Ο Κωνσταντίνος Βήτα μου αρέσει. Υπήρξε από τους πρώτους έλληνες που ασχολήθηκαν με την ηλεκτρονική μουσική και κατάφερε να καταξιωθεί και να κερδίσει με το σπαθί του πολύ κόσμο. Επίσης ο τρόπος ζωής του και ο τρόπος γραφής του είναι τόσο καίριος που πολλές φορές τον ευγνωμονείς που λέει αυτά που λεει. Τον θεωρώ ταλαντούχο και πρωτοπόρο και μου αρέσει πολύ, κι ας μην έχω ελπίδες να τον ρίξω (για να καταλάβετε πόσο ανιδιοτελής είναι η αγάπη μου).
Από την άλλη μου αρέσει πολύ ο Μάνος Χατζιδάκις. Για την ακρίβεια, νιώθω δέος στο άκουσμα της μουσικής του.
Έτσι όταν έμαθα ότι ο Κ. Β. θα διασκευάσει Χατζιδάκι πίστεψα με περηφάνεια ότι το αποτέλεσμα θα αποτελέσει μια κορυφαία στιγμή στην ελληνική μουσική, καθώς ένας μεγάλος μοντέρνος έλληνας συνθέτης με όπλο ό,τι πιο σύγχρονο, δηλαδή έναν υπολογιστή, θα δημιουργήσει όχι δικές του μελωδίες π.χ. για clubs, αλλά θα καταπιαστεί και θα διασκευάσει μια Μεγάλη Μουσική με το σεβασμό αλλά και το θράσος-ενός-νεότερου που χρειάζεται. Αυτό περίμενα από τον Κωνσταντίνο Βήτα.
Γιατί εξάλλου, σκέφτηκα, το έργο του Μάνου Χατζιδάκι έχει τόσο εύρος και τόσο πλούτο που δεν είναι δυνατόν να μην δίνει άπειρες μουσικές εναλλακτικές, διαστάσεις και προεκτάσεις σε όποιον επιχειρήσει να πειραματιστεί με αυτό, με συνέπεια να μπορέσει αν το χειριστεί καλά να δημιουργήσει και πάλι ένα αριστούργημα.
Δυστυχώς, ο Κ. Β. έδειξε ότι αυτό δεν το αντιλήφθηκε. Προτίμησε να παίξει με τη μουσική του μεγαλύτερου έλληνα συνθέτη όπως θα έπαιζε ένας μοναχικός έφηβος μπροστά στον υπολογιστή του διασκευάζοντας τα κάλαντα των Χριστουγέννων σε μορφή χιπ-χοπ. Mπιτάκι και χατζιδακικά σαμπλς. Καθόλου έμπνευση. Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο θα μπορούσε να ντύσει οποιαδήποτε άλλη μουσική. Έπρεπε να το κάνει με ο Χατζιδάκι;
Το αποτέλεσμα είναι υπερβολικά στερεο-νοβικό. Ο Χατζιδάκις λείπει από τα περισσότερα κομμάτια. Και είναι διάχυτη η αίσθηση ότι θέλεις να απογυμνωθούν οι συνθέσεις από κάθε ηλεκτρονικό στοιχείο και να απελευθερωθούν επιτέλους οι αιθέριες χατζιδακικές μουσικές για να τις ακούσεις στην αυθεντική τους εκτέλεση. Ακούστε την "Αθανασία", είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα ως προς αυτό.
Καλή στιγμή η "Φτερωτή του Μύλου". Επίσης το αμέσως επόμενο "Love her". Όμως αναρωτιέσαι ποιος ο σκοπός για όλο αυτό... Είναι κομμάτια καλά, αλλά πού θα μπορούσαν να παιχτούν; Και σίγουρα δεν έχουν την δύναμη να αντικαταστήσουν την μυσταγωγία που προκαλεί το άκουσμα του αυθεντικού έργου από το Ματωμένο Γάμο του Λόρκα σε στίχους Γκάτσου ή τoυ "Reflections" ή ακόμη η φωνή της Φλέρυς Νταντωνάκη στο "Μητέρα και Αδελφή" (ονόματα που χρήζουν κατάνυξης) σε σκηνικό μελαγχολικό βράδυ στο σαλόνι, μοιάζουν σαν πειραματισμός μόνο για τον πειραματισμό. Οπότε, γιατί;
Η πρώτη ταπεινή απάντηση που μου έρχεται στο μυαλό είναι ότι ο αγαπητός κατά τα άλλα Κ. θέλησε με τόλμη αλλά και λίγο, λιγάκι αλαζονεία να διασκευάσει Μεγάλη Μουσική, θεωρώντας τον εαυτό του όχι απλά ως ένα μεγάλο καλλιτέχνη (που είναι), αλλά έναν τόσο δυσθεώρητα μεγάλο καλλιτέχνη που δικαιούται χωρίς δεύτερη σκέψη να το κάνει όλο αυτό. Και επειδή όπως προείπαμε τον εκτιμούμε και είμαστε σίγουροι ότι έχει την ίδια και ακόμη μεγαλύτερη πιθανόν ευαισθησία με τους φανς του Χατζιδάκι ώστε να αντιληφθεί το μέγεθος μιας τέτοιας Μεγάλης Μουσικής, δεν καταλαβαίνω πως μπορεί να προχώρησε ελαφρά τη καρδία στην κυκλοφορία του "Transformations".
Είμαστε όμως παρόλα αυτά διαλλακτικοί άνθρωποι. Μπορεί, όπως γίνεται με όλα τα σπουδαία πράγματα, ακόμη κι αν δεν ταιριάζουν στην αισθητική σου, μετά από αρκετές προσεγγίσεις, στην περίπτωσή μας μετά από πολλά ακούσματα, να αλλάξεις τελείως οπτική περί του θέματος. Γι' αυτό παρακαλώ τους απανταχού οπαδούς του Κάπα Βήτα να το σκεφτούν σοβαρά πριν μου στείλουν απειλητικά μηνύματα. Και επίσης, ας ακούσουν πρώτα το δίσκο.