Yojikevin
Οι εποχές στις οποίες οι εγχώριες δισκογραφικές απόπειρες από ανεξάρτητες πηγές έκφρασης έρχονταν κατά μόνας και δεν ακολουθούνταν από ένα δεύτερο άλμπουμ ως διάδοχη κατάσταση, πέρασαν, ευτυχώς, δίχως την υπόνοια γυρισμού. Πλέον, ο τρόπος διάθεσης του ηχητικού υλικού μετατόπισε σε τέτοιο βαθμό τα όρια της προβολής και της γενικότερης αξιοποίησης ευκαιριών, ώστε αυτό που κάποτε φάνταζε από ανεκπλήρωτη επιθυμία ως και ακατόρθωτο, σήμερα θεωρείται μια απτή-προσεγγίσιμη κατάληξη. Κοντολογίς, τα συγκροτήματα κι οι καλλιτέχνες μας μπορούν να προσβλέπουν στην "σε βάθος χρόνου" γνωστοποίηση των ικανοτήτων τους. Επιτέλους, τα δημιουργήματά τους θα περάσουν απ' την μονομερή ενημέρωση γνωστών και φίλων σε έναν τουλάχιστον πλατύτερο κύκλο, με τo ενδεχόμενο της αναγνώρισης να αποτελεί, κατ' επέκταση, κάτι το εφικτό.
Στην κατηγορία των σχημάτων που έδρασαν και δρουν στο indie στερέωμα, ανήκουν κι οι Le Page, το ντουέτο της Τερψιχόρης Σαββάλα και του Αντώνη Κωνσταντάρα, το οποίο με τη σειρά του εκδίδει το full length ντεμπούτο του ύστερα απ' την πρώτη προσπάθεια γνωριμίας με το EP Teddy Girls του 2008. Προ μηνός, μάλιστα, μας ξεδίπλωσαν τις λεπτομέρειες που συνοδεύουν την νέα τους κυκλοφορία και το κάθε κομμάτι της ξεχωριστά στη στήλη Αυτόγραφο.
Το Yojikevin, αποτελεί ένα κολλάζ φωτεινών ήχων υπό την μορφή χαρούμενων μηνυμάτων και συναισθημάτων που κομίζει. Μέσα στην αδιαφορία τους να ακουστούν φρέσκοι, "τώρα" και πρωτοπόροι, οι Le Page φτιάχνουν ποπ μουσική με αγνές προθέσεις και αντιστοίχως ανόθευτης απλότητας στοιχεία. Έπειτα απ' το πέρας της ακρόασης των δεκατριών συνθέσεων του Yojikevin, συμπυκνώνεται στο νου ένα μελωδικό ταξίδι, όπου η folk χαλαρότητα περνά από indie pop φιλτράρισμα, που φτάνει στον προορισμό και αποζητά την επιστροφή στην αφετηρία, με απώτερο στόχο την επανάληψη της διαδρομής. Μπορεί οι δομές του ηχογραφήματος να μην αποκαλύπτουν ιδιαιτερότητες και καίριες παρεμβάσεις στη φόρμα, εντούτοις διατηρούν ένα προσωπικό ύφος και συμβάλλουν στην ταυτοποίηση ενός μουσικού προφίλ.
Παλιομοδίτικη αισθητική καθρεπτίζει στην ολότητά του ο δίσκος, με σεβαστό πλήθος αναφορών να αντλείται απ' την sunshine παράδοση της αμερικανικής pop των 60s, με πλοηγό το πανέμορφα εναρκτήριο "Girl In The Woods", το surf, την A.M. pop ζεστασιά του Lee Hazlewood και της Nancy Sinatra που περιβάλλει την ρυθμική σαγήνη του "Pac-Man". Άλλωστε, οι μπαρόκ διφωνίες δίνουν και παίρνουν στο άλμπουμ και κερδίζουν αβίαστα την προσοχή. Η κοιτίδα βρετανικής μελωδικής ευφορίας των Beatles και Kinks οδηγεί κάτω από χορευτικές synth pop συνθήκες το "Dinosaur", καθώς οι επιτυχημένες jazz-folk συνευρέσεις του παρελθόντος ευθύνονται για το highlight "Bubble Bubble" με τον μελωδικό οίστρο φυσαρμόνικας, μεταλλόφωνου και toy piano.
Την αλησμόνητη παρακαταθήκη του Serge Gainsbourg ενσαρκώνει η συνεργασία τους με τον Φοίβο Δεληβοριά για λογαριασμό του γαλλόφωνου "Maison Haute". Οι Le Page δεν ξεχνούν, επίσης, να αποδείξουν την απεριόριστη εκτίμηση στην singer-songwriter φλέβα του αδικοχαμένου Elliott Smith και το πράττουν δια των μελαγχολικών αρπισμάτων της κιθάρας του "Gloomy Morning", ενόσω βυθίζονται στις σκοτσέζικες ηλεκτρακουστικές περιπλανήσεις των Belle & Sebastian και Camera Obscura (άκου "Rendez-vous Dans Mes Reves"), με το support που πραγματοποίησαν στους τελευταίους να κρίνεται απολύτως αρμοστό.
Το συνολικό αποτέλεσμα θα ηχούσε περισσότερο συμπαγές αν αφαιρούνταν απ' αυτό ημιτελή συνθετικά εγχειρήματα, στα οποία βρίσκουμε το "You Are Always Late", την bossanova του "Early Summer" και την bluesy χροιά του "Wonderful Night" που με εμπλουτισμό σε ιδέες θα μπορούσε κάλλιστα να αποτελέσει ένα γκαραντί σπουδαίο track. Παρόλα αυτά, το Yojikevin κυλάει με ενθουσιασμό και αφήνει υποσχέσεις για αρτιότερες ηχητικά μέρες.