Είναι λίγο αστείο το γεγονός ότι με την κυκλοφορία του "De loused in the commatorium" το 2003 όλοι μίλαγαν για τον δίσκο και το συγκρότημα της χρονιάς που δεν ήξεραν σε ποιο μουσικό είδος να το κατατάξουν. Μετά ήρθε το πλήρες concept album "Frances the Mute" όπου όλοι έσπευσαν να το ψιλοθάψουν και να το πετάξουν στην άκρη σαν αποτυχημένο εγχείρημα. Τουλάχιστον όμως πλέον είχαν και την άνεση να του κολλήσουν την ταμπέλα του progressive rock. Μπρρ, καλύτερα να είσαι καμπούρης παρά να σε πούν', έμεινε η ρετσινιά στο συγκρότημα και οι οπαδοί-πρόβατα σκόρπησαν τρέχοντας. Παρόλα αυτά οι Mars Volta μας παραδίδουν ένα ακόμη άλμπουμ.
Πριν το αναλύσουμε όμως θα ήθελα να σταθούμε λίγο στην εύκολη λύση του progressive. Αυτοί που τους το κόλλησαν σίγουρα δεν έχουν ιδιαίτερη σχέση με το είδος και μεταξύ μας τώρα, ποιος έχει. Το progressive rock/metal συνήθως απευθύνετε σε purίστες πρώην ή νυν μουσικούς που έχουν μεγάλη επαφή με το είδος και θέλουν να ακούσουν και το τελευταίο εικοσάλεπτο σόλο του κιθαρίστα. Όχι ότι δεν έχει και άλλους φίλους και πιστούς οπαδούς, συγκροτήματα όπως οι Pendragon και οι I.Q. γνωρίζουν αρκετή επιτυχία στο εξωτερικό αλλά δεν είναι και ότι πιο άνετο στο αυτί. Οι Mars Volta είναι περισσότερο ροκ παρά progressive γενικά αλλά και ειδικά στον συγκεκριμένο δίσκο. Τα παιδιά είναι ολοφάνερο ότι έχουν επιρροές από Tool αλλά και από Pink Floyd καθώς και μια ουσιαστική σχέση με το punk.
Το αποτέλεσμα είναι ένας δίσκος ποταμός μεν αλλά και με κάποια διαλλείματα. Το μικρότερο κομμάτι είναι σχεδόν 5 λεπτά (το οποίο αν ήταν στο χέρι τους θα το είχαν κάνει 15) αλλά και αυτό όπως και τα άλλα, είναι δυο (τρία και τέσσερα μερικές φορές) σε ένα. Όλα τα κομμάτια δηλαδή ξεκινούν από κάπου στην πορεία πηγαίνουν τελείως αλλού για να καταλήξουν εκεί που έδειχναν ότι θα φτάσουν από την αρχή. Αυτό όμως απαιτεί να κάτσεις και τα προσέξεις, κάτι που δύσκολα θα κάνεις μιας και δεν έχεις χρόνο, οπότε πέτα μια ταμπέλα progressive rock και είσαι μέσα.
Από στίχους το ένα τρίτο είναι στα ισπανικά (αναμενόμενο) τα οποία και ηχούν πάρα πολύ όμορφα στα δικά μας αυτιά αλλά ίσως όχι στους περισσότερους. Επιρροές και θέματα ποικίλουν αυτή την φορά όπως δήλωσε ο ίδιος ο Cedric Blixer-Zavala. Μουσικά το όλο εγχείρημα αν και πολύ ευχάριστο δεν τους πάει πουθενά παραπέρα. Αυτή είναι και η αδυναμία αυτού του δίσκου. Το συγκρότημα εδώ δεν πειραματίζεται / ψάχνετε ιδιαίτερα κάνει απλά αυτό που γουστάρει. Το αποτέλεσμα είναι πολύ καλό αλλά μόνο για φίλους. (Σαν τον John Frusciante των R.H.C.P. που συμμετέχει στην κιθάρα.) Πολλές κατευθύνσεις που μάλλον δεν καταλήγουν πουθενά συγκεκριμένα. Γενικά το συγκρότημα είναι ολοφάνερο ότι ακόμη έχει δρόμο μπροστά του.
Οπότε μέχρι την επόμενη φορά που ίσως τα πράγματα να έχουν δέσει καλύτερα το συνολικό αποτέλεσμα του δίσκου θα θυμίζει αυτό το review. Διάφορες σκέψεις όλες αρκετά σχετικές με το θέμα που εξετάζει αλλά όχι και τόσο σωστά δεμένες μεταξύ τους.