Mechanimal
Γιάννης Παπαϊωάννου, Τάσος Νικογιάννης, Freddie F. Του Άρη Καραμπεάζη
Αν καθίσεις να κάνεις μία ανασκόπηση του ό,τι αορίστως αποκαλείται "ελληνικό ροκ" τις τρεις τελευταίες δεκαετίες στην Ελλάδα, το πιθανότερο είναι ότι (κακώς) δεν θα (θυμηθείς να) συμπεριλάβεις κάποιο από τα (πολλά) project του Γιάννη 'ΙΟΝ' Παπαιωάννου (ναι, γιατί δεν είναι 'ροκ' ο άνθρωπος, θα μου πεις, αλλά ξέρεις τι θέλω να πω...). Το διαπίστωσα λίαν προσφάτως... Ή θα το θυμηθείς παρεμπιπτόντως και δια μέσω ή θα θυμηθείς τους a priori black Rehearsed Dreams αν λέγεσαι Αντώνης Ξαγάς. Κύρια "υπεύθυνος" για αυτό, το λοιπόν, φέρεται να είναι ο ίδιος ο ION, o οποίος με κάθε επόμενο project και σε κάθε προηγούμενο σχήμα που συμμετέχει, φροντίζει πάντοτε να διατηρεί μία θεμιτή στόφα ιδιαιτερότητας (στην αυθεντική αυτή μορφή της), που παρότι ούτε ελιτίστικη, ούτε αυτιστικά αβανγκαρντίστικη είναι, εν τούτοις προς τιμήν της (και προς τιμήν του) δεν συμμετέχει στις συνήθως λαϊκίστικες ανάγκες του ελληνικού "ροκ" κοινού, αλλά σθεναρά απέχει.
Που θέλω να καταλήξω το λοιπόν; Μήπως στο ότι το Mechanimal, ως project- συγκρότημα, αλλά και ως δίσκος, έρχεται να διορθώσει όλα τα παραπάνω και να καταστήσει κατ' αρχήν τον ΙΟΝ και στη συνέχεια την υπόλοιπη ομάδα, επιτέλους "βατό" και "προσβάσιμο"; Στο ότι εμπεριέχει τα στοιχεία εμπορικότητας, που είναι ικανά να στρέψουν τα βλέμματα και να ανασύρουν τη μνήμη του δίσκου πρώτη σε λίστες χρονιάς, δεκαετίας και δεν ξέρω εγώ τι άλλο; Ή δήθεν στο εύκολο μουσιογραφιάδικο κλισέ περί του ότι οι Mechanimal ξεκινούν από εκεί που είχαν σταματήσει οι Spider's Web και πηγαίνουν παραπέρα.
Σαχλαμάρες: οι λέξεις βατό και προσβάσιμο είναι τουλάχιστον προσβλητικές για μια προσπάθεια που πιάνει εξ αρχής το νήμα του ηλεκτρονικού - βιομηχανικού ήχου ως ροκ απόληξη και όχι τυχόν επιδιωκόμενο αποτέλεσμα, το οποίο είτε ξεχάστηκε στο βωμό της σάπιας garage αναβίωσης που εκίνησαν οι Strokes πριν από αιώνες, είτε εγκλωβίστηκε στα κλισέ όσων τα 'κονόμησαν από αυτό . Η, δε, εμπορικότητα είναι στοιχείο αποκλειστικά μετρήσιμο και όποιος την προοικονομεί με κάθε τρόπο, ανόητα σκέφτεται. Και οι Spider's Web ήταν συγκρότημα Φάρου κατ' αρχήν και ουδέν μένει να ειπωθεί πέραν αυτού.
Αν κάτι είναι που ριζικά διαφοροποιείται στους Mechanimal σε σχέση με ό,τι προηγήθηκε αυτού δια χειρός ION (όχι δεν έχω ξεχάσει τους υπόλοιπους δύο, θα τα πω παρακάτω) είναι η (επί του παρόντος τουλάχιστον) οριστική απεξάρτηση του από κάθε είδους εμμονικό φομρμαλισμό, είτε πρόκειται περί παρανοϊκής νταρκίλας, είτε για techno προσήλωση, είτε για οτιδήποτε άλλο. Χωρίς αυτό πάλι να σημαίνει ότι ο δίσκος αοριστολογεί σε είδη και αισθητικές, πατώντας αόριστα παντού και πουθενά. Αντίθετα, η ψυχωμένη ραχοκοκαλιά του Mechanimal είναι μία απολύτως στιβαρή (πώς θα μπορούσε άλλωστε...) ηλεκτρονική βάση, που απογυμνωμένη θα είχε ακόμη και τότε αυτοτελή αξία. Ηλεκτρονικότητα όχι από αυτή την όψιμη, την post Radiohead, που μόνο τέτοια δεν είναι καθώς φοβισμένα αποστρέφεται τον ροκ εαυτό της, αλλά γνήσια εξερευνητική, με βάθος πίσω της και προοπτική μπροστά της. Και νομίζω ότι η εποχή δεν ευνοεί την απεξάρτηση από τον μουσικό φορμαλισμό, οπότε δίνω ένα credit παραπάνω για αυτό. Ο ΙΟΝ θα μπορούσε να βγει και να το παίξει Minimal Wave και να "βουλιάξει" όλο το υπάρχουν ρόστερ της συμπαθούς κατά τα άλλα εταιρείας. Άνετα.
Στη βάση αυτή προστίθενται κατ' αρχήν οι "ροκ" κιθάρες του Τάσου Νικογιάννη (Make Believe κ.λ.π.), που στην ουσία κάθε άλλο παρά στείρα ροκ επιθυμούν να είναι και ορθώς ΔΕΝ είναι τελικά. Διότι αν στα παραπάνω έπεφτε ένας σωρός από κιθάρες, όπως συνήθως γίνεται σε τέτοιες περιπτώσεις, θα ψάχναμε τη σωρό της ηλεκτρονικής βάσης πεσμένη κάπου στο έδαφος, και αρκούντως βιασμένη στο σύνηθες νεομεταλοβιομηχανικόενοχλητικό μόρφωμα, που τόσο μας ταλαιπωρεί εδώ και δεκαετίες. Ο Νικογιάννης αντίθετα έπαιξε τις κιθάρες του με στυλ, σεβασμό και σύνεση. Πρόσθεσε, αλλά δεν μπούκωσε, γέμισε, χωρίς να υπερχειλίσει, χαρίζοντας στο τελικό άκουσμα το απαραίτητα τεντωμένο νεύρο, το οποίο -θέλουμε δεν θέλουμε να το παραδεχτούμε- μόνο οι κιθάρες προσδίδουν τελικά με τέτοιο ιδιαίτερο τρόπο. Σε κάποια, δε, σημεία του δίσκου, μη εξειδικευμένοι ακροατές - σαν και μένα- σχεδόν "δεν ακούν" κιθάρες, και όμως αυτές είναι εκεί και δίνουν το πνεύμα. Και αυτό είναι το επίτευγμα, που καλείται να επιτελέσει ο κάθε κιθαρίστας στο πλαίσιο μιας τέτοιας προσπάθειας, που δεν τον καλεί για να γίνει ήρωας. Και ο Νικογιάννης το πέτυχε απόλυτα.
Μέσα σε όλα αυτά, υπάρχει ένα τρίτο μέλος της μπάντας, που θα μπορούσε να είναι η αρχή των πάντων, για τα παραπάνω, αλλά θα μπορούσε, εξίσου, να θεωρηθεί ότι δεν πρόκειται για κάποιον που συνέπραξε, παρά για αφηγήσεις, διηγήσεις, ρεπορταζιακές αναφορές, παραμιλητά και προφορικές αντιστίξεις που με εκπληκτικής ακρίβειας προσοχή και επιμέλεια περισυνελέγησαν από παντού σχεδόν, για να έρθουν να κολλήσουν σε ό,τι προϋπήρχε. Και αυτό είναι κάτι παραπάνω από επίτευγμα, καθώς και εδώ είναι απολύτως φανερό ότι οι συνθέσεις και η εσωτερική ορμή των στίχων, δεν έχουν και πάλι ανάγκη από τον συνηθισμένο τραγουδιστή- προβολέα, αλλά ούτε και από κάποιον και καλά ιδιώνυμο εγκληματία αρμονιών που παρά φύσει ασελγεί επί των λέξεων, επειδή στην πραγματικότητα δεν μπορεί να τραγουδήσει. Ο Freddie F. -τα είπε-, όπως έπρεπε να τα είπε, και όπως μετά τις ακροάσεις πείθεται ο καθένας ότι δεν θα μπορούσα να τα πει κανένας άλλος. Τέλος.
Έχω ξοδέψει ήδη εκατοντάδες λέξεις, που μπορεί και κανείς να μην μπήκε στον κόπο να διαβάσει ως εδώ, χωρίς καν να μπω ήδη στο θέμα, ήτοι στο να περιγράψω την σκοτεινιασμένη, αλλά όχι ζοφερή, οργισμένη, αλλά όχι αγανακτισμένη κ.ο.κ. ατμόσφαιρα του δίσκου. Δεν έχω καν περιθώριο να πιάσω ένα- ένα τα τραγούδια, για να πω τουλάχιστον ότι στο Un/Mobility η ανατριχιαστική αλά Joy Division μπασογραμμή κλείνει πονηρά το μάτι σε όσους αναζητούν από κάπου να πιάσουν το νήμα. Και επειδή κι εγώ είμαι από αυτούς που θέλω από κάπου πάντα να πιάνομαι στις ακροάσεις μου, θα αρκεστώ να πω ότι σε επίπεδο εγχώριας σκηνής, αυτό είναι το άλμπουμ που άργησε σχεδόν είκοσι χρόνια να κυκλοφορήσει ως πειστική απάντηση σε εκείνο το εκπληκτικό Fairy Tales From A Big City των Groove Machine, για να αποδείξει ότι οι εκεί προφητείες είναι η εδώ πραγματικότητα.