Dead Slow
Όταν για την περιγραφή της μουσικής ενός δημιουργού απαιτείται επίθετο παραγόμενο εκ του... επιθέτου του. Του Κώστα Καρδερίνη
Σιγά, πολύ σιγά· πολύς Σιγανίδης χωρίς ναυτική κατεύθυνση, δίχως πρόσω ή άπω ή έσω ή πίσω. Έξω ψυχή, έξω καρδιά. Με δοιάκι και προσανατολισμό [επαναπροσδιορισμό;] τη σωματική σχέση του με το μπάσο όργανο. Πρίμο η σχέση, σιγόντο ο Αναστασάκης. Πρίμο το κόντρα ακουστικό, σιγόντο τα ηχητικά αποσπάσματα. Πρίμο το δοξάτο ηλεκτρικό, σιγόντο τα ηχητικά εφφέ σε λούπες. Μια κι έξω, δίχως επανεγγραφές. Λάθε βιώσας και αλάνθαστα λανθάνων.
Αργά όσο δεν πάει· αργά αλλ’ όχι νεκρά. Σιγανιδικά αργά. Η σιγανή κίνηση και η αργή ταχύτης [ωραίες αντιφάσεις/αντιστίξεις!] ως αντιδράσεις στον αιώνα της τεχνητής α/νοημοσύνης, της διάσπασης α/προσοχής, του καπιταλισμού της α/πλατφόρμας. Αντί-δράσεις σιγανιδικές και δικές μας σε όλα αυτά που μας φεσώνονται, μας καπελώνουν, μας περικυκλώνουν ασφυκτικά, τόσο ασφυκτικά που αποκτούν εμπρός τους το α/ που τους αξίζει. Τόσο ασφυκτικά που πέφτει ο τόνος. Άτονος τόνος και άτομος τόνος.
Με πρόσωπο και προσωπικότητα Σιγαν(ιδ)ή [πέφτει ο τόνος, είπαμε]. Και να που προσπαθώ με γλωσσικά τερτίπια και λεξιπλαστικές παραβάσεις, σα δον κιχώτης που παλεύει με ανεμόμυλους, να περιγράψω κατιτίς από το απερίγραπτο. Κατιτί [τι άραγες;] από το αδιαχώρητο που γράφτηκε στις δυο πλευρές αυτού του βινυλίου. Να γράψω κάτι που να σέβεται την ταπεινή απεραντοσύνη του Μιχάλη Σιγανίδη. Που να τιμά την ανεκτίμητη μετροέπεια [δίχως α, όπως καλλιέπεια] του ανθρώπου που σιωπά κι αφήνει την μουσική να του/μας μιλήσει. Την μουσική που, αφού γράφτηκε, αυτονομήθηκε.
Την μουσική που του επιτρέπει να ξαναεπιστρέψει ατάραχος στη σιωπή του· στη σιγή του.