Riceboy sleeps
Το να απαγκιστρωθείς από τη ράχη ενός, κατά γενική ομολογία, επιτυχημένου project και να προσπαθήσεις να κάνεις κάτι που μουσικά δεν στέκεται και στην άλλη άκρη του ουράνιου τόξου, δεν είναι κάτι εύκολο και πολύ μουσικοί υψηλού διαμετρήματος έφαγαν τα μούτρα τους. Πόσο μάλλον, να προσπαθήσεις να απομακρυνθείς από την ιδιαιτερότητα του ήχου των Sigur Ros και να επιχειρήσεις έναν δίσκο που θα μπορούσε να, όμως ναι μεν αλλά...
Για να λύσουμε τους όποιους γρίφους δημιουργήθηκαν στον μικρό πρόλογο αυτού του κειμένου, μιλάμε για "Riceboy Sleeps", την πρώτη ολοκληρωμένη δουλειά του τραγουδιστή (και όχι μόνον) των Sigur Ros, Jonsi Birgisson (μην προσπαθήσετε να το προφέρετε, η γλώσσα σας θα πρέπει να κατευθυνθεί σε επικίνδυνες ατραπούς) και τον Alex Somers, αμερικανό καλλιτέχνη (εκτός από τη μουσική ασχολείται και με visuals) ο οποίος τυγχάνει και σύντροφος του Ισλανδού performer (ελπίζω να μην σοκαρίστηκαν οι φανατικοί οπαδοί).
Οι δυο τους, διάλεξαν να κατευθυνθούν μουσικά, σε δρόμους που οι Sigur Ros έχουν διασχίσει αρκετά χρόνια πριν και μάλιστα με ιδιαιτέρως ευχάριστα αποτελέσματα (και μην πω αριστουργηματικά και καταλάβετε πόσο πολύ μου αρέσουν). Ο Jonsi (γιατί είναι εμφανέστατο πως η πηγή των ιδεών είναι αυτός) επιστρέφει εκεί που γεννήθηκαν τα πρώτα σπέρματα του λυρισμού της μουσικής των Sigur Ros. Οι post ambient (αν είναι δόκιμος ο όρος) μελωδίες που αναπτύσσουν σε αυτό το album, ξυπνάνε μνήμες από τις καλύτερες στιγμές του ( ) αλλά και το πιο πειραματικό "Ba ba ti ki di do", με δύο όμως σημαντικότατες διαφορές. Στο "Riceboy Sleeps" απουσιάζει σχεδόν ολοκληρωτικά η, σήμα κατατεθέν, φωνή του Jonsi. Δεν ξέρω αν το έκανε αρνούμενος να ενδώσει στην επιθυμία πολλών να την ακούσουν σε κάτι που θα έμοιαζε, αναπόφευκτα πια, με καινούργια τραγούδια των Sigur Ros ή αν πίστευε πως απλά δεν θα εξυπηρετούσε τη μουσική, σημασία έχει πως η τελική επιλογή, αψόγως συνειδητή, τον δικαιώνει μιας και είναι το ουσιαστικό στοιχείο που απομακρύνει την δουλειά από ατυχείς συνειρμούς και συγκρίσεις. Το δεύτερο είναι η προσπάθεια να διατηρηθούν χαμηλά οι τόνοι. Έτσι, δεν έχουμε κρουστά, δεν έχουμε επικά έγχορδα και εμβατηριακά ανεβάσματα που οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια σε θυελλώδη ξεσπάσματα. Αντίθετα, μας πλημμυρίζουν οι ήχοι πιάνων, πλήκτρων, χορωδιακές φωνές, ήχοι απόκοσμοι, αιθέριοι, θα έλεγα κινηματογραφικοί αλλά δεν έχω δει πολλές ταινίες τελευταία να κινούνται με τέτοιο αργό (και δεν το λέω με άσχημο τρόπο) ρυθμό.
Πιάνομαι από την τελευταία πρόταση μου και συνεχίζω. Οι Jonsi & Alex δημιούργησαν κάτι πολύ προσωπικό που όμως ανιχνεύει τη δική μας θέληση ως ακροατές να το εξερευνήσουμε. Θέλησαν να πουν κάτι και το έκαναν με τους δικούς τους ρυθμούς, τους δικούς τους ήχους, τη δική τους ερμηνεία για την αναγκαιότητα να δημιουργήσεις. Το "Riceboy Sleeps" είναι ένας πολύ δύσκολος δίσκος. Οι οπαδοί των Sigur Ros ίσως τον χωνέψουν πιο εύκολα αλλά θα τους λείψει το έξτρα όργανο, η φωνή του Jonsi, οι υπόλοιποι (εννοείται εκείνοι που μπορεί να ενδιαφερθούν για να τον ακούσουν) θα πρέπει να προβούν σε περισσότερες της μίας ακρόασης για να αντιληφθούν τη δυναμική του. Προς θεού, δεν λέω πως ο δίσκος είναι αριστουργηματικός και είναι άμπαλοι όσοι δεν τον έχουν ήδη στη δισκοθήκη τους. Θα πω όμως, πως είναι ένας από εκείνούς τους δίσκους, που βγαίνουν όλο και πιο σπάνια πια, που πρέπει να έχεις ένα είδος παιδείας για να τους καταλάβεις. Και φυσικά δεν μιλάω για μόρφωση ή μουσικές γνώσεις...