Nothing else
Μια μουσική που με τους ήχους της περιγράφει ιδανικά το μηδέν. Του Πάνου Πανότα
Αλλιώς κι αν τα λογαριάζαμε, προέκυψε εκτάκτως στάση μπρος σε μια νεόκτιστη σύνθεση -δείγμα, προς το παρόν-, που σχέση με την πραγματικότητα δεν έχει κι ας είναι δικά της τα συστατικά. Ουδεμία όμως. Κι αν τούτο δεν ήταν βαρύ ως νόημα (ή ως κουβέντα), θα ξεθαρρεύαμε κι άλλο, θα τη λέγαμε ακόμη και μοναδική, τουλάχιστον στον κόσμο του '10, που αμφίρροπος έτρεξε κι έτσι θα τελειώσει...
Ένα πιο ανάρμοστο, όσο κι οξύμωρα δηλωτικό μπάσιμο προς τον καθ' όλα μανιερίστικο τίτλο "Nothing Else" (άλλο τίποτα από "τίποτα άλλο"), θα δείτε ότι θα σπανίσει. Αλλά και ταυτόχρονα λίγο περιπαθές κι αφελές, μονάχα με ερεθισμό, εγωισμό και θεωρητικά μοντέλα περί προσέγγισης δύο σημείων περιμένεις να φτάσεις πλέον σε κάτι ρηξικέλευθο... Το οποίο κάποιος πρωτύτερα χρειάζεται να 'χει κάνει πράξη, αφού η δεκαετία άνοιξε παράθυρα για το ποιο θα 'ναι το στιλ της κι ήδη βρίσκεται και σ' ένα στάδιο ανάμεσα στην αλλαγή και την αδράνεια, άβολα απόντος του Jay Dee, κι ευνόητα τραγικά.
Τρεις πράττουν εδώ, λοιπόν: ο κύριος υπεύθυνος, μπαίνει 1ος ελέω εξαιρετικής συνθετικής φόρμας και καινοτόμων σομπρέ ιδεών, Martus Ortega, 23χρονος (αν και μεγαλοδείχνει, στο μάτι και στ' αφτί) απ' το Normal του κέντρου του Illinois, ο Flying Lotus ως έχει στη ζωή αυτή, Steven Ellison, οσάκις με το ρόλο του ως ο μπος δισκογραφικής εταιρείας (Brainfeeder), κι ο Βρετανός παραγωγός Chris Clark, λόγω του πιο εξειδικευμένα αγριωπού mastering που πακεταρίστηκε, εν τω πλαισίω μετα-ηλεκτρονικής σουίτας, τους μήνες τους φετινούς.
Πρόθυμα τα δάκτυλα πληκτρολογούν την προσπάθεια, γράφουν και το σκορ, γράφουν και τα άλλα, λ.χ. πως τα τρακ μέτρο το μέτρο συνδέονται σε κάτι παρόμοιο του περσινού "Drift" του Nosaj Thing, με τον οποίον άπαξ και μάθεις ότι ο Lorn όντως συνδέεται, όπως ο ίδιος μαρτυράει κάπου κει μέσα, επιβεβαιώνεσαι, ηρεμείς, οι σκέψεις που σου 'χαν κάνει ταραμά το μυαλό ήταν ορθές, δε λωλάθηκες. Ύστερα δηλώνεις έτοιμος ν' αυτοτιμωρηθείς. Τι σου μένει έναντι μιας μουσικής που με τους ήχους της περιγράφει ιδανικά το μηδέν;
Αφηρημένες έννοιες, μα θα τις προχωρήσουμε περισσότερο: στο "Nothing Else" οι λέξεις εκδικούνται, συμβαίνουν πράματα και θαύματα (μπόλικα), όλα σε κλεψιμαίικα instrumental, που ωστόσο η ταραγμένη τους ευφράδεια -αντιστρόφως ανάλογη της διάρκειάς τους- τα καθιστά ασυναγώνιστα κι υπερβατικά. Πρόκειται για ιδιοφυές παράγωγο μιας γενιάς που αδειάζει πορτοφόλια στα ταμεία της Ableton και της Macintosh και κρατάει στη ζωή πεπαλαιωμένες γλώσσες σαν τη C++.
Σα να μπορούσε να 'χει μια λάμψη προβληματική το γεγονός, όπως συμβαίνει και με τόσα άλλα χαρακτηριστικά που δε σχετίζονται με ύλη, του παρόντος φουτουρισμού συμπεριλαμβανομένου. Υπερισχύει, εντούτοις, το συναίσθημα ότι δω μέσα νικήσαμε, δημιουργός κι ακροατήριο, μια σκοτεινή απάθεια, την εσωτερική μας πάνω απ' όλες.
Στο ελαχίστως παρατεταμένο ημίωρο του δίσκου συναντάμε ξανά την έμφυτη -αν και δεν είναι να ορκίζεσαι- ένταση κι εκτόνωση της τονικότητας, ρετρουβέρ στο συνεχές κι έντονο ρυθμό του rock' n' roll, του 21ου αιώνα και του ενός ατόμου πια. Απλά τώρα κουνιέται το κεφάλι μπρος-πίσω, πάνω-κάτω, καθότι ο κώλος δε λέει να σηκωθεί απ' τον υπολογιστή. Ούτε και δελεάζεται, ούτε και θέλει...
Δεν είναι η τελευταία φορά που η μουσική εκφράζοντας καιρούς και σημεία, αναδημιουργείται. Ούτε που κοιλοπονεί επώδυνα γι' αυτό, όταν ό,τι ξέραμε ως παλιό παραμένει και το νέο αγωνίζεται να βρει χώρο. Ο Lorn θα πάρει το (λαμπρό) δρόμο του κι ήδη συνέθεσε για την ταινία "The Black Swan" του Darren Aronofsky, τα ίδια ψάχνουν εξάλλου οι δυο τους. Κι αν δεν έγινε απολύτως σαφές -έτσι μου φαίνεται τώρα που ξαναδιαβάζω όλα τα παραπάνω-, στα χέρια έχουμε ένα απ' τα must της χρονιάς κι ένα άλμπουμ που γι' αυτό επακριβώς που 'ναι θα αποδειχθεί προφητικά επινοητικό για τα χρόνια που έρχονται. Ανακαλύψτε το σήμερα, τσουλώντας εαυτούς μισό βήμα στο αύριο.