με αποτέλεσμα μεγαλειώδες. Αν δεν εμφανιστεί κάτι αναπάντεχα εξαιρετικό, είναι ο δίσκος (δίσκοι) της χρονιάς. Δε μου αρέσει καθόλου να βάζω δεκάρια, δεν πιστεύω στο τέλειο, εδώ όμως πραγματικά θα ένιωθα πολύ τσιγκούνης αν δεν έβαζα....