ΩΕΜ και η λαίμαργη αγάπη, οι υποθέσεις του πέμπτου κόσμου
Το άλμπουμ των ΚΤΙΡΙΑ ΤΗ ΝΥΧΤΑ είναι ένα Do It Yourself αριστούργημα, που παρότι κατ' αρχήν φαίνεται να μην έχει κάποια πολιτική/ κοινωνική συνείδηση, που να δικαιολογεί την ένταξη του στην εν λόγω κατηγορία (των DIY, όχι των αριστουργημάτων), τελικά ο πολύχρονα και πολύτροπα βιωματικός χαρακτήρας, του το καθιστά τόσο ουσιαστικά προσωπικό, ώστε να αγγίζει και να ξεπερνάει με όμορφο τρόπο τα όρια του καταδικασμένου σε κοινωνική συνείδηση δημιουργήματος τέχνης.
Όλα τα παραπάνω βέβαια έπρεπε να μπουν ως πρόταση κατακλείδα, αλλά νομίζω θα ήταν άδικο να προτάξω το 'εγώ' έναντι ενός τόσο ξεχωριστού δίσκου. Χώρος για το 'εγώ' υπάρχει και κάπου εδώ άλλωστε...
Θεωρητικά κάθε τραγούδι, κάθε δίσκος που ηχογραφείται και κυκλοφορεί εμπεριέχει κάτι από την ψυχή, την προσπάθεια και την αγωνία του δημιουργού του. Από την Πέγκυ Ζήνα μέχρι τον Vic Chesnutt όλοι κάπως υποφέρουν 'με' και 'για' την τέχνη τους. Άλλοι ελάχιστα, άλλοι θεμιτά και άλλοι δυσβάσταχτα. Όταν έρχεται η ώρα της 'κριτικής/ παρουσίασης/ όπως θέλετε πείτε το' αυτού του 'έργου' πάντοτε λανθάνει το ορθό της άποψης, που θέλει οποιονδήποτε τρίτο να μην έχει κανένα δικαίωμα να κρίνει και να σχολιάσει επί του αποτελέσματος. Διότι, κατά την άποψη αυτή, η προσπάθεια και η αγωνία υπερτερούν του αποτελέσματος. Η άποψη αυτή ασφαλώς και δεν είναι η σωστή, κυρίως γιατί η αλήθεια είναι ότι όλα τα τραγούδια και όλοι οι δίσκοι δεν είναι τελικά προϊόντα αγωνίας. Κοινώς, η Πέγκυ Ζήνα δεν υποφέρει (μόνο η Βανδή το κάνει).
Ας πάρουμε τώρα ως σενάριο εργασίας τραγούδια, ηχητικές ασκήσεις, φόρμες και προσπάθειες τεχνικής αποτύπωσης που γυρνάνε στο μυαλό του δημιουργού, που πραγματικά αγωνιά και υποφέρει, για πολλά χρόνια. Τουλάχιστον δέκα. Που έχουν περάσει από εκατοντάδες διαφορετικές μορφές για να καταλήξουν στην ορθή. Ή στην φαινομενικά ορθή. Καταστάσεις που εντυπώθηκαν και ως τέτοιες έγιναν στίχος. Και παιδεύτηκε το πράμα ώσπου να τις συνοδεύσει ο κατάλληλος ήχος. Γενικά θέλω να σου πω ό,τι υπάρχει τόσο πολύ παίδεμα, έχει δοθεί τόση 'ψυχή' και ταυτόχρονα έχει γίνει τόση προσπάθεια και μέσα από τη χρόνια ενασχόληση έχει αποκτηθεί τόση γνώση, ώστε ο οποιοσδήποτε τυχόν έρθει και την αμφισβητήσει ή ακόμη χειρότερα έρθει και την αρνηθεί, την κατακρεουργήσει και την απορρίψει, πρώτος ο ίδιος θα βρεθεί σε δύσκολη θέση.
Τελικά, θέλω να σου πω ότι με όλα αυτά που μπορείς να διαβάσεις γύρω από το πώς και γιατί ηχογραφήθηκε τελικά κάπου στα τέλη του 2006 και κυκλοφόρησε οριστικά κάπου στις αρχές του 2010 το άλμπουμ των ΚΤΙΡΙΑ ΤΗ ΝΥΧΤΑ, θα βρεθείς σε πολύ δύσκολη θέση αν τελικά πρόκειται για μία μαλακία και μισή.
Προς στιγμήν, βρέθηκα σε αυτή τη θέση και δεν βλέπω το λόγο για να το κρύψω. Πριν ακούσω το άλμπουμ και έχοντας ακούσει σκόρπια τραγούδια μόνο, είτε στο My Space , είτε ανεβασμένα στο blog του δημιουργού. Από ακόμη πιο σκόρπια ηχεία υπολογιστή γραφείου, σε ακόμη πιο σκόρπιες συνθήκες του μυαλού και της εν γένει προσοχή μου απέναντι στη μουσική την ώρα που τα άκουγα. Μια μαλακία και μισή... έβγαλα την ετυμηγορία (όχι πρόχειρη ίσως, έγιναν πολλές τέτοιες σκόρπιες ακροάσεις) και αποφάσισα να μην πάω στο Knot Gallery, όπου εμφανίστηκαν τα Κτίρια Τη Νύχτα, μαζί με τον Άγγελο Κυρίου (μου έκανε και πολύ... art η όλη φάση και δεν είμαι τέτοιος τύπος, είμαι κάφρος εν γένει).
Από διαστροφή χρόνων όμως αν τον βρω τον δίσκο μπροστά μου τον αρπάζω και δεν τον αφήνω να προσπεράσει, οπότε φεύγοντας από το Vinyl Microstore είχα μαζί μου ένα (δύο για την ακρίβεια, προσέχω και τους φίλους μου) αντίτυπο του CD, το οποίο ομολογώ αγόρασα περισσότερο για το collector's item του πράγματος και έχοντας κατά νου να χαζοχαίρομαι σε καμιά δεκαπενταριά χρόνια που θα είναι μέρος της δισκοθήκης μου, έστω και χωρίς να το έχω ακούσει ποτέ.
Μερικά ποτά και κάποιες λιγότερες ακροάσεις αργότερα, το άλμπουμ κόντεψε να με κάνει να αρνηθώ και σε εμένα τον ίδιο τις σκέψεις περί μαλακίας και μισής. Και καθότι μέχρι σήμερα τουλάχιστον δεν είμαι γυναίκα, δεν το κατάφερε κυρίως λόγω της -κατά τα λοιπά υπέροχης αφαιρετικά ποιητικής- στιχουργικής του αρετής, αλλά κυρίως λόγω του τρόπου με τον οποίο εμπεριέχει μέσα του όλη τη μουσική την οποία έχουμε ακούσει όσοι είμαστε σήμερα λίγο πάνω από τα 30... και έχουμε περάσει τουλάχιστον τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια της ζωής μας ακούγοντας μεταξύ άλλων συστηματικά ό,τι μουσική έχει κυκλοφορήσει σε μία ευρύτατη ποικιλία ειδών και συναισθηματικών κατηγοριών.
Ένα άλμπουμ λοιπόν που αποτελεί αποτέλεσμα δεκαετούς και βάλε παιδέματος, θα μπορούσε απλά να είναι κουρασμένο και εν συγχύσει. Αλλά θα μπορούσε να είναι και άνευ ετέρου επιτομή όλης της μουσικής που έχει υπάρξει σε όλα αυτά τα χρόνια. Που ασφαλώς θα περιλαμβάνει κατ' αναλογία και μουσική παρελθόντων ετών, καθότι η μουσική πάντα αναφέρεται πίσω. Και όσοι τυχόν έχουν βγάλει... νύχτα τη Νομική, θα γνωρίζουν ότι οι Επιτομές, όταν είναι καλά φτιαγμένες, είναι ευλογημένο πράγμα. Όχι μόνο για να περνάς μαθήματα τελικά, αλλά και για να μην προσπερνάς τη μουσική που κάποτε αγάπησες και ύστερα ξέχασες.
Οι 'Μέρες του '94' είναι ακριβώς η ελληνική pop των mid 90s, που ενώ άγγιξε το ζενίθ του 'ευάκουστου/ποιοτικού/ ραδιοφωνικού' σχεδόν όπως το κατάφεραν και οι Lightning Seeds, τελικά ισοπεδώθηκε από το άγριο ξέσπασμα του ελληνικού ροκ και αναγκάστηκε να εξαφανιστεί (για να επανέλθει κάπου στις μέρες του 2004). Οι 'Καπνοί' είνα μια βιαστική ανάγνωση στον Tom Waits, που τελικά μόνο βιαστικές αναγνώσεις του αξίζουν για να μην ξεγελαστείς από αυτόν. Η 'Λαίμαργη Αγάπη' είναι οι Στέρεο Νόβα στο σημείο που θα έπρεπε να έχουν σταματήσει για να είναι σήμερα η αίγλη τους ανάλογη των Eyeless In Gaza και όχι των Pet Shop Boys. To 'Αχρονο στενό' είναι η 'Λαίμαργη Αγάπη' με τη θέση των Eyeless In Gaza να την παίρνουν τα προσωπικά άλμπουμ του Martyn Bates. Κάπου στην αρχή η 'Νυχτερινή Αναμονή' είναι η άποψη περί των Deus κάποιου που μόλις έχει γυρίσει από συναυλία των Neubauten, χωρίς όμως προηγουμένως να είχε ακούσει κάτι από τους τελευταίους. Και με αυτό τον τρόπο, που ασφαλώς για τον καθένα είναι διαφορετικός και έχει αναφορές σε παραλλαγές, ολόκληρος ο δίσκος και κάθε τραγούδι ξεχωριστά είναι κάτι το διαφορετικό.
Ο Παναγιώτης Μένεγος σε μια πολύ εύστοχη και καυστική ανάλυση του περί της ελληνικής indie σκηνής της δεκαετίας που πέρασε στο τελευταίο τεύχος του Sonik, λέει πως για να βρεις την πραγματική βαθμολογική αξία των εγχώριων εναλλακτικών/ indie δίσκων δεν έχεις παρά να αφαιρέσεις δύο βαθμούς από αυτό που δίνουν ορισμένοι συνήθεις ύποπτοι. Δεν είναι λοιπόν να δημιουργούμε τίποτε υποψίες ότι δήθεν αυτός εδώ ο δίσκος αξίζει ένα φτωχό και μόνο 7,5άρι..., παρότι η τακτική που περιγράφει ο Μένεγος έχει ισχυρή αιτιολογία για να την στηρίξεις έναντι των κατηγορών (αν όντως λέει αλήθεια, βέβαια).
Αν επιμένετε σε ατυχείς παρομοιώσεις οι 'Υποθέσεις του Πέμπτου Κόσμου' είναι η αναθεωρημένη από μία νεότερη γενιά Ζωή των Lost Bodies, κατά τη διεργασία της οποίας η ανάγκη να καλυφθεί ένα φαινομενικά δυσβάσταχτο συναισθηματικό υπόστρωμα, από ένα ανεπανάληπτο χιούμορ σε μορφή καλώς εννοούμενης πλάκας με φιλοσοφικό υπόβαθρο, θεωρήθηκε απολύτως περιττή και αφέθηκε κάπου σε μια άκρη. Έχω την αίσθηση όμως ότι ίσως κάποτε να εμφανιστεί στις επόμενες δημιουργίες των Κτίρια Τη Νύχτα.
Υ.γ : είναι Ο Κτίρια Τη Νύχτα ασφαλώς, αλλά εγώ ούτως ή άλλως αρέσκομαι στον πληθυντικό επί και των μοναχικών δημιουργών, όπως και ο εν λόγω δημιουργός, κατά πως δηλώνει.
Υ.γ 2.: θα μπορούσε να είναι και τα Κτίρια Τη Νύκτα, κατά τας γραφάς...