Black Earth
Μακεδόνας ο καλλιτέχνης, ελληνική η εταιρεία, μουσική με τοπικές ρίζες και οικουμενικές επιρροές απλωμένες και στον χώρο και στον χρόνο. Της Ελένης Φουντή
Τον τελευταίο καιρό παρακολουθώ με ενδιαφέρον τη θεσσαλονικιώτικη Defkaz Records, που έχει πάρει φόρα και δυναμική κατεύθυνση στον στίβο της τζαζ και του αυτοσχεδιασμού. Πριν λίγους μήνες έβγαλε το εύφλεκτο “Pray For Your Prey” των Giovanni di Domenico, Gonçalo Almeida, Balázs Pándi και Giotis Damianidis και αυτές τις μέρες κυκλοφορεί νέα δουλειά του Tyshawn Sorey, ενός από τους σημαντικότερους τζαζ δημιουργούς σήμερα. Εύγε.
Ανάμεσα από αυτές τις δύο ηχηρές προτάσεις όμως η Defkaz έριξε σφήνα και μια πιο αθόρυβη αλλά ιντριγκαδόρικη περίπτωση. Τόσο ιντριγκαδόρικη που αρχής γενομένης από το “Black Earth” έκατσα και άκουσα όλη τη δισκογραφία του κυρίου Kristo Rodzevski τελικά.
Τη μέρα νοικοκύρης (διαπιστευμένος ψυχίατρος παρακαλώ), το βράδυ αμαρτωλός (συνθέτει, παίζει κιθάρα και τραγουδάει), ο Rodzevski έχει αρκετά χρόνια που μετανάστευσε από την Βόρεια Μακεδονία στη Νέα Υόρκη, όπου ασκεί αμφότερα τα αντικείμενα. Για την ψυχιατρική θα σας γελάσω, πάντως στο songwriting είναι ευρηματικότατος και μερακλής. Αυτό που με εντυπωσίασε στους δίσκους του είναι η μινιμαλιστική προσέγγισή του στην τραγουδοποιία, βασισμένη σε folk - pop φόρμες, που χωράει και παρεκβάσεις στη bossa nova, στην chamber jazz, ενίοτε στο garage, ή ακόμα και σε punk - blues αλητείες, αλλά χωρίς να γίνεται ποτέ πολύπλοκος ή τεχνικός ο ήχος. Η μουσική υπηρετεί την ευληπτότητα και διαπνέεται από μια διάχυτη μελαγχολία και ευαισθησία. Κάπου εδώ κόβει βόλτες και το φάντασμα του Tim Buckley παρεμπιπτόντως, μέσα στα χρόνια ο Μακεδόνας περπάτησε και σε πιο μποέμ και ροκ δρόμους, κάπου σκλήρυνε το πράγμα, κάπου ξαναμαλάκωσε, πάντως το καλλιτεχνικό στίγμα μοιάζει να επικεντρώνεται στην απλότητα. Απλές λοιπόν, αλλά δυνατές μελωδικές γραμμές και φόρμες.
Εξίσου εντυπωσιακό είναι και ότι σε όλη τη διαδρομή του, ο Rodzevski συνεπικουρείται από το καλύτερο καστ συνεργατών που θα μπορούσε να ζητήσει κανείς. Χωρίς υπερβολή, στους δίσκους του φιγουράρει η αφρόκρεμα του νεοϋορκέζικου improv - experimental και της δυναμικής σκηνής του Σικάγο, καθώς συναντάμε τους Bill Laswell, Mary Halvorson, Tomeka Reid, Kris Davis, Ikue Mori, Ingrid Laubrock, Tomas Fujiwara, Kirk Knuffke, Chris Speed, Nicole Mitchel, Jeff Parker και Ken Vandermark, αλλά και τον Taylor Ho Bynum μεταξύ άλλων. Δράττομαι επίσης της ευκαιρίας να ξαναδηλώσω φαν της Halvorson, ιδίως επειδή έχει αναπτύξει ένα απόλυτα αναγνωρίσιμο και διακεκριμένο προσωπικό κιθαριστικό στυλ, πράγμα σπάνιο στο μουσικό χώρο που κινείται. Κι όμως, επιβεβαιώθηκε κι εδώ. Εγώ τουλάχιστον με το που άκουσα τα χαρακτηριστικά αρπέτζιο (πριν ελέγξω τα ονόματα στα credits) σκέφτηκα ότι ή ο ψυχίατρος είναι τόσο μάγκας που δουλεύει με τη Halvorson ή η Halvorson έχει ήδη μιμητές. Κάθε άλλο παρά έκπληξη ήταν λοιπόν το όνομά της γραμμένο στους συντελεστές και έχει αφήσει τη σφραγίδα της σε κάθε δίσκο του Kristo που έχει συμμετάσχει.
Σε αντιπαραβολή με όλα τα παραπάνω, το “Black Earth” πάντως παρουσιάζει κάποιες ιδιαιτερότητες. Ο Rodzevski φαίνεται να μην διέφυγε του χρυσού κανόνα του εγκλεισμού στην πανδημία που έθεσε τον μισό μουσικό κόσμο σε mode επαναφοράς, πειραματισμού και εσωστρέφειας. Και κάπως έτσι, αντί μιας προβλεπόμενης συνέχειας στον δρόμο της pop - folk λογικής και των ροκ εξάρσεων που ακολουθούσε μέχρι τώρα, βρήκε έναν παλιό ταμπουρά και άρχισε να παίζει παλιά μακεδονικά τραγούδια που ακούγονται σε γάμους, γιορτές κλπ, τα οποία θυμόταν από μικρός μεγαλώνοντας στην Μπίτολα (Μοναστήρι). Στη συνέχεια, σε συνεννόηση με τον Laswell αποφάσισαν να τα ηχογραφήσουν. Ο Laswell ανέλαβε και την παραγωγή.
Το “Black Earth” περιλαμβάνει έντεκα παραδοσιακούς σκοπούς σε ένα ιδεατό σταυροδρόμι της Βόρειας Μακεδονίας με την Αφρική, στυλιστικά προφανώς. Ακούμε αρχαϊκές μελωδίες και ρυθμούς που ιχνηλατούνται στην Αρχαία Ελλάδα, τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, την Οθωμανική Αυτοκρατορία, το Βυζάντιο, μέχρι και την Ινδία όπως διαβάζω στο Δελτίο Τύπου και προϊόντος του χρόνου ενσωματώθηκαν στην τοπική παράδοση σε αφηγήσεις θρύλων, πολέμων, ιστοριών φυλετισμού κ.ά. Τα τραγούδια έχουν αναπάντεχη εξέλιξη και ρυθμικές εναλλαγές, στο οποίο σίγουρα συντελεί η πανσπερμία των πολιτισμικών εισροών. Τα Βαλκάνια ακούγονται πεντακάθαρα, το ίδιο και η Αφρική, ειδικά με τη χρήση των παραδοσιακών κρουστών και εγχόρδων όπως το sintir, ένα είδος λαούτου που απαντάται συχνά στην τελετουργική και θρησκευτική μουσική της Βόρειας Αφρικής.
Ο δίσκος επιχειρεί να μεταδώσει ένα απόσταγμα διαγενεακού συναισθήματος και λαϊκής κουλτούρας και νομίζω πως το πετυχαίνει. Ο Kristo φαίνεται να επικοινωνεί τη βιωματική του σχέση με μια μουσική που του τραγουδούσαν οι παππούδες του στη Βόρεια Μακεδονία όταν ήταν μικρός με γλυκύτητα. Χάρη, δε, στην απλότητα της παραγωγής και τον ευθύ και ανεπιτήδευτο τρόπο που τραγουδάει, αποφεύγει και την παγίδα του μελό. Οι ερμηνείες και οι εκτελέσεις των κομματιών είναι απλές και κομψές και τα φωνητικά μια ωραιότατη αφορμή να αναλογιστεί κανείς ότι μεγάλο προσόν μπορεί να μην είναι μόνο η κλασική καλλιφωνία, αλλά και το προσωπικό τραγούδισμα. Και πράγματι, μια χαρά φωνή έχει ο Rodzevski αλλά σίγουρα δεν περιμένει κανείς να βρει στο CV του βραβείο σε διαγωνισμό τραγουδιού. Όμως τα γλυκόπικρα και ανάλαφρα, λεπτά φωνητικά του είναι αποτελεσματικά γιατί προσδίδουν χάρη και τρυφερότητα.
Ο Kristo παίζει επίσης κιθάρα και ταμπουρά. Στον δίσκο συμμετέχουν ο Bill Laswell στο μπάσο και τα αφρικανικά field recordings, ο Dominic James στην ηλεκτρική κιθάρα (ο οποίος παρουσιάζει αν μη τι άλλο ενδιαφέρον για το ετερόκλητο των συνεργασιών του, από τον αείμνηστο Lee 'Scratch' Perry μέχρι τη Shakira), ο Josh Werner στο μπάσο και ο σπουδαίος Adam Rudolph στο sintir και τα κρουστά. Η εικονογράφηση είναι του ζωγράφου και δικού μας συντάκτη στο MiC Αναστάσιου Μπαμπατζιά. Του έχω ήδη πει πόσο μου άρεσε το artwork και πόσο ταιριάζει εννοιολογικά με το “Black Earth”, το οποίο κυκλοφορεί από τη Defkaz Records σε μία περιποιημένη έκδοση gatefold βινυλίου. Το λέω κι εδώ.
Στον έκτο πια δίσκο του ο Kristo Rodzevski ξεφεύγει από τις στυλιστικές οριοθετήσεις. Δεν είναι jazz τραγουδιστής, ούτε μόνο ένας folk τραγουδοποιός. Ούτε βέβαια pop star. Κι αυτό κάθε άλλο παρά μπορεί να αποδίδεται σε κάποια έλλειψη οράματος. Αντιθέτως, ο Μακεδόνας μοιάζει προσανατολισμένος στην υπηρέτηση της ύψιστης καλλιτεχνικής αρχής· της ελεύθερης έκφρασης της λαϊκότητας και της απλότητας. Είναι μεγάλο προσόν αυτό.