Υπέρβαση
Κι αν πάψεις να νοιώθεις τις πληγές της νιότης που σέρνουν τον ήχο της ντροπής,
Κι αν λήθη και δάκρυ το αίμα λερώσουν, κι αν φόβος λυγίζει τη γενναία ψυχή
Δίχως νόημα δε θα ηχούν οι λέξεις, τις στιγμές που σβήναμε τα ίχνη των θεών Ηδονή... "Μαύρος Κύκνος"
Ανατράφηκα κι εγώ με τις βρετανικές ανεξάρτητες των αρχών τις δεκαετίας του 80. Το new wave της εποχής, απομακρυνόμενο σιγά σιγά από την punk αγριάδα και την ροκάδικη επιθετικότητα άρχισε να γίνεται εσωτερικό, να πλημμυρίζει κήμπορντς, να βουτάει στα εσωστρεφή. Αλλά δεν είναι αυτός ο λόγος που διάλεξα αυτό τον δίσκο. Είναι επειδή τον ακούω μέχρι και σήμερα, σε εποχές τόσο διαφορετικές και τόσο υπερκορεσμένος από ακούσματα. Το παράξενο είναι ότι δε μπορώ πλέον ν' ακούσω τα περισσότερα από τα συγκροτήματα που αποτέλεσαν τον φάρο για την ιδιαίτερη προσωπικότητα της μουσικής των MD. Στην ουσία μόνο στους Chameleons επανέρχομαι από καιρό σε καιρό. Tους αναρίθμητους υπόλοιπους, από τους Sad Lovers and Giants έως τα δεκάδες φυντάνια της Factory δυσκολεύομαι πια ν' ακούσω. Η ζωή προχωράει, μα η Υπέρβαση (της) είναι τοποθετημένη δίπλα στα κλασσικά βιβλία : δεν τα χρησιμοποιείς κάθε μέρα μα τα έχεις σε σημείο πρόχειρο, ώστε να τα αρπάξεις σε κάθε κατάλληλη στιγμή ανάγκης.
Αν δεν είχα πετάξει τα παλιά τεύχη του Ήχου θα έψαχνα μια πολύστηλη κριτική του Αργύρη του Ζήλου για τον δίσκο αυτό. Φαινόταν κι ο ίδιος σαστισμένος, θυμάμαι πολύ καλά τις τελευταίες του λέξεις. Ένοιωσα, έγραφε πάνω κάτω, πως η πορεία τους διασταυρώνεται σε κάποια στιγμή με τη δική μου. Έτσι όπως το εννόησα, δε θα μπορούσε να κλείσει καλύτερα. Έχω μνήμη Μετροντηκεηπόντικα, Αργύριε.
Ο Κώστας Μάστορης σε μπάσο και συνθεσάιζερ και τα αδέλφια Αντώνης Μανιάτης σε κιθάρα και φωνή και Γιώργος Μανιάτης σε τύμπανα σχημάτισαν τους MD αρχές της δεκαετίας του 80. Γύρω στο 83 αν δεν κάνω λάθος κυκλοφόρησαν σε επτάιντσο δύο συναρπαστικά, σχεδόν δίδυμα κομμάτια, πλημμυρισμένα με κήμπορντς, κιθάρες και την ιδιαίτερη, σχεδόν ξενική φωνή του Α.Μ. (Σκιές / Κειμήλια). Ήταν κάτι εντελώς διαφορετικό απ' οτιδήποτε ακουγόταν από τις τότε ελληνικές μπάντες. Το Υπέρβαση βγήκα το 84 και προς μέγιστη τιμή τους ή για κάποιον άλλο λόγο δεν τα περιέλαβε.
Πραγματικά η Υπέρβαση έμοιαζε να μιλάει πολύ απλά στις δικές μας μουντές μα και ευφάνταστες ζωές τότε. Με ποίηση που ήταν τόσο προσωπική που καταντούσε δική σου, με εικόνες τόσο οικείες. Οι 3 απλές φάτσες του οπισθόφυλλου που στέκονται με σκουφιά και παλτά στην έρημη πλατεία, τα φώτα που αντανακλούνε τα βρεγμένα πλακάκια, οι μακρινές αντανακλάσεις, το φευγαλέο της νύχτας, επιτέλους, οι δικοί μας ανεξάρτητοι. Όταν αυτή η ποίηση δεν ήταν προσωπική, έσερνε πίσω της σουρεαλισμούς, ρομαντισμούς, πεσσιμισμούς, μύριους αντικατοπτρισμούς. Και όχι, ο έρωτας δε σε σώζει από τους δαίμονες της ψυχής. Τρέμω στη σκέψη να νοιώθω πύρινα χέρια, να μου προσφέρουν μια λύση μέσα στη σιωπή ("Ανάμεσα σε δύο κρεσσέντα").
Τρυπώ μ' αγκάθια τα λευκά σου χέρια, το ξέρω, μα ο πόνος μη μας χωρίσει, το κορμί σου αγγίζω, το μυαλό θολώνει τις ενοχές της ξερνάει η ψυχή ... Ο δίσκος ξεκινάει με μια κλασική τριάδα. Τον κλασικό πλέον στην όλη σκηνή Μαύρο Κύκνο, στο αβανταδόρικο στυλ των Σκιών και των Κειμηλίων, τον dark ερωτισμό του Ανάμεσα σε δύο Κρεσσέντα και το ακόμα σκοτεινότερο Ταξίδι με ένα καθαρσιακό ρεφραίν. Αλλά ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της Υπέρβασης αποτελούν και τα τρία instrumentals (νούμερο πρωτοφανές, τη στιγμή που συνήθως το πολύ να περιλαμβανόταν ως κλείσιμο ένα σε κάθε δίσκο, του είδους αλλά και γενικά). Το κιθαριστικό Εισαγωγή στην Κίνηση, το πρωτοποριακό Παιχνίδια στην Επιφάνεια (ας το ακούσουν οι μανιώδεις του Aphex Twin και των συναφών) και το επτάλεπτο Λίμπιντο που θα στεκόταν σήμερα σε οποιονδήποτε υποδειγματικό electronica δίσκο. Η δεκάδα συμπληρώνεται με τα κλειστοφοβικά Το Πάγωμα του Πάθους, Aπειλή και Έβενος και το γλυκόπιοτο / πικρόπιοτο Υπέρβαση.
Πήρα τον δίσκο πριν κάτι χρόνια, στην επανέκδοση της FM χωρίς να κοιτάξω τους τίτλους, εφόσον τους ήξερα. Καθώς τελείωνε η δεκάδα σκεφτόμουν πόσο θα ήθελα να έχω και το Σκιές / Κειμήλια δίπλα σ' αυτά τα κομμάτια. Και νόμιζα πως ήμουν ήρωας φανταστικού διηγήματος, καθώς εκείνη τη στιγμή ήδη ακουγόταν η εισαγωγή του Σκιές. Μου πήρε σχεδόν λεπτό μέχρι να καταλάβω πως η επανέκδοση συμπεριέλαβε τα δυο κομμάτια...
Ο χρόνος πάντα ελπίδες φέρνει, οι ελπίδες σβήνουν με τον καιρό, μα κάτι στη ματιά μας βουβά ορίζει, έναν μαύρο κύκνο θαρρώ... Όπου και να είναι, ας έρθουν σε επαφή.