Ο Max Richter ήταν ένας από τους έξι πιανίστες που φορμάρισαν το 1989 τους Piano Circus. Πρώτη και ιδρυτική ιδέα; Να αποδώσουν τη σύνθεση 'Six Pianos' του Steve Reich (το ιδιότυπο αυτό ensemble υπέγραψε στην καταξιωμένη ετικέτα της Decca/Argo). Στα δέκα χρόνια σχεδόν που έμεινε μαζί τους δούλεψε πάνω σε συνθέσεις των Arvo Part, Philip Glass και Brian Eno, πριν το ενδιαφέρον του για τα ηλεκτρονικά τον οδηγήσει στη συνεργασία του με τους Future Sound Of London, η οποία και αποτυπώθηκε στα άλμπουμ των τελευταίων 'Dead Cities' και 'The Isness'. Ο πρώτος του προσωπικός δίσκος, με τίτλο 'Memoryhouse', κυκλοφόρησε μόλις το 2002 στην Late Junction, το label του BBC, με τη συμμετοχή της περίφημης Φιλαρμονικής Ορχήστρας του ραδιοσταθμού.
Γεννημένος στη Γερμανία, αλλά μετανάστης από παιδί ακόμη, ακολουθώντας τους γονείς του, στη Βρετανία, ο 38-χρονος σήμερα Max Richter σπούδασε πιάνο και σύνθεση στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου, στη Βασιλική Μουσική Ακαδημία και στη Φλωρεντία της Ιταλίας κοντά στον πρωτοποριακό Ιταλό συνθέτη Luciano Berio.
Στο 'The Blue Notebooks' στράφηκε σε ένα μικρότερο μουσικό σχήμα από ότι στο ντεμπούτο του πριν δύο χρόνια. Ένα πενταμελές σύνολο εγχόρδων συγκεκριμένα, αποτελούμενο από τους Louisa Fuller, Natalia Bonner (βιολί x2), Philip Sheppard, Chris Worsey (τσέλο x2) και John Metcalf (βιόλα). Ως έργο βασισμένο πάνω σε κείμενα από τα λογοτεχνικά έργα 'The Blue Octavo Notebooks' του Franz Kafka και 'Hymn Of The Pearl', 'Unattainable Earth' του Czeslaw Milosz, ο Richter το θέλησε με τονισμένη τη θεατρικότητα. Και την βρήκε στο πρόσωπο της βρετανίδας ηθοποιού Tilda Swinton, συνεργάτη στα τελευταία του Derek Jarman, η οποία απαγγέλλει αποσπάσματα από τα παραπάνω, ως σύντομες εισαγωγές σε αρκετά από τα κομμάτια του cd. Οι ήχοι, άδειοι και αποπροσανατολιστικοί, από τους χτύπους της γραφομηχανής που συνοδεύουν τη φωνή της, λειτουργούν επαυξητικά και καταβλητικά προς κάτι άπιαστο και ιδεώδες, κάτι δυναμικό, κάτι άχρονο.
Ο Max Richter συνθετικά εντυπωσιάζει. Συγκινεί. Δημιουργεί συναισθηματική ευφορία. Κινεί παλμικά ρεύματα εσωτερικού ψυχισμού, σαν ασανσέρ.
Όπως όλοι οι μεγάλοι μουσικοί-συνθέτες αρπάζει τη ματαιότητα του φευγαλέου και τη σφραγίζει στις πτυχές του ανθρώπινου εσώτερου, χρωματίζοντάς τη σε ολιγόλεπτα μουσικά θέματα, τα οποία όμως αρκούν για να υποκλιθεί η φαντασία στο πόσο περιεκτική, αλλά και ελαφριά μπορεί να γίνει, ενίοτε, η ίριδα. Είτε είναι λιτά, μόνο με πιάνο ('Horizon Variations', 'Vladimir's Blues', 'Written On The Sky'), είτε περισσότερο προσαρμοσμένα στις κινήσεις της μικρής ορχήστρας που τον συνοδεύει εδώ ('On The Nature Of Daylight', 'Shadow Journal', 'Arboretum', 'The Trees'), σε κάθε περίπτωση τα θέματα που έγραψε ο Max Richter δεν κρύβουν τις επιρροές του.
Πετυχαίνουν όμως κάτι πάρα πολύ σημαντικό, να δουν πέρα απ' αυτές και να παίξουν με τη φορτισμένη σιωπή, όπως ελάχιστοι της γενιάς του. Πέρα, ας πούμε, από τον δηκτικό μινιμαλισμό του Glass, πέρα από το τόσο ανυπότακτο και αυστηρά προσωπικό tintinnabuli στυλ του Part, πέρα από το διακριτικά νεωτεριστικό (ambient) τρόπο ενός Eno και κοντά στο νεο-κλασικισμό του Michael Nyman, τους χρωματισμούς του Zbigniew Preisner, την αρμονική εσωτερικότητα του Gavin Bryars, την κάποτε αναθεωρητικότητα των Rachel's και Sylvain Chauveau. Μη πάγιοι δρόμοι, σεβασμός, ανιχνεύσεις, αλλά και διακριτικό ρίσκο και γιατί όχι ένστικτο.
Θα προτρέψω να ακούσει κάποιος ένα δίσκο του 1992 στην ECM New Series, το 'Trivium', με συνθέσεις για όργανο των Arvo Part, Peter Maxwell Davies και Philip Glass, για έναν και μοναδικό λόγο: να διαπιστώσει το πώς ακριβώς εκείνα τα στοιχεία ο Max Richter τα πήρε ατόφια υπόψη του και τα έκανε, ενώ φαίνονταν ήδη εξαντλημένα, κλειδιά για άλλα τοπία, αυτά των 'Iconography' και 'Organum'. Δίνοντας τους, ενίοτε, το βλέμμα της ενατένισης των 'The Piano' και 'Music For Egon Schiele'.
Οι μελωδίες και σχεδόν άλλο τόσο και οι ενορχηστρώσεις, του ίδιου του Max Richter, ευλογούν την καινούργια σημασία που απέκτησε πλέον ο όρος minimal στη σύγχρονη σύνθεση. Αν όμως κάποιος μπει βαθιά από πίσω, θα διαπιστώσει το πόσο μοντέρνα αποκεντρωτική αποδείχτηκε στο 'The Blue Notebooks' η προσθήκη στο υπόβαθρο διάφορων περιβαλλοντικών ηχογραφήσεων, που έγιναν επί τούτου φαντάζομαι τριγύρω στο Λονδίνο, αφού πετυχαίνουν το επίκαιρο στην πλοκή και την αίσθηση του κινούμενου, του μη στατικού σε κείμενα που, αντιθέτως, γράφτηκαν στις κλειστές συνθήκες ενός δωματίου, κάποια αλλοτινή εποχή.
Θεωρώ ότι αυτή είναι η σημαντικότερη από τις κυκλοφορίες της 130701, του «κλασικού» off-shot label της Fat Cat, μέχρι σήμερα. Συνάμα, το 'The Blue Notebooks' έγινε ίσως ο πιο ευφάνταστος δίσκος του χώρου από την εποχή του συγκλονιστικού 'Children Of Nature' του Ισλανδού Hilmar Orn Hilmarsson. Must!