Between the times and the tides
Εμπρός για ένα νέο ξεκίνημα στα 56. Του Άρη Καραμπεάζη
Ως μεγάλη μαστοράντζα, που είναι, ο Lee Ranaldo ξεκινάει την πρώτη του συλλογή τραγουδιών (και όχι τον πρώτο του δίσκο, για κάτι τέτοιο πρέπει να γυρίσουμε στο 1987) εκτός Sonic Youth (καλά όχι και τόσο εκτός, ο Steve Shelley είναι εδώ, μέχρι και ο Jim O' Rourke παρουσιάστηκε!) με τραγουδάρα υπεράνω κριτικής, που από τις χίλιες δυο πατενταρισμένες αισθήσεις των συντρόφων του, κρατάει την μάλλον καλύτερη: αυτή του δρόμου. Την οποία ο ίδιος υποδείκνυε πάντα ως πλέον ενδεδειγμένη με τραγούδια ογκόλιθους όπως το Eric's Trip. Το Waiting On A Dream ήδη από τις πρώτες νότες και τις κιθάρες, που ελλειπτικά προαναγγέλλουν το επικό ρεφρέν που θα έρθει σε λίγο, ακούγεται ως ένα μεγάλο αμερικάνικο road song για ατέλειωτους δρόμους, αξέχαστα κορίτσια, ομολογημένα μυστικά και άλλα τέτοια κλισέ, χωρίς τα οποία η μουσική είναι άγευστη και ενίοτε ανυπόφορα αυτοαναφορική. Η αίσθηση αυτή, μέχρι και το τέλος του άλμπουμ, θα παραμείνει ατόφια.
Λίγο παρακάτω υπάρχει το Xtina As I Knew Her, στιγματισμένο κι αυτό από συνειδητή εμμονή στη νοσταλγία, αλλά με συνθετική ανάπτυξη, αποκορύφωση και ενδιάμεσα γυρίσματα, που στέλνει συγκροτήματα τύπου The Shins και Modest Mouse από εκεί που ήρθαν κι ακόμη παραπέρα. Στο εξώφυλλο ο ίδιος ο Ranaldo παριστάνει έναν arty Neil Young, που έχει χάσει τον προσανατολισμό του και σε διάφορες στιγμές του δίσκου τα πλήκτρα του John Medeski (...Martin & Wood) δίνουν σοβαρή υποψηφιότητα για το επόμενο "προσωρινό" μέλος των Sonic Youth, αν ποτέ ξαναβρούν τον δικό τους.
ΟΚ, είναι αδύνατο να ακούσεις μια φορά το δίσκο ή να γράψεις έστω και μία παράγραφο χωρίς να αναφέρεις το όνομα των Sonic Youth, αλλά πώς αλλιώς θα μπορούσε να είναι; Μπορεί με τις ακουστικές ακροβασίες του Thurston πέρσι, να ξέφυγε λίγο το μυαλό μας από αυτούς, αλλά προσωπικά δεν μπορώ να πω ότι τρελάθηκα κι όλας. Κάτι μου έλειπε, κι ας ήταν αυτό το κάτι, αυτό ακριβώς που έχουμε "βαρεθεί" να λαμβάνουμε σε τεράστιους όγκους όποτε μαζεύεται όλη η παρέα. Νομίζω όμως ότι μεταξύ μας αλλά και απέναντι τους, τα έχουμε ξεκαθαρίσει και η σχέση μας πλέον πορεύεται στο άπειρο.
Ο δίσκος αντιμετωπίζεται ήδη από τα περισσότερα μουσικά περιοδικά και sites ως πρώτης τάξεως υποκατάστατο στην απραξία των Sonic Youth, η οποία ενδέχεται να είναι και μόνιμη μετά τον πρόσφατο χωρισμό του ζεύγους Thurston - Kim. Κάτι τέτοιο, χωρίς να είναι απαραίτητα λάθος, ως οπτική τουλάχιστον, μειώνει όχι μόνο την αξία αυτών των τραγουδιών, αλλά και την πολυετή συνεισφορά του Ranaldo εκτός από το τμήμα της κιθάρας και σε αυτό της σύνθεσης. Μάλιστα εδώ, και καθώς έχει αρκετή όρεξη να "συνθέσει", δεν διστάζει να προσκαλέσει εξίσου εντυπωσιακούς με αυτόν κιθαρίστες και να παραχωρήσει σε αυτούς και μάλιστα τα ηνία των επίμαχων μερών κάθε τραγουδιού, με τον Nels Cline να τα δίνει όλα και ακόμη παραπάνω από όσα θα περίμενε κάποιος που δεν ενθουσιάζεται με τα κατορθώματα του στους Wilco, αλλά θυμάται ότι έχει αρκετά πιο περιπετειώδες παρελθόν.
Μάλιστα, εδώ βρίσκετε μερικές ακόμη πιο περιπετειώδεις εκτελέσεις από κάποια τραγούδια του δίσκου, αλλά και μία διασκευή σε Talking Heads, που ενδεχόμενα να ενθουσιάσει και εσάς.
Αυτά. Ωραία ξεκίνησε η χρονιά με τα κατορθώματα της νέας γενιάς. Για να δούμε τι έχουν να μας πουν και οι παλιότεροι.
Υ.Γ. Για να προλάβω ερωτήσεις του τύπου "αν αυτό είναι 8/10, τότε το Daydream Nation τι είναι, 12/10;", παραπέμπω απευθείας στην απάντηση του Allan Jones στο γράμμα του μήνα στο τρέχον τεύχος του Uncut, όπου ξεκαθαρίζεται όμορφα και απλά ότι η βαθμολογία αφορά κατά πρώτο λόγο την αξία του δίσκου σε σχέση με τον καλλιτέχνη/ γκρουπ που τον κυκλοφορεί, την υπόλοιπη δισκογραφία του, αν είναι ντεμπούτο ανάλογα κλπ και το ότι επειδή κάποτε κυκλοφόρησε ένα Sticky Fingers ή ένα White Album δε σημαίνει ότι όλοι οι δίσκοι πρέπει να έχουν ταβάνι το 7 και πως κανείς δεν μπορεί να φτάσει στο δικό του 10.