Lulu
Πήρε πολλά εννιάρια αντεστραμμένα, είναι ώρα να πάρει κι ένα ορθό. Του Γιάννη Πλόχωρα
Η πρώτη σκέψη που μου ήρθε ακούγοντας τα εναρκτήρια ακόρντα απ την ακουστική κιθάρα του Lou Reed είναι ότι δεν θα πάψω ποτέ να συγκινούμαι από κάτι που εδώ και τόσα χρόνια έχει τη συναισθηματική φόρτιση της πρώτης φοράς που τα πρωτάκουσα σχεδόν ίδια κι απαράλλαχτα, σε κάποιο δίσκο των Βέλβετς ή του ιδίου, δεν θυμάμαι.
Ποτέ δεν ήταν η μουσική καθεαυτή το θέμα με τον Λου Ρηντ, ήταν η αίσθηση. Το μπραβάντο του "είμαι εδώ, έτσι". Κι όταν στα τέσσερα μέτρα αναδύεται απ τα έγκατα του αρκτικού ωκεανού το αγέρωχο, αυστηρό, ψυχρό κι επιβλητικό μέταλ των Metallica το όλο εγχείρημα από το αμφιλεγόμενο ανοσιούργημα των ένθεν κακείθεν καθαρολόγων αποδεικνύεται αυτό που είναι, έτσι.
Ποτέ δε νοιάστηκα για το ηθικό ποιόν των μουσικών. Αν οι ΕX δεν έπαιζαν τη μουσική που παίζουν, θα τους εκτιμούσα απεριόριστα για το ποιοί είναι και τι πρεσβεύουν, αλλά δίσκο τους δε θα χα.
Και ναι, η ακρόαση ενός φορτισμένου Λου με τις τελεσίδικες κιθάρες των Χέτφιλντ /Χάμετ στο The View γράφει πια την κριτική μόνη της. Το ροκ, θυμήθηκα, είναι ολοκληρωτικό, αγαπούλες, άναρχο, φασιστικό μαζί, ασεβές, μια ανωμαλία του δυτικού πολιτισμού, ένα εξώγαμο του Μπιλ Χέιλι με την Πανδώρα, είναι κακό, ανήθικο, απρεπές, ένα καρκίνωμα στο μυαλό παιδιών που μεγάλωσαν με μίκυ μάους, ντόνατς, υποχρεωτικό εκκλησιασμό και καλούς τρόπους.
Μόλις τελείωσε το διεστραμμένο Pumping Blood και άρχισε το παραληρηματικό Mistress Dread. Φαντάζομαι τον πρόωρα χαμένο λούζερ Λέστερ Μπανκς να χτυπιέται στον τάφο του, μ' ό,τι κόκκαλο δεν τού χει λιώσει.
Τα παιδιά μου, μεγαλωμένα με Κεραυνό ΜακΚουήν και βιολογικές μπανάνες, δεν ξέρω αν θα βρουν χρόνο για το Λούλου. Τους εύχομαι να μην.