The Man from Managra
Το νέο, songs project ενός πολύ γνωστού μας μουσικού. Του Αντώνη Ξαγά
Ποια να είναι και που να βρίσκεται αυτή η Managra; Μήπως είναι απλά και αντι-ποιητικά ένας αναγραμματισμός του ...anagram; Ή μήπως είναι μια ουτοπία, όπως έλεγε ο Zappa σε έναν από τους όψιμους δίσκους του; Μια φανταστική μυστηριώδης νήσος, ερημική, ηφαιστειακή, αχαρτογράφητη κάπου πάνω στην υδρόγειο, μπορεί στον Ινδικό ωκεανό; Μήπως εκεί, σε μια ανεμοδαρμένη της άκρη να κατοικούσε κάποτε ο γέρος με το τσιμπούκι του το πορτραίτο του οποίου κρέμεται σήμερα σε κάποιον παρακμιακό λιμανίσιο καφενέ; Ή μήπως τελικά η παράξενη αυτή νήσος είναι κάπου πολύ κοντά μας, στα ζεστά νερά της Μεσογείου;
Πριν φτάσει σε τούτη εδώ την άκρια του κόσμου, ο Coti K κατέγραψε μια μακριά προσωπική διαδρομή, οι απαρχές της οποίας εντοπίζονται κάπου στα μέσα της δεκαετίας του '80, σε σχήματα τόσο διαφορετικά μεταξύ τους όσο οι Film Noir και οι Dada Data. Μια προσωπική πορεία με πολλούς σταθμούς (αλλά και πολλές ...συνέχειες), με επιτυχίες, με αναζητήσεις, μπλέχτηκε με τα ηλεκτρονικά και τα καλώδια από διάφορες θέσεις, ως μηχανικός ήχου, ως παραγωγός σε μερικούς σπουδαίους δίσκους της ημεδαπής (αλλά και της αλλοδαπής), στα δε προσωπικά του δημιουργήματα εξερεύνησε επισταμένα την ambient αισθητική, φτάνοντας έως την περσινή συμμετοχή του στην κατανυκτική ραψωδία βόμβων που έφτιαξαν οι Mohammad.
Το γεγονός ότι για τη νέα του δουλειά επιλέγει και ένα καινούργιο όνομα δείχνει μια διάθεση να διαχωρίσει τη θέση του από το παρελθόν, να ανοιχθεί προς μια νέα κατεύθυνση, προς νέα γεωγραφικά πλάτη, εγκαταλείποντας τη λιμανίσια ασφάλεια των ήδη κατακτημένων εκφραστικών μέσων. Μια διάθεση η οποία επιβεβαιώνεται και από την ακρόαση του "Α Man from Managra", ο Coti επέλεξε τούτη τη φορά να εκφραστεί μέσα από τη φόρμα μιας πιο παραδοσιακής τραγουδοποιίας. Το τραγούδι: δεν είναι η πιο πρωταρχική μορφή μουσικής αλλά είναι σίγουρα η πιο "επικοινωνιακή".
Σκέφτομαι ότι ο Coti σαν να ακολουθεί μια πορεία αντίστροφη από εκείνη του Brian Eno, ο Eno έφτασε (και τελικά θεμελίωσε) στην ambient αφαίρεση αφού πρώτα ασκήθηκε με επιτυχία στην πολυδύναμη φόρμα του τραγουδιού. Από τη μεριά του ο Coti, είτε ως πρωτογενής δημιουργός είτε ως παραγωγός, είχε ανέκαθεν μια μουσική αντίληψη λιτότητας (θα ξεχωρίσω για παράδειγμα τη δουλειά που έκανε στα πρώτα χαϊκού των Sigmatropic). Εντάξει, θα το πω οικονομία μέσων, η λιτότητα είναι μια λέξη αρνητικά φορτισμένη στις ημέρες μας. Ακούω κάπου στη μέση του δίσκου το "Time to move on", λεπταίσθητο, αραχνοΰφαντο, σέπια χρωματισμοί, θα το φανταζόμουν οργανικά ενταγμένο σε έναν δίσκο των This Mortal Coil. Μια φωνή και ένα μπάσο... Μόνο.
Πιθανότα γνωρίζετε ότι στους κύκλους των μουσικών κυκλοφορούν ουκ ολίγα ανέκδοτα για τους μπασίστες (τελευταίο entry από το "Κουλούρι" με την κοπέλα που αυτοκτόνησε όταν συνειδητοποίησε ότι έκανε έρωτα με μπασίστα). Το μπάσο: ένα όργανο με θεωρητικά "περιορισμένες" δυνατότητες, διόλου εφετζίδικο, δύσκολο πάντως και απαιτητικό, είναι ο εργάτης που τρέχει μέσα στο γήπεδο, χωρίς αυτό σαν στυλοβάτη πολλά είδη δεν θα υπήρχαν καν. Και όμως, πενία τέχνας κατεργάζεται, και ακριβώς αυτή είναι η πρόκληση, η δοκιμασία για τη φαντασία και την δεξιοτεχνία, να παίξεις με τα όρια και τους περιορισμούς, και αυτό κάνει ακριβώς κάνει ο Coti στον δίσκο, δοκιμάζει διαφορετικά κουρδίσματα, τεχνικές, πειραματίζεται, εφευρίσκει, γράφει συγχορδίες και τελικά τραγούδια. Ποιος μίλησε για περιορισμένες δυνατότητες;
Βέβαια το τεχνικό κομμάτι μπορεί να παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον για το ερμηνευτικό σχήμα ενός έργου, δεν το επικαθορίζει όμως και μονοσήμαντα. Αν εστιάσουμε λοιπόν στο αισθητικό αποτέλεσμα θα ανακαλύψουμε τραγούδια τα οποία κυλάνε φυσικά, αυθόρμητα, αντικατοπτρίζοντας πιθανώς μια εξίσου αβίαστη συνθετική διαδικασία, τραγούδια καταπραϋντικά, ερμηνευμένα εξομολογητικά, με μια στοχαστική και ήρεμη φωνή, αιωρούμενη ενίοτε κάπου μεταξύ ύπνου και ξύπνου (while you think you are awake δηλαδή), εκεί λίγο πριν η συνείδηση συναντήσει ξανά την υπαρξιακή πραγματικότητα μετά από το ταξίδι στη χώρα των ονείρων. Δεν είναι όλα σπουδαία όπως το "The well" το οποίο μας υποδέχεται στην είσοδο του δίσκου ή το "A promise", αλλά σε καμία στιγμή δεν ξεπέφτουν σε απλοϊκές ασκήσεις ύφους, είναι κι αυτό ένα κατόρθωμα αν λάβουμε υπόψη τις τεχνικές προαπαιτήσεις.
Κι αν σας έμεινε η απορία... Μπορεί τελικά η Managra να είναι και η κοντινή μας Τήνος, ένα από τα πιο όμορφα νησιά της χώρας (αν αφαιρέσεις βέβαια την άχρωμη χώρα με το θρησκόληπτο κιτς της). Κάπου εκεί σε μια ιδιότυπη απομόνωση γράφτηκε και αυτός ο δίσκος, σου έρχεται αναπόφευκτα στο νου η στερεότυπη εικόνα του δημιουργού ο οποίος ξεκόβει από τη βουή του κόσμου και των ανθρώπων για να κοιτάξει πέρα μακριά και μέσα του, εκεί το τοπίο μπορεί να σου μεταδώσει κάτι το μεταφυσικό, ακόμη κι αν δεν πιστεύεις. Το λέει και ο ίδιος κάπου...