Keys To The Astral Gates And Mystic Door/Dehumanizing Loneliness/Desolation's Flower
Τρεις δίσκοι που τους συνδέει η μαυρομεταλλική προσέγγιση και η απαισιόδοξη ματιά στο μέλλον του κόσμου. Του Βασίλη Παπαδόπουλου
Το ότι θα έγραφα για black metal δεν μου το είχα. Τι να κάνεις όμως, έρχεται κάποτε η στιγμή. Ξεκίνησε από το YouTube με έναν από εκείνους τους παράξενους συνειρμούς του, που μάλλον είχαν να κάνουν με παλαιότερες αναζητήσεις μου, ψυχεδέλειας περισσότερο, παρά black metal.
Τέλος πάντων, το lοgo των Keys To The Astral Gates And Mystic Doors είναι απλά καταπληκτικό, οπότε το κουμπάκι του play εύκολα πατήθηκε και ένας όμορφος, μαγικός, πλην θεοσκότεινος κόσμος άνοιξε. Όχι ότι παλαιότερα δεν κρατούσαμε ανοικτά τα αυτιά μας σε μπάντες σαν τους Ulver, τους Celtic Frost ή ακόμη και τους προπάτορες του είδους Venom και τους Mayhem μετέπειτα.
Όμως γενικά θεωρούσα το heavy metal και ιδίως τις πλέον ακραίες εκδοχές του, όπως το black metal, ως παρεκτροπή. Μηδενισμός, επιβολή ισχύος, επιδειξιομανία, χαρακτήριζαν αρκετές φορές τις μπάντες του είδους. Πολύ περισσότερο, όταν το black metal συναντήθηκε με σατανιστικές ή νεοναζιστικές εκδοχές, έκαψε εκκλησίες ή έτεινε προς την ανεξέλεγκτη βία. Ταυτόχρονα το είδος ενστερνίστηκε τον μισανθρωπισμό, τις τάσεις αυτοκαταστροφής που επίσης αμαύρωσαν αρκετές φορές νεανικές – εφηβικές ψυχές, οδηγώντας τες στην κοινωνική απομόνωση και το περιθώριο, αν όχι στην αυτοκτονία.
Παρόλα αυτά, είναι παιδιά του ροκ και γι’ αυτό τα αγαπάμε, όσο και αν παρεκτρέπονται.
Νέα παιδιά είναι και όλοι οι καλλιτέχνες του μπουκέτου που επιλέγουμε εδώ.
Οι Keys To The Astral Gates And Mystic Doors, ντουέτο από το Madison του Wisconsin, με μικρή ιστορία στην τοπική metal σκηνή, εμφανίζονται εδώ στο ντεμπούτο τους (προς το παρόν μόνο σε κασέτα και ψηφιακή μορφή). Ηχογραφημένο σαν μέσα σε υπόγειο με ήχο τεχνηέντως μουντό. Ο τραγουδιστής ουρλιάζει μέσα από τα βάθη της ψυχής του, στίχους ακατάληπτους (μάλλον ευτυχώς για την ψυχική μας υγεία), ενώ ο κιθαρίστας – μπασίστας – ντράμερ σολάρει ακατάπαυστα, βαράει τα τύμπανα σαν να μην υπάρχει αύριο, σε ένα αποτέλεσμα ηχητικά μαγικό. Μοιάζει σαν να αναδύεται μέσα από την κόλαση.
Αποτελούν μια κλασική black metal μπάντα, με όλη τη φιλολογία του είδους να τους ακολουθεί, όπως τις χαρακτηριστικές νεκρικές βαφές στο πρόσωπο, και την κυριαρχία του μαύρου και άραχνου, από τα ρούχα που φορούν έως τη μουσική τους. Ας είναι ο θεός (που μάλλον δεν πιστεύουν) μαζί τους. Δεν ξέρουμε κάτι άλλο για αυτούς, πέρα από το logo και τη μουσική τους. Πάντως τα 20 ακριβώς λεπτά του πρώτου τους ντεμπούτου, δείχνουν ότι κατέχουν τα κλειδιά για τις αστρικές πύλες και τις μυστικές πόρτες που αναζητούν.
Από την άλλη ο Decalius (μονοπρόσωπο project του Ισπανόφωνου Braulio Avelar Rodriguez, από το Seattle) ανήκει στο υποείδος του DSBM, δηλαδή του καταθλιπτικού αυτοκτονικού black metal. Παρά το μικρό της ηλικίας του (μόλις 22 ετών), έχει ήδη περισσότερες από τέσσερις κυκλοφορίες στο ενεργητικό του, διαθέσιμες όλες μόνο ηλεκτρονικά. Από τους τίτλους και μόνο («Isolated from life», «Drowned,Rotten and Alone», «Exiled in the dark», «Hated by life itself», «A negative approach to life», «Dehumanizing Loneliness») καταλαβαίνει κανείς ότι είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα του συγκεκριμένου υποείδους. Αν διαβάσει δε και τους στίχους του (αναζητήστε τους στην Encyclopaedia Metallum – Metal Archives, καθώς δεν ακούγονται) θα τρομάξει («Αποκλεισμένος από την ανθρωπότητα», «Μια μίζερη ζωή», «Η μοναξιά είναι όλο ότι έχω», «Η ζωή μου είναι μια ζωή χωρίς αιτία», «Η μίζερη ύπαρξή μου», «Τόσο μόνος» …).
Ευτυχώς είδα από τον Instagram λογαριασμό του project, ότι σταματάει, τουλάχιστον προσωρινά, γιατί αλλιώς, αν πίστευε σε αυτά που τραγουδάει, δεν νομίζω ότι θα την έβγαζε πέρα για πολύ.
Παρόλα αυτά η μουσική του είναι πολύ περισσότερο μελωδική από κάθε black metal συγκρότημα. Ροκ ιστορίες και δρόμοι αναδύονται μέσα από τις μελωδίες του, για να τις διακόψουν τα ουρλιαχτά του. Αν σταθούμε στα δύο τελευταία τραγούδια της τελευταίας κυριολεκτικά κυκλοφορίας του, ίσως να έχει μέλλον σε δρόμους εκτός της black metal σκηνής. Δεν είναι ότι το ευχόμαστε, απλά θα πρέπει να βρει τρόπο για να ζήσει. Αναμένουμε στο μέλλον τη μεταμόρφωσή του. Αν δε, πράγματι, μας έχει ήδη οριστικά αποχαιρετήσει, πριν καλά – καλά ξεκινήσει, θα παραμείνει μια όμορφη, παράδοξα γλυκιά, ανάμνηση.
Οι Ragana τέλος, είναι μάλλον το πιο ώριμο και συνειδητοποιημένο γκρουπ του μπουκέτου που επιλέξαμε. To black metal, εν προκειμένω, δεν είναι ιδεολογία, δεν είναι φιλολογία, είναι όχημα που αναζητεί διεξόδους στα άκρα της μουσικής δημιουργίας. Έχει στοιχεία sludge ή crust, θα πει κάποιος. Πράγματι έτσι είναι, αλλά οι Ragana είναι μέσα στη metal σκηνή. Κάποιες φορές θυμίζουν τη Sylvia Juncosa ή τη Thalia Zedek με τους Come, μπορεί όμως αυτό να είναι, γιατί είναι τόσο λίγες οι γυναίκες στη metal σκηνή (αν και πολύ περισσότερες από παλαιότερα).
Τα δύο κορίτσια που απαρτίζουν το γκρουπ, αρχικά από το Olympia της πολιτείας Washington, ήδη πλέον στο Oakland της Καλιφόρνια, ουρλιάζουν και εναλλάσσονται στην κιθάρα και τα κρουστά, χρησιμοποιώντας τα, όπως κάθε σχήμα του είδους. Όμως, μέσα από την θλίψη, το σκοτάδι, τη νύχτα, βλέπουν φως, βλέπουν λουλούδια. “Desolation’s flower”, ένα λουλούδι που βγαίνει μέσα από την ερήμωση. Έτσι λέγεται η τελευταία κυκλοφορία τους, που κλείνει με το μάλλον θετικό μήνυμα για την πολιτική αντικαπιταλιστική τοποθέτησή τους «We live in the light of the burning world».
Το ντουέτο ξεκίνησε το 2012, με το καταπληκτικό ντεμπούτο «All’s Lost», έχει ήδη κάμποσες προηγούμενες κυκλοφορίες στην πλάτη του, στην αναρχοφεμινιστική AnOutRecordings, συμμετέχει ενεργά στην underground σκηνή της Βορειοδυτικής Αμερικής και δείχνει να έχει μέλλον μπροστά του. Το Pitchfork επιλέγει την τελευταία κυκλοφορία τους στις καλύτερες του έτους.
Ηταν τυχαίο που βρεθήκαμε μπροστά σε τρεις κυκλοφορίες του είδους, από νέα παιδιά; Μήπως δεν υπάρχει μέλλον, δεν υπάρχει ζωή κι έχει δίκιο όλη η black metal φιλολογία που φλερτάρει με την αυτοκαταστροφή; Ουδείς το ξέρει αυτό.
Δείτε όμως, ή καλύτερα ακούστε τις Ragana σε ένα τελευταίο τους live σε ένα πρώην blues bar του Oakland, όπως και κάποια παλαιότερά τους live. Δείχνουν πλέον μεγαλύτερες και προσγειωμένες (μετά μόλις 10 περίπου χρόνια από τότε που ξεκίνησαν), παρότι χρησιμοποιούν πλέον όλα τα κλισέ του είδους (νεκροκεφαλές και σκελετούς σαν ντεκόρ), είναι όμως περισσότερο ώριμες από ποτέ μουσικά. Και πάνω απ΄όλα ζωντανές. Μπορεί να μη ζήσουν το φως του καπιταλισμού που θα καίγεται, τουλάχιστον σύντομα, αλλά ελπίζουμε σε αυτές, όπως και στα άλλα παιδιά του black metal να μας χαρίσουν λίγες στιγμές ευτυχίας από τις μαγικές μουσικές ιεροτελεστίες τους, έστω και μέσα σε βαθύ σκοτάδι.