Αν κάτι μπορεί, αμέσως και από νωρίς, να προσάψει κανείς στον Chris Cole όταν συνθέτει είναι ότι το κάνει ως μια εργασία που απαιτεί συναισθηματικό μόχθο φανερό, τέτοιον που να παρασύρει στην εκδήλωσή του τους πάντες και τα πάντα. Ζώντας, δηλαδή, την αγωνία του πραγματικού δημιουργού σε όλες τις διαστάσεις της. Και όσο ελάχιστοι σήμερα, να προσθέσω.
Γέννημα θρέμμα του μουσικού Bristol (δεν χρειάζεται να λέμε συνεχώς τι σημαίνει αυτό) είχε μια πορεία, εξελικτική ασφαλώς, την οποία αναφέρω όταν θέλω να πω ότι πάντοτε υπάρχουν δύσκολα παραδείγματα που δεν πρέπει να ξεχνάμε. Εδώ, όμως, δεν το βλέπω να χρειάζεται, σας κόβω για υποψιασμένους.
Τα τελευταία χρόνια ο Cole ξεδίπλωσε το εξαιρετικό του ταλέντο σε τρεις παράλληλες υποθέσεις: ως ο απόλυτος ένας πίσω από το όνομα Manyfingers, ως ο drummer των post-rockers Soeza (αυτό το ξέρουν λίγοι) και ως η βασικότερη μονάδα στη μπάντα του Matt Elliott, μετά τον ίδιο τον Elliott, φυσικά. Η υπόθεση ένα αντλεί αρκετές επιρροές από την υπόθεση τρία, ενόσω και οι τρεις μαζί συναντούνται κάθε τόσο σε μια αταλάντευτη συνισταμένη, τη μελαγχολία. Ναι, ο Cole ανήκει στο σπάνιο είδος εκείνων που σου εμπνέουν τόσο έντονα την αίσθηση πως δουλεύουν πραγματικά σκληρά, επεξεργάζονται, ωστόσο, διαρκώς ένα μόνιμο θέμα, την ανθρώπινη μελαγχολία.
Το ομώνυμο ντεμπούτο των Manyfingers του 2004 (θα μου επιτρέψετε να τους αναφέρω ως κανονικό γκρουπ, και ας ξέρουμε όλοι ότι δεν είναι) ήταν και είναι ένα σπουδαίο album. Και όταν ένα τέτοιο αντέχει στο χρόνο, το ξέρουμε, σύντομα εκλαμβάνεται και ως δεδομένο. Αλλά ο Chris Cole είχε άλλη άποψη. Θέλησε οπωσδήποτε και γρήγορα να γράψει μια συνέχεια, το παρόν "Our Worn Shadow", την οποία μάλιστα μέχρι πέρυσι την έδινε σε κόπιες στις συναυλίες του, με ένα track λιγότερο και με διαφορετικό εξώφυλλο. Κατά κάποιον τρόπο έτσι έπρεπε να γίνει. Και πρόκειται για ένα δεύτερο άλμπουμ εξαιρετικό, πολύ περισσότερο διότι με αυτό γίνεται κατανοητό πως ο Chris Cole είχε τις ιδέες και τα αποθέματα για να προχωρήσει ένα σαφές βήμα μπρος. Να μορφοποιήσει την ενδόμυχη ανάγκη του να στραφεί πιο πολύ στην περισυλλογή. Να διευθύνει όσο ποτέ άλλοτε τις ίδιες τις επιθυμίες του.
Η ευελιξία του δε ως συνθέτη αφήνεται να βγει ολόπλευρα και στα τέσσερα live κομμάτια του dvd που συνοδεύει το κανονικό cd. Παρακολουθώντας τον ως performer, πείθεσαι και δια της μεθόδου του άπιστου Θωμά πια πως είναι δυνατόν να ακούς ένα θέμα να ξεκινάει με μια απλή φράση στο πιάνο και στη συνέχεια να χτίζεται καθώς ο Chris Cole προσθέτει ένα-ένα τα όργανα ώστε στο τέλος να ακούς ότι παίζει μια πλήρη ορχήστρα όταν τα μάτια σου προβάλουν το είδωλο ενός και μόνου ανθρώπου, ιδρωμένου και με t-shirt των Hood. Δεν γνωρίζω πολλούς που παραδίδονται (δε νομίζω να υπάρχει, όχι πιο δόκιμη, αλλά καταλληλότερη λέξη) σε όλους τους χαρακτήρες που επιθυμούν να αποτυπώσουν όπως ένας ικανότατος ηθοποιός στην καλύτερή του ερμηνεία. Στο στουντιακό υλικό, βεβαίως, συμμετέχουν και οι Aaron Dewey (κορνέτο) και Ida Alfstad (φωνητικά). Τραγούδια, ωστόσο, δεν υπάρχουν. Το ότι η Alfstad επαναλαμβάνει τον τίτλο στο ομότιτλο track και ένα στίχο μιας σειράς στο "For Measured Shores" δεν σημαίνει και πως αυτές οι δύο συνθέσεις μπορούν να νοηθούν ως τέτοια. Αυτό αποκλείεται και από την εμπειρία του ακροάματος καθαυτού.
Η μουσική του "Our Worn Shadow", ένα υπόδειγμα σφιχτοδεμένου συνόλου, τυπικά και μόνον μπορεί να περιγραφεί ως ένας συνταιριασμός post-rock, folk, electronica και σύγχρονης, νεο-κλασικής σύνθεσης. Ουσιαστικά είναι πολύ περισσότερα από όλα αυτά μαζί. Τα "3 Forms" και "No Opera", το αχτύπητο κέντρο του άλμπουμ κατά τη γνώμη μου, είναι μέρος της συνταρακτικότερης μουσικής που άκουσα φέτος. Είναι κάτι πολύ βαθύ και διεισδυτικό, κάτι που ξεχωρίζει επειδή ακριβώς φτάνει κάπου πολύ μακρύτερα από το συνηθισμένο, κάτι που σε αφοπλίζει με μοναδικό όπλο την αναπάντεχη ποιότητα των συναισθημάτων του (σου), κάτι που στήνει εξαρχής έναν καινούργιο χώρο συνάντησης με νέα βιώματα. Μέσα σε αυτόν τον, μόλις δεύτερο, "προσωπικό" δίσκο του Chris Cole δεν υπάρχει ξεκάθαρο προβάδισμα ανάμεσα στο σκοτάδι και το φως, όπως συμβαίνει με όλους τους μεγάλους δίσκους. Υπάρχει η συνεχής, ατελείωτη, αμείωτη αντιπαλότητά τους χωρίς νικητή. Ίσως για αυτό αναβλύζει εκείνη τη σπάνια θριαμβική υπεροχή που στο άκουσμά της η πραγματικότητα ξεθωριάζει.
Λέγεται πως ο δημιουργός που δεν κατέχεται από την απόλυτη μανία της τέχνης του δεν θα μπορέσει να πάει μακριά. Τότε, ο Chris Cole, ένας φαινομενικά πράος άνθρωπος, πρέπει να είναι ο απόλυτος ιδιοφυής μανιακός. Με το "Our Worn Shadow" αποκτάει το πνεύμα που διακρίνει ένα συνθέτη που είναι κυριολεκτικά κοσμοπολίτης και, ως εκ τούτου, πραγματικά ελεύθερος. Και καταθέτει αυτό που μερικές φορές χρειάζεται περισσότερο από οτιδήποτε άλλο: κάποια "ψευδαίσθηση" για να νιώθουμε, εμείς και αυτός μαζί, ζωντανοί και ευτυχέστεροι. Από τα must του 2006 αδιαμφισβήτητα.