Ποπ
Ποπ όνομα και πράγμα ο τέταρτος κατά σειρά δίσκος των Μέντα. Έτσι, η επονομασία του μας προϊδεάζει σε ιδανικό βαθμό για τα πεπραγμένα που θα αντικρίσουμε μέσα του. Κάτι το feeling good βλέμμα, το οποίο αποπνέει χωρίς να πασχίζει ιδιαίτερα, κάτι η ευδιάθετη ατμόσφαιρα που άλλωστε αποτελεί σήμα κατατεθέν του γκρουπ και βγαίνει επίσης αβίαστα στις ζωντανές του εμφανίσεις, και ο γρίφος του "περί τίνος πρόκειται" για το άλμπουμ λύνεται σχετικά γρήγορα.
Τα σοκάκια στα οποία εθεάθησαν να διαβαίνουν κατά τη διάρκεια των ηχογραφήσεων του "Ποπ", αποτελούν στην πλειοψηφία τους γνώριμα λημέρια για το κουαρτέτο. Η ειδοποιός διαφορά σε σχέση με τις περασμένες φορές, απαντάται αφενός στην αρτιότερη παραγωγή - διαμέσου του κιθαρίστα Kώστα Βλάχα και του Coti K. - που έχει επιτελεστεί σε δουλειά τους και αφετέρου στο πολύμορφο συνθετικό αποτέλεσμα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η ψυχεδελική έναρξη που λακτίζουν "Οι xαρές" και οι εξαιρετικές κραυγές της Ελένης Τζαβάρα (Etten) πλάι στα υπέροχα φωνητικά του Νίκου Παπαδημητρίου.
Στο τετ α τετ του με την πιο εξέχουσα έως τώρα full length κατάθεσή τους "Ινστρουμέντα", η οποία κυκλοφόρησε το 2007, το "Ποπ" έχει να επιδείξει έναν ρετρό χαρακτήρα που πλάθεται με ωριμότητα και σύνεση. Η ηχητική του θεματική αγκαλιάζει ζεστά τις 60's αναμνήσεις και τις τοποθετεί δίχως ενδοιασμούς στην σκακιέρα. Σε στιγμές όπως αυτές του "Αύριο", με την αρωγή και του σαξοφώνου, πηγαίνουν straight forward προς την επίτευξη του στόχου, ενώ σε άλλες εγκλωβίζονται στην μέση, όπως στο jazzy αποτύπωμα που αφήνει το "Φοβάσαι μήπως δεν προφτάσεις".
"O δρόμος" τους στρώνεται με κιθαριστικά power pop ροδοπέταλα και συνάπτει ισχυρό δεσμό με τα πληκτροφόρα. Εκεί κείτεται χαμογελαστός o Elvis Costello εκεί και οι Clash."Το κενό" ξεχωρίζει με ευκολία, έχοντας ως πολιορκητικό κριό την μελωδική bluesy απλότητα του πιάνου και μια αξιοζήλευτη πλοκή που θα ορεγόταν ακόμα και η ψυχελολαγνεία των Super Furry Animals. Σπουδαίας σημασίας και η συσπείρωση των πνευστών (τρομπέτα, τρομπόνι και σαξόφωνο) στο ska-punk φινάλε. Δυο-τρεις ακόμα τέτοιες συνθέσεις να συλλάμβαναν και θα μιλούσαμε για ιδιάζουσα οξυδέρκεια πνεύματος και εκτελεστική δεινότητα που την εφαρμόζει.
Punk με επιστρώσεις ska φυσημάτων απ' τα χάλκινα πνευστά δρουν με επιτυχία και στο "Κρύβεται για πάντα". Κι αν, κατόπιν, την αξιοπρεπή πρώτη τετράδα τραγουδιών σπάει το βελούδινο "Φοβάσαι μήπως δεν προφτάσεις", τα άμεσα επακόλουθα της μη συνοχής συναντώνται στις άστοχες και αδικαιολόγητες προσθήκες των κομματιών "To σπίτι" και "H διαφορά" στο tracklist. Στο τελευταίο, εκ των δυο, η sunshine pop ξεγνοιασιά με τις Beach Boys υποψίες δεν δίνει εμφανές στίγμα και παλαντζάρει ανάμεσα στην υποστήριξη της μελωδίας και του θορύβου. Όσο για το πρώτο, δεν ξεφεύγει εκατοστό απ' την pop punk του συρμού, επιφορτίζοντας μάταια τα πνευστά με το ξεκαθάρισμα της κατάστασης.
Το άνευρο "κανονικό" outro με την διαδοχή της arena pop/rock μπαλάντας του "Κάτι άλλο να πω" απ' το χαμηλότονο "Βγαίνω κι ελπίζω", ακολουθεί το hidden track υπ' αριθμόν 11, σφραγίζοντας την ακρόαση με ξεσπάσματα παραμόρφωσης και electro μοτίβα, τα οποία και αντικατοπτρίζουν την επιρροή των dEUS και Flaming Lips αντίστοιχα πάνω στους Μέντα. Αφού, σώνει και καλά, οφείλω μετά το ξετύλιγμα του κουβαριού να βγάλω κι ετυμηγορία μέσω της βαθμολογικής αξιολόγησης, με κάποιες μικρές αποκλίσεις παραδίδω τον παρακάτω βαθμό...