24 Beats (July ΄11)
Έλληνας μουσικός, αμερικάνικο label, made in Italy. Του Πάνου Πανότα
Ορίστε και κάτι που δεν συζητάμε συχνά κι ο Larry Gus έρχεται εκ νέου να το φρεσκάρει για μας: Τι είναι αυτό που ενδιαφέρει πιο πολύ στο πώς κάνουμε μουσική σήμερα;
Ξαναθέτοντας ταυτοχρόνως και τα περί του τρόπου, δηλαδή το να χρησιμοποιούνται ως υλικά παλιοί δίσκοι, κάρτες κι ήχοι από cd-rom βιβλιοθήκες για ρακ, μα κι ηχοσυστήματα και προγράμματα κομπιούτερ αντί φυσικών οργάνων. Πάνω-κάτω το ίδιο έχουν κάνει τόσο ο Blend, όσο κι ο GDaddie, γι' αυτό ίσως η επανάληψη να μοιάζει χωρίς κατεύθυνση. Δεν είναι όμως καθόλου έτσι.
Στα αλλοδαπά σάιτ του σιναφιού μας ήδη η μουσική του Παναγιώτη Μελίδη μπαίνει κάτω απ' το genre του "instrumental hip-hop". Ο παρών δεύτερος "δίσκος" του, απ' τους πιο αναμενόμενους από Έλληνα για φέτος, ελέω του πρότερου hype, μάς έρχεται εισαγόμενος και ψηφιακός. Τον αποκτάς ακολουθώντας απλές οδηγίες: λινκάρεις στη σελίδα της Waaga Records στο facebook (έδρα της το Σακραμέντο), κάνεις υποχρεωτικά "like" για να σου εμφανιστούν όταν τα κλικάρεις τα downloads (κάπου αριστερά), τον επιλέγεις και σε ελάχιστη ώρα τον έχεις φορτωμένο στον σκληρό σου. Μετά, επειδή παθαίνεις με τις έτσι θέλω υποχρεωτικές μαλακίες των Αμερικανών, τον δίνεις άνευ "like" σ' όσους γνωρίζεις να θέλουν.
Ανοίγοντας το αρχείο jpeg με το οπισθόφυλλο του δίσκου και τρέχοντας η ματιά στα κρέντιτ, μπαίνεις, εφόσον τα καταφέρνεις, και στα μυστικά του. Όχι τόσο στο ότι ηχογραφήθηκε στο Μιλάνο (πέρυσι τον Ιούλιο), δεν έχεις κάτι με τον τόπο κι ο Larry Gus περιδιαβαίνει ως γνωστόν σε ξένα μέρη, όσο στα Numark PT-01 και Roland SP-404 που αναφέρει ως εργαλεία του. Είναι η στιγμή που συνειδητοποιείται και το πόσο έχει δουλέψει ο Μελίδης γι' αυτά τα μόλις 26' μουσικής πάνω στη μαστορική μ' ένα φορητό πικάπ κι ένα ματζόβολο σάμπλερ. Ειδικά το τελευταίο αποτελεί μια περί πολλού επιλογή είτε για λάιβ ντιτζέινγκ, είτε για όποτε χρειάζονται πάντς για τριγκάρισμα και διάφορα εφέ (όπως εδώ), αφήνοντας κατά μέρος τα πάρα πολύ σύνθετα πάτερν, δεν μιλάμε για γκρουβμπόξ έτσι κι αλλιώς. Και βεβαίως συνεχίζει να (απο)λαμβάνει την ύψιστη υπεράσπιση απ' τον πρόγονό του στο "Donuts" του J Dilla, το χρώμα του οποίου αρκεί για να κρατήσει ένα μύθο γυαλιστερό σαν να 'ταν χθεσινός.
Ο Larry Gus είναι λοιπόν μπιταδόρος. Τέρμα. Το να ξυπνάει το πρωί φτιάχνοντας πρώτα μερικά σκασίματα παρά καφέ ακούγεται ως το πιο φυσιολογικό πράγμα στον κόσμο (του). Επομένως, ο βασικός τίτλος, "24 Beats", είναι κι απόλυτα δηλωτικός ως προς την ουσία του άλμπουμ του: εικοσιτέσσερα τρακ που διαρκούν από 29 δεύτερα και πάνω, αγγίζοντας το φράγμα των 2 λεπτών μια φορά. Θέλει ταλέντο ώστε να μπαίνεις με τόση χάρη σ' ένα λαβύρινθο από επίκτητα κλισέ αλλά στο τέλος τα κομμάτια που θα φτιάξεις ν' ακούγονται όσο το δυνατόν πιο πολύ γι' αυτό που πραγματικά είναι κι όχι για κείνο που (παραέξω) σημαίνουν. Έστω κι αν μερικές φορές οι ιδέες σ' αυτά είναι περισσότερο ενδιαφέρουσες απ' το αποτέλεσμα καθαυτό, έστω κι αν τα ριπράιζ και -λιούντς δεν προσθέτουν κάποια αξία. Συνολικά το αποτέλεσμα πετυχαίνει και τρακ όπως τα "Giardini Pubblici", "Miles And Flora", "Patient Boy" είναι εξαιρετικά κι ας φαίνεται ν' αποσύρονται ακριβώς τότε που αρχίζεις να τα νιώθεις ως αναγκαία.
Φτάνοντας στη μέση του ο πρώτος μήνας του '12, το διαδίκτυο φρόντισε και μας έδωσε με διαφορά ημερών την αρχική συγκομιδή του έτους σε σπουδαίες ελληνικές κυκλοφορίες (αναφέρομαι και στα άλμπουμ του The Linear-A Experiment). Η κοινή εφαπτομένη αυτών βρίσκεται στη διάδρασή τους, καθότι δουλειές που 'χουν βγει από μυαλά ιδιοφυή. Τα οποία θέλουν να απαιτούν, να αμφισβητούν κι έχουν πιθανόν για μοναδική τους συντροφιά στο παιχνίδι με τα τεχνολογικά κυτία τη συνύφανση σε μια γραφή που ακολουθώντας πιστά τη φύση της την αφήνουν ανοιχτή. Ευτυχώς. Θα 'ναι ευκολότερο να ψαχθούν και σ' άλλους δρόμους όταν έρθει ο καιρός. Και του Larry Gus σαν να 'χει πλησιάσει πολύ κοντά εκείνη η ώρα που ο κύκλος του "Stitches" θα κλείσει.