Δέκα ακριβώς χρόνια μετά την επίσημη έκρηξη του γαλλικού house, το ντουέτο των Justice υπερέβη τα όρια παραδίδοντας εκ νέου τα ηνία του dance rock στα χέρια των remixers, των DJ' s και των λοιπών τυχάρπαστων που ποτέ τους δεν πιάσανε μια κιθάρα στα χέρια τους να νιώσουν και αυτοί την ηδονή της επερχόμενης ηλεκτροπληξίας. Ή έστω μια μπαγκέτα να βγάλουν καμιά φουσκάλα στον αντίχειρα. Μονάχα την πλαστική στις ορμόνες του πρωτόγονου "Never Be Alone Again" να μας είχαν παραδώσει και θα αρκούσε για να τους αποθεώνουμε αιωνίως. Πού το χάνεις, πού το βρίσκεις..., το dance anthem είναι απαραίτητο συστατικό της κατά τα άλλα γραμμικής σου ζωής.
Δεν περίμενα καλό άλμπουμ από τους Justice. Γενικώς δεν περιμένω καλό electro house άλμπουμ από κανένα. Έχουν περάσει ήδη έντεκα χρόνια από το ντεμπούτο των Daft Punk και το εν λόγω είδος στο ενδιάμεσο γνώρισε αλλεπάλληλες απογειώσεις, προσγειώσεις και ενίοτε ατελείωτες πτώσεις. Ήδη με το εναρκτήριο "Genesis" οι Justice ξεκαθαρίζουν ότι ως δημιουργοί υπηρετούν πιστά τις αρχές των ενδόξων προγόνων τους. Στα τέσσερα και κάτι λεπτά της διάρκειάς του αναρωτιέσαι αν στα live σετ τους ο κόσμος χορεύει ή βρίσκει την ευκαιρία για λίγη ξεκούραση, που σε όλους μας λείπει σε αυτούς τους δύσκολους καιρούς.
Πρέπει να περάσουν και λίγα λεπτά από το "Let There Be Light" για να αντιληφθείς ότι το βασικό πρόβλημα εδώ μέσα είναι η μνημειώδης άρνηση για έξωθεν βοήθεια, ήτοι για ανελέητο sampling. Και δεν λέμε να είσαι ο Girl Talk και να χώνεις ό,τι σαχλαμάρα βρεθεί στα χέρια σου, ξεσκόνισε λίγο τη δισκοθήκη σου όμως. Τσάμπα είναι πλέον! Στο "D.A.N.C.E." είναι που αντιλαμβάνεσαι ότι οι Justice σκοπεύουν να σε βάζουν συνέχεια στην κατηφόρα της χορευτικής ιστορίας, να γλιστράς με το ζόρι και ξανά από την αρχή σε ασταμάτητο deja-vu. Κατά κάποιο τρόπο, βέβαια, σηματοδοτούν ούτως και ενός είδους οριστικό τέλος στη γαλλική χορευτική παραγωγή..., καθώς ουδέν το νέο κομίζουν ακόμη και σε τραγούδια όπως το "Walter Of Nazareth", με άκρατη εμμονή στο μεταλλικό beat που τους οδηγεί στα όρια της ενοχλητικής ανατροπής. Υπάρχουν τόσα "βρώμικα" πράγματα εκεί έξω πλέον για να χορέψεις, που οι Justice ρέπουν επικίνδυνα προς το clean & cut.
Το full άλμπουμ των Justice δεν καταφέρνει να είναι εξίσου συναρπαστικό ακόμη και με ένα διεκπεραιωτικό για αυτούς live set σε ένα indie φεστιβάλ, με κόσμο που περιμένει να αποθεώσει οργισμένους κιθαρίστες και νάρκισσους περφόρμερ. Σε ανάλογη κατάσταση στο Primavera, οι Justice μου έδωσαν την εντύπωση των ανατρεπτικών που έχουν καθολική γνώση και έλεγχο πάνω στην ιστορία του χορευτικού ήχου. Στο πλαίσιο της δημιουργικής τους έκρηξης, όμως, ακούγονται σαν πιστοί ακολουθητές των όσων άκουσαν, είδαν, έμαθαν με ελάχιστα περιθώρια παρεκτροπών. Στο "Phantom pt.II" για παράδειγμα, η βασική μελωδία θριαμβολογεί κάπου στη μέση του κομματιού, δεν καταφέρνει να απογειωθεί και λήγει άδοξα σε ένα pseudo-vintage fade out που θα έκανε τον Phil Spector περισσότερο να ξεκαρδιστεί παρά να θυμώσει και να βγάλει το "εργαλείο" από την τσέπη.
Και αφού επιτεύχθηκε ο στόχος των τεσσάρων παραγράφων, να υπενθυμίσω ότι οι Justice και το μήνυμα αυτών δεν έχουν να κάνουν με ανούσιες ορθοροκιστικές αναλύσεις, με επί χάρτου συγκινήσεις και με ιστορικά στοιχεία. Αν περιμένεις ένα απολαυστικό home album, γιατί δεν αγοράζεις καμιά σκονισμένη ηχογράφηση του Nick Drake καλύτερα; Αν έχεις αυτοκίνητο, βάλε το "Cross" να παίζει Σάββατο βράδυ καθώς κινείσαι προς παραλιακή ή αεροδρόμιο. Κι αν κάτι ανάλογο θα σου γράφανε στο Nitro ή στο Cosmopolitan, μερικές φορές τα πράγματα παραμένουν τόσο ικανοποιητικά ανόητα που η γραμμή πλεύσης οφείλει να είναι ισοπεδωτικά κοινή!
Με ανατροπή (ή μήπως όχι;),