Μια βδομάδα πριν από την επέτειο του Πολυτεχνείου, προλάβετε και αγοράστε επιτέλους αυτό το μοναδικό μνημείο εσωτερικής εξέγερσης για την ελληνική μουσική, σε κυριλέ προσεγμένη έκδοση, για να μη στιγματιστείτε και ως γραφικοί εκείνη τη μέρα. Ο Λοίζος δεν ανήκει στην ΚΝΕ, στον πιάσε-ΜΕΛΩΔΙΑ, στους συντάκτες του Μετρό, στις προεκλογικές συγκεντρώσεις των 80ς και στις σχολικές γιορτές που πάνε να καταντήσουν την 17η του Νοέμβρη έρμαιο γραφικότητας και κλαυσίγελου. Δικαίωμα στο Λοίζο έχουμε κι εμείς, οι απάτριδες... Κυρίως εμείς θα έλεγα, οι ουσιαστικοί φίλοι της μουσικής.
Στο μέτωπο δράσης ενός συνθέτη που η «Αριστερά» χαρακτήρισε ως αντιδραστικά τα τραγούδια του εκείνα τα οποία χρόνια τώρα πλασάρει ως σημαίες της ευαισθησίας και της αγωνιστικότητας της. Στο πλαίσιο της σκέψης ενός ανθρώπου που πρώτος από όλους ένιωσε την ασφυξία της ελληνικής μουσικής στα αυστηρά πλαίσια της λαϊκής της παράδοσης, την οποία και ο ίδιος υπηρέτησε και προσδιόρισε. Στις πρώτες lo-fi μπαλάντες που είχατε την τύχη να ακούσετε... κρύβεται κάτι παραπάνω από «ακαταλαβίστικα» τραγουδάκια που σας υποχρέωνε να αποστηθίσετε η -δημοκρατικών πεποιθήσεων- δασκάλα σας στις πρώτες τάξεις του δημοτικού...
Τίποτε περισσότερο από δώδεκα αριστουργηματικά τραγούδια, ορισμένα από τα οποία στα χέρια ενός Bob Dylan και ενός Van (άντε και Jim) Morrison θα έκαναν άνετα τον γύρο όχι μόνο του δικού μας, αλλά και πολλών άλλων κόσμων για αρκετές δεκαετίες τώρα. Στα «Τραγούδια Του Δρόμου» ο Λοίζος αισθάνεται πραγματικά ελεύθερος σε έμπνευση και δημιουργία, εκφράζει την ελευθερία των μουσικών του εκφράσεων σε θεωρία και πράξη και στήνει ένα απίστευτο πανηγύρι ήχων, ευρεσιτεχνιών στο στίχο και τολμηρής συλλογιστικής στα ιδεολογικά του συμπεράσματα.
Ο χρόνος και η ιστορία το θέλησαν το καθένα από αυτά τα δώδεκα τραγούδια να παίξει τον δικό του ξεχωριστό ρόλο στην μεταπολιτευτική ζωή της χώρας. Ο ρόλος αυτός κατέληξε να γίνει κατάντημα, ώσπου τελικά ευτύχησε να πάψει εντελώς να υπάρχει. Κανένας ξεφτιλισμένος «Έλλην Bruce Springsteen» δεν θυμάται πλέον να άδει τον «Στρατιώτη» προς άγρα εξαγριωμένων νεαρών που ζούνε για να τον ακούνε. Στις γιορτές της ΚΝΕ οι αναφορές στον ΤΣΕ βολεύονται πλέον με trendy επαναστατικά τσιφτετέλια του Manu. 'Το ακορντεόν' και 'Ο δρόμος΄ δεν την γλίτωσαν τόσο εύκολα και ακόμη πρέπει να ταλαιπωρούνται από πρόχειρα στημένες παιδικές χορωδίες μπροστά σε κακογειωμένα μικρόφωνα και φιλοθεάμονες γονείς και συγγενείς. «Ο τρίτος παγκόσμιος» ξέφτισε στην σκέψη μιας γενιάς που αυτό-ενοχοποιήθηκε εμμένοντας στην επιλογή της άγνοιας.
Τραγούδια όπως 'Ο αρχηγός' και 'Ο μέρμηγκας' μιλάνε στην αιώνια παιδική γλώσσα, που εμμένει να χρησιμοποιεί η τέχνη κάθε φορά που περνάει τα σύνορα του ιδιοφυούς και στρογγυλοκάθεται σε αυτά του απροσπέλαστου. Το 'Μη με ρωτά'ς είναι η πιο γλυκιά κουβέντα που μπορεί να σου πει ο Lou Reed στα ελληνικά το βράδυ που θα τον καλέσεις να έρθει στον ύπνο σου.
Μαζί με όλη τη σειρά των δίσκων του ενός εκ των δύο ΣΠΟΥΔΑΙΩΝ Μάνων της ελληνικής μουσικής, τα «Τραγούδια Του Δρόμου», βρισκόμενα εκ γενετής στην κορυφή των δημιουργιών του «πατέρα» τους, αποτελούν έναν δρόμο από τον οποίο υποχρεώνεσαι να περάσεις στην κατανόηση δύο τουλάχιστον πραγμάτων: 1ον ΝΑΙ, όντως έχουμε σπουδαίους μουσικούς, πολύ σπουδαίους, μερικούς ανυπέρβλητους 2ον ΝΑΙ, όντως είμαστε μια χώρα ξεφτίλας και κατάντιας στο χειρισμό του πολιτισμού της. Και για αυτό μας αξίζει το ότι τώρα δεν παράγουμε ίχνος πολιτισμού. Και για αυτό είναι προτιμότερο να μη βγει ποτέ ξανά ένας πραγματικά σημαντικός ελληνικός δίσκος αν είναι να καταντήσει στην πορεία του μες στο χρόνο όπως «Ο δρόμος», ο «Μεγάλος Ερωτικός», ο «Άγιος Φεβρουάριος» κ.α.
Για αυτό το βράδυ να πάτε στον Τσαλίκη, και όχι στα έντεχνα μνημόσυνα και στις εμποροπανηγύρεις (αγρι-)κουλτούρας, στους εράνους αγάπης για τους ανά τον κόσμο «επαναστάτες». Να προτιμήσετε την ξεφτίλα στην αυθεντική της μορφή... και όχι στις πιο μαύρες αποχρώσεις της. Δεν είμαι σίγουρος ότι αυτό θα έκανε και ο Λοίζος... είμαι όμως σίγουρος ότι δεν θα έκανε το αντίθετο.