Κασετίνα ΙΙ
Ανάπλαση έντεκα ελληνόφωνων πανκ και συναφών τραγουδιών από τρεις ηλεκτρονικούς. Του Πάνου Πανότα
Μένοντας και δημιουργώντας σε Νέα Υόρκη, Βερολίνο και Λονδίνο αντίστοιχα, οι Μαρία Παπαδομανωλάκη (Dalot), Νίκος Γριβάκης (Leaf Loft, Vello Leaf) και Φίλης Ιερόπουλος (Filtig, Χρώματα) στήνουν σε πείσμα των πυξίδων ένα κοινό πρότζεκτ που στις δύο ελεύθερες κυκλοφορίες του, και μόλις με διαφορά μηνών, δείχνει ότι οι συντελεστές του αν και με το άλλοθι της νεαρής ηλικίας μπορούν να αποποιούνται ήρωες και να ξαναδιαβάζουν τη μνήμη. Ή μήπως όχι ακριβώς; Μήπως πιαστήκαμε πάλι στο ευμετάβλητο του "περί όλων αμφιβάλλειν";
Ας το δούμε, επομένως, μ' άλλο μάτι, υπό ένα πρίσμα πιο δομικό. Οι τρεις ενσκήπτουν σε μια περίοδο που χοντρικά κυμαίνεται απ' τα μέσα των eighties σ' αυτά των nineties, αξιώνοντας αυθαίρετα να τους επιτραπεί να δουν τα τραγούδια που διάλεξαν -κι ενόσω μερικά άρχισαν να μυρίζουν ναφθαλίνη-, απ' την αρχή τους, λες και πρωτογράφονται. Ωστόσο, δεν προτιμούν γι' αυτό κάποια απ' τις λέξεις "επανεφεύρεση" ή "επαναγραφή", παρά την πιο ταιριαστή "ανάπλαση". Όταν ακούσεις τι έχουν κάνει, τότε καταλαβαίνεις και το γιατί, αλλά και την εν δυνάμει υπεροχή των επιλογών τους.
Κείνα τα χρόνια οι άνθρωποι πέρναγαν καλά κι αυτό εκδήλωναν - αντιθέτως, σήμερα ζούνε την κατάρρευση, μα το εκφράζουν λιγότερο, ίσως να μην έχουν το κουράγιο. Ξεγνοιασιά κι ευφορία στα εμπορικά χιτάκια του πρώτου τόμου (από Αλέξια, Μιχάλη Ρακιντζή, Θάνο Καλλίρη κ.λπ.), σκληρές υπογραμμίσεις, όπως πάντα, απ' τα hardcore/ punk συγκροτήματα της ίδιας εποχής (Γενιά Του Χάους, Πίσσα & Πούπουλα, Γκούλαγκ κ.λπ.) στον δεύτερο. Κρίνοντας εκ του αποτελέσματος, μα κι ανεμπόδιστα, χρήζει ειδικής μνείας το πόσο κοντά σε ύφος φέρνει η Κασετίνα τα ασύμβατα.
Τούτη η ανάγνωση, εκ θεμελίων καινούργια, είναι ευκαιρίας και ταυτοχρόνως αιρετική, αγοράζοντας μια φορεσιά από γκριζωπά σινθ και σπρώχνοντας τα ορίτζιναλ σε ρόλο άνθεμ των υπογείων. Ειδικά μερικά τρακ, όπως "Το Χαδάκι" σε στίχους και μουσική Σοφίας Βόσσου, το χρειαζόταν αυτό από τότε που γεννήθηκαν. Στο προκείμενο άλμπουμ, δε, "Ο Χορός Της Σιωπής" ακούγεται λες και ξεπήδησε απ' τα παλιά της Λένας Πλάτωνος, το "Μανιφέστο" προσγειώθηκε σε πίστα με προβληματικό φωτισμό, το "Τα Παιδιά, Μόνο..." έφερε σε κοινή ακρόαση την πιο εύσημη, πλην οριακώς αποδεκτή, ερμηνεία του Γιάννη Αναγνωστάτου (Λόλεκ) τραγουδώντας στην ελληνική, οι Αντί δεν έφυγαν ποτέ. Με την Κασετίνα, λοιπόν, δεν τίθεται θέμα επιτυχίας ή αποτυχίας, τις εμπεριέχει αμφότερες κι απλά αλλάζει η δόση της καθεμιάς ανάλογα με το κομμάτι. Αυτό, όμως, είναι και το φυσιολογικό. Έτσι απαιτείτο για να μην πάρουμε στο ποντίκι μας άλλο ένα ξερό tribute ή ακόμη μια μπάντα σαν τους Stereomatic (χωρίς να μας φταίνε).
Ένας γνωστός μού είπε πρόσφατα ότι ένα φύλλο αποστεωμένης εφημερίδας, μια προκήρυξη, μια αφισοκολλημένη διαμαρτυρία μάς εκδικούνται που τ' αφήσαμε να μπαγιατέψουν. Παρόμοιο θέμα, το οποίο δεν το καταλαβαίνεις αμέσως αλλά συνεχίζεις να το επεξεργάζεσαι, έχουν κι οι ενοχικές απολαύσεις: σπανίως σου αποκαλύπτουν στο αμεροληψία έναντι ειδημοσύνης ποια τελικώς είναι το μειονέκτημα. Γιατί; Διότι αυτό που σημαίνει όταν καταπιάνεσαι με το να τις προβάλλεις είναι τελικώς περισσότερο απ' αυτό που συμβαίνει ή μπορεί να συμβεί. Τουτέστιν, αφήνεις την "Κασετίνα II" να παίξει και σχεδόν καφκικά ξεχνάς να ξαναρωτήσεις ωσότου ολοκληρώσει. Το τελευταίο που 'χει νόημα στο ενδιάμεσο είναι να ψάξεις το πόσο απρεπής είναι, ιδίως αν εμπίπτεις από πριν στη συνενοχή για ένα ψηφιακό δίσκο που κατηγοριοποιείται αδίστακτα ως πολιτικός. Η συνέχεια, άνευ λοιπών κωλυμάτων, αφήνεται με κινήσεις τηλεκοντρόλ στο bandcamp.