Για τον Κορεάτη σαξοφωνίστα Kim Jung-Jae έχω ξαναγράψει πριν από λίγο καιρό εδώ στο MiC μιας και είχε έρθει στα Τρίκαλα για μια πολύ ωραία εμφάνιση στη Greenbridge, όπου όχι μόνο τον ακούσαμε αλλά τον γνωρίσαμε κιόλας, μας κέρασε υπέροχα κορεάτικα καυτερά εδέσματα που έφτιαξε μόνος του (όλους όσους είμασταν εκεί) και μετά ήπιαμε και το ποτάκι μας σε μπαρ της πόλης.
Ο λόγος που ξαναμπαίνω στον κόπο να γράψω (πολύ ευχάριστο κόπο όμως) είναι γιατί αντικειμενικά είναι ένας εξαιρετικός μουσικός κάτι που καταλαβαίνεις αμέσως αν ακούσεις με τεντωμένα αυτιά αυτόν εδώ τον δίσκο.
Μιλάμε για ελεύθερο αυτοσχεδιασμό. Το πρώτο και το τελευταίο σύνορο της μουσικής. Πρώτο γιατί έτσι ξεκίνησε η πρώτη απόπειρα μουσικής, χιλιάδες ή και εκατοντάδες χιλιάδες χρόνια πριν και τελευταίο γιατί από κει που άρχισε εκεί και καταλήγει στο τώρα. Είναι πάντα το ίδιο. Τίποτα πιο ουσιαστικά πρωτοποριακό δεν υπάρχει σήμερα στη μουσική από τον ελεύθερο αυτοσχεδιασμό. Το πιο παλιό είναι το πιο καινούριο, αυτό που καταργεί τον χρόνο.
Ο Kim Jung-Jae αποδεικνύει ότι ανήκει στους σοβαρούς εκπροσώπους της παγκόσμιας σκηνής αυτού του πιο παλιού και πιο ζωντανού είδους μουσικής. Στο live στα Τρίκαλα έπαιζε ουσιαστικά μόνος του μουσική μιας και ο «παρτενέρ» του ήταν ο ηθοποιός Βασίλης Νανάκης που ουσιαστικά αυτοσχεδίαζε και αυτός χορεύοντας και βεβαίως έδινε και έπαιρνε αφορμές και εναύσματα.
Κατάλαβα από αυτή την πρώτη επαφή με τη μουσική του ότι ο Kim Jung-Jae έχει αντίληψη ουσιαστική μιας εσωτερικής, σχεδόν θρησκευτικής θα τολμούσα να πω, αφαίρεσης. Ο τρόπος που παίζει είναι zen. Ανοιχτός, δηλαδή χωρίς βαριές αποσκευές τυποποιημένων τεχνικών που όμως φαίνεται να τις γνωρίζει αλλά δεν θέλει να χρησιμοποιεί καταχρηστικά και φυσικά απλός χωρίς περιττολογίες. Ο λόγος του είναι καθαρός και ξάστερος. Ο απλός και κρυστάλλινος λόγος του ήχου. Του ήχου που χτίζει αιωρούμενες κατασκευές, του ήχου που είναι αρχιτεκτονική του άυλου.
Στο «Shamanism», τον δίσκο με τον οποίο ασχολούμαστε εδώ, αυτός ο ήχος παραμένει απλός και αφαιρετικός αλλά πυκνώνει, αποκτά μεγαλύτερη μάζα και ένταση αφού πια ο σαξοφωνίστας δεν είναι μόνος αλλά μέλος ενός κουαρτέτου. Δυο σαξόφωνα και δύο drummers. Όχι συνηθισμένη κατάσταση αλλά συμβαίνουν αυτά και πολλά άλλα ασυνήθιστα στον ελεύθερο αυτοσχεδιασμό όπου όλα είναι δυνατά και πιθανά. Εκτός από το τενόρο του Kim Jung-Jae ακούμε το σοπράνο και άλτο σαξόφωνο του Sunjae Lee και τα τύμπανα του Junyoung Song και του Sunki Kim.
Δεν είναι τυχαίο φυσικά που ο δίσκος λέγεται «Shamanism». Υπάρχει ένα concept που έχει να κάνει με την προσπάθεια να προσεγγίσει το γκρουπ αυτό μέσω του αυθορμητισμού του ήχου του κάτι που να έχει σχέση με την κορεάτικη κουλτούρα και μάλιστα εις βάθος προσεγγίζοντας κάτι πολύ παλιό ή και αρχαίο ή και αρχέγονο. Όμως με τρόπο πολύ ανοιχτό. Δεν είναι η πρόθεση να μοιάζει το αποτέλεσμα με παραδοσιακή κορεάτικη μουσική για παράδειγμα, αλλά να προσεγγιστεί ένας ήχος που να μοιάζει σαν να βγαίνει πέρα από τον άνθρωπο, ένας ήχος που να ομοιάζει με κάτι ζωντανό και αυθύπαρκτο ή και θεϊκό. Σαν το παίξιμο από τον άνθρωπο να είναι ένα ξόρκι, μια επίκληση για να αποκαλυφθεί αυτός ο ζωντανός ήχος-θεός. Μπορεί να ακούγονται υπερβολικά αυτά αλλά έτσι γίνεται με αυτές τις μουσικές όταν οι παίχτες δεν αστειεύονται.
Το «Shamanism» βεβαίως δεν αστειεύεται. Πετυχαίνει τον στόχο του. Είναι ζεν και είναι ηχητικό Tαε Κβον Ντο.




