H πρώτη κασέτα των Last Drive που άκουσα πρέπει να ήταν το "F*head Entropy" ή το "Heatwave". Δεν μπορώ να θυμηθώ, καθώς τα άκουσα με διαφορά μίας, άντε δύο εβδομάδων. Ήταν μία πολύ καλή φίλη, εκεί στην πρώτη τάξη του λυκείου, που άρχισε να μου γράφει κασέτες με υλικό από την ως τότε τελείως άγνωστη για μένα αγγλόφωνη ελληνική σκηνή. Cosmic Teds, Rockin' Bones, Honeydive, Nightstalker, Blackmail, Make Believe, Deus X Machina, η θρυλική "υποσυλλογή" Subcollection vol. I... Το συγκρότημα το οποίο αμέσως έμελλε να γίνει η απόλυτη αδυναμία μου (τουλάχιστον μέχρις ότου άκουσα τα 2 πρώτα albums των Sonic Youth...) δεν ήταν άλλο από τους Drive.
Βέβαια, όταν τους ανακάλυψα ήταν ήδη παρελθόν: το μόνο που μπορούσα να κάνω ήταν αφενός να ξεκοκαλίσω τάχιστα τη δισκογραφία τους και αφετέρου να αρχίσω να ακολουθώ σε παλαιοπωλεία, σε βιβλιοπωλεία και σε δισκάδικα με μεταχειρισμένα τα ίχνη όλης αυτής τη σκηνής, αυτής τη γενιάς, αν θέλετε, που εμφανίστηκε εκεί στα μέσα του '80, αρχές του '90, και που στα μάτια μου έμοιαζε μπερδεμένη, αλλά παράλληλα πολύ ζωντανή και δημιουργική. Γιατί δεν ήταν μόνο η μουσική. Ήταν και τα fanzines, όπως το The Thing, ο Γολγοθάς, το Roller Coaster και το Fractal Press, ή πιο παλιά το Merlin's Music Box (δυστυχώς ποτέ δεν μπόρεσα να βρω τεύχη από τις Σκιές του Β'23 ή του σαλονικιώτικου Rollin Under), ήταν και οι εκδόσεις βιβλίων και εφημερίδων του, ας τον πούμε γενικά, αντιεξουσιαστικού χώρου, ήταν και οι απεργίες και οι πορείες των φοιτητών, των μαθητών και οι άλλοι προλεταριακοί αγώνες της περιόδου. Ήταν όλα αυτά, το καθένα ξεχωριστά και όλα μαζί, που συνέθεταν έναν κόσμο τελείως διαφορετικό από τα ερεθίσματα που κινητοποιούσαν το μικρόκοσμο του σχολείου και της γειτονιάς.
Οι Last Drive είχαν ήδη ένα σωρό live εμφανίσεις στην πλάτη τους καθώς και μία κυκλοφορία στο ενεργητικό τους (το ep "Midnight Hop" που κυκλοφόρησε η Art Nouveau), πριν παρουσιάσουν την πρώτη τους ολοκληρωμένη δουλειά, το "Underworld Shakedown", ένα album που θα φανέρωνε την αγάπη τους για τις 60s garage μπάντες, το rockabilly και την "trash" αισθητική. O δίσκος ξεκινάει με τρία δικά τους κομμάτια, το instrumental "Me 'N My Wings", το "Valley of Death" και το ξέφρενο "Poison". Στη συνέχεια, οι Drive παρουσιάζουν τη δική τους εκδοχή της πολυδιασκευασμένης "Misirlou", που πρωτοπαίχτηκε από το Νίκο Πατρινό και τη κομπανία του το 1927, και στη συνέχεια μετατράπηκε σε instro-surf ύμνο από τον Dick Dale το 1962. Και για να μην ξεχνιόμαστε, οι Drive προχωρούν σε αυτή τη διασκευή κάπου δέκα χρόνια πριν το κομμάτι ξαναγίνει super hit χάρη στο "Pulp Fiction". Η πρώτη πλευρά ολοκληρώνεται με το ιλιγγιώδες "The Fire Inside" και με μια επτάλεπτη (!) διασκευή του κλασικού "Blue Moon" των Rogers και Hart, οι οποίοι, παρεμπιπτόντως, το προόριζαν για μπαλάντα. Πού να 'ξεραν...
Η δεύτερη πλευρά ξεκινά με το τίγκα στην παραμόρφωση "Sidewalk Stroll" και το "The Shade of Fever" με το εθιστικό ρεφρέν και τις κοφτές κιθάρες. Ακολουθούν δύο διασκευές: μία στο "Every Night" των Human Expression, γεμάτη εσωτερική ένταση που σε τυλίγει σιγά-σιγά, και μία στο "The Night of the Phantom" των Larry & The Blue Notes. Και ενώ η αυθεντική εκτέλεση είναι σκοτεινή και μουντή, στη διασκευή τους οι Drive ανεβάζουν την ένταση και δίνουν μία πιο "βρώμικη" κι εξωστρεφή εκδοχή (αν και για να πω την αλήθεια, προτιμώ το ριφάκι της δεύτερης κιθάρας που χρησιμοποιούν οι Larry & The Blue από το αντίστοιχο των Drive). Το άλμπουμ κλείνει με το φασαριόζικο "Repulsion", το κομμάτι που εμπνεύστηκαν από την ομώνυμη ταινία του Roman Polanski, την πρώτη ταινία που έδειξε τη συναισθηματική και ψυχολογική κατάρρευση μέσα από τα μάτια της ίδιας της πρωταγωνίστριας, της Catherine Deneuve εν προκειμένω. Δεν είναι τυχαίο ότι το όνομα της τελευταίας μνημονεύεται και στις ευχαριστίες του άλμπουμ, όπως και αυτό του James Cagney, του πρωταγωνιστή του "White Heat", στον οποίο είναι και αφιερωμένος ο δίσκος (δείτε τη σκηνή με τον Cagney σκαρφαλωμένο στις δεξαμενές καυσίμων με τους ομοσπονδιακούς μπάτσους να τον έχουν περικυκλώσει, για να καταλάβετε γιατί).
Αν θέλαμε να είμαστε ακριβοδίκαιοι, θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για τις ελλείψεις στην παραγωγή, για τα υποτυπώδη ντραμς, ίσως και για κάποια σημεία της ερμηνείας του Αλέξη, αλλά, νομίζω ότι θα χάναμε την ουσία. Το "Underworld Shakedown" είχε κομμάτια ικανά να μπουν μες στο πετσί σου και να σε κάνουν να ιδρώσεις. Είχε στιλ, μουσικές (και όχι μόνο) εμμονές (το οπισθόφυλλο όπου οι Drive ποζάρουν με φόντο μία σειρά από εκλεκτές αφίσες και βινίλια των The Cramps, Count Five, The Music Machine μεταξύ άλλων, είναι χαρακτηριστικό) και μία ωμή ενέργεια να σε χτυπάει στο μέτωπο από το πρώτο λεπτό. Μαζί με το "Heatwave" που κυκλοφόρησαν το 1988, οι Drive όχι μόνο μας παρέδωσαν δύο πολύ δυνατά άλμπουμ που τους χάρισαν μία ξεχωριστή θέση ανάμεσα στα άλλα συγκροτήματα του λεγόμενου garage revival κινήματος, αλλά ταυτόχρονα αποτέλεσαν το σημείο σύγκλισης μιας χούφτας ανθρώπων που ακόμη και σήμερα εξακολουθεί να μας χαρίζει πολύτιμες ηχογραφήσεις και σημαδιακές συναυλίες.