Τι κάνουν οι σκιές τη νύχτα
Φιλικές συμμετοχές: Γιώργος Ζαμπέτας, Mark Linkous, Ψαραντώνης, Tom Waits. Του Άρη Καραμπεάζη
Τόσο ισχυρές ήταν οι σκέψεις και οι προβληματισμοί στις οποίες μας υποχρέωσε η οριακή ΣΤΑΜΑΤΙΝΑ του κοντινού... 2001 (πως περνάν τα χρόνια κ.λ.π.), ώστε να μην συνέλθουμε για να ακολουθήσουμε και τις προ πενταετίας ΔΥΣΚΟΛΕΣ ΜΕΡΕΣ στο ΣΕΙΡΙΟ (τουλάχιστον όσο θα έπρεπε). Σκέψεις και προβληματισμοί περί τίνος πράγματος; Περί της δικής μας σχέσης με το ελληνικό τραγούδι και περί της σχέσης αυτού με την μουσική ως παγκοσμιοποιημένο πολιτιστικό προϊόν, αν θυμάμαι καλά.
Το ευρύ κοινό γύρισε την πλάτη του στην άποψη του Αγγελάκη περί των παραπάνω. Προτιμά ασφαλώς- και κατανοητοί οι λόγοι- την έτοιμη από καιρό γλεντζέδικη-κατατονική λαϊκεδέλικα του Θανάση Παπακωνσταντίνου και την μετανοημένη λαϊκότητα του σχεδόν συνεπώνυμου Γιάννη Αγγελάκα. Συρρέει σε αμφότερες, διονυσιάζεται, εξυψώνεται, ενίοτε βγάζει άναρθρες κραυγές, φωνάζει γηπεδικά συνθήματα ή και χορεύει τσιφτετέλια. Η ευγενική λαϊκή μουσική του Μανώλη Αγγελάκη δεν έχει χώρο για τέτοιου είδους κραυγαλέες εκδηλώσεις πίστης και ούτε φαίνεται να τις αποζητά. Όπως και αυτή του Γιώργου Χριστιανάκη, με άλλες παραμέτρους, αλλά παρόμοιες προθέσεις και ευτυχή αποτελέσματα.
Ο Μανώλης Αγγελάκης μέσα από τις παραγωγές του για αγγλόφωνα εγχώρια σχήματα (κύρια τους Film) έχει δείξει πως όχι μόνο κατέχει το τι γίνεται και ακούγεται σε πραγματικό χρόνο, αλλά μπορεί να προβλέψει και το τί θα ακουστεί, χωρίς να αμελεί αυτό που αξίζει πραγματικά να ακουστεί. Στις προσωπικές του δουλειές ξεψαχνίζει το τραγούδι σαν μία πολύ πιο ζόρικη υπόθεση απ' ότι ως σημείο των σημερινών καιρών και επαληθεύει τη ρήση περί του ότι "ένα τραγούδι ποτέ δεν είναι αρκετό", την οποία άλλωστε μελοποίησε προ ετών.
Εννιά τραγούδια φτάνουν για να θέσουν και πάλι, με ακόμη πιο πιεστικό τρόπο τα προ δεκαετίας ερωτήματα και τούτη τη φορά για να δώσουν και ακόμη πιο πειστικές απαντήσεις. Στο εναρκτήριο ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΗΣ ΑΡΓΥΡΩΣ η ευγένεια για την οποία είπαμε παραπάνω ξεχειλίζει από παντού και θυμίζει πως και από τα ρεμπέτικα και από τα blues (που συνεχίζουν να είναι σημεία αναφοράς) ό,τι πραγματικά έμεινε είναι οι στιγμές που ο πόνος και η μαγκιά συνδιάζονταν πάντοτε σε ιδανικές ισορροπίες και δεν υπερχείλιζαν ντροπιαστικά ή αναιδώς αντίστοιχα. Στην άλλη πλευρά του βινυλίου (το οποίο εμπεριέχει και το CD ένα γεγονός που εσχάτως στη δισκογραφία αρκεί για να καταστήσει ευτυχισμένο τον επιμένοντα παραδοσιακά πελάτη-αγοραστή), οι μετρημένα τονισμένοι ρυθμοί του ΟΛΑ ΤΑ ΞΕΡΟΥΝ ΤΑ ΣΚΥΛΙΑ φλερτάρουν με τα όρια του χασάπικου που δεν σε αναγκάζει να σηκώσεις τα χέρια στον αέρα για να επιδείξεις την όποια επικρότηση σου σε ό,τι ακούς. Και δεν τα ξεπερνούν...
Σε ήχο, ήχους, εφέ, διφωνίες, κιθάρες που έρχονται από παντού (και κυρίως από τα βαθιά), μελωδίες που ψάχνουν χώρο η μία ανάμεσα στην άλλη κλπ ο Αγγελάκης δεν αστειεύεται. Είναι γνώστης και αρχιμάστορας και το αποδεικνύει χωρίς επάρσεις και υπερβολές. Πιστός σύντροφος του ο στιχουργός Χρήστος Κανελλόπουλος, έχων και πάλι την ικανότητα να αντιληφθεί πως ο καιρός απαιτεί δίστιχα και φράσεις τόσο απλοϊκές, όσο και αυτοαναφορικές, προκειμένου να μην καταποντιστεί η μουσική από καταιγίδες εξυπνακισμού και ανοησίας. Στη μία στιγμή που ουσιαστικά αναλαμβάνει τα στιχουργικά ηνία, ο ίδιος ο Αγγελάκης μοιάζει να ανταποδίδει στον συνεργάτη του, πατώντας στα βήματα του και προσθέτοντας σε αυτά την ηπιότητα, που ούτως ή άλλως χαρακτηρίζει τη μουσική του.
Πέρσι είχαμε την άποψη του Μπάμπη Παπαδόπουλου περί του πως μπορείς να "πειράξεις" τα ρεμπέτικα για να τα φέρεις στο σήμερα, η οποία -όπως σωστά διάβασα κάπου- μένει να αποδειχτεί πόσο δεν θα ξεθωριάσει μες στο χρόνο. Φέτος ο Μανώλης Αγγελάκης επιστρέφει θριαμβευτικά με μια κεντρική ιδέα δεκαετίας και βάλε που όχι μόνο δεν ξεθώριασε, αλλά επιμένει να είναι εκθαμβωτικά αυτόφωτη. Προσωπικά δεν είχα και πολλές σκέψεις περί του ποια είναι η πιο σημαντική μεταγραφή των σκάουτερ της Inner Ear μέχρι σήμερα.
Θα έκλεινα λέγοντας και πάλι ότι πρόκειται για έναν δίσκο κατ' αρχήν γεμάτο ευγένεια, αλλά φοβάμαι ήδη πως ο Μπάμπης θα το κάνει "σημαία" στο πάντα καυστικό σχόλιο του στο "εξώφυλλο".