Τι είναι το ποδόσφαιρο; Ένα άθλημα είναι η τυπικά προβλεπόμενη απάντηση! "Θρησκεία, πάθος, πώρωση!", θα απαντήσει ο οπαδός... "Τέχνη", θα πει ο ρομαντικός. "22 μαντράχαλοι που κυνηγάνε ένα ασκί φουσκωμένο με αέρα", θα απαντήσει ο ελιτιστής πολέμιος. "Το να πει κανείς ότι αυτοί οι άνθρωποι έδωσαν τα λεφτά τους για να δουν είκοσι δύο μισθοφόρους να κλωτσάνε μια μπάλα, είναι σαν να λέει ότι το βιολί είναι ξύλο και έντερο γάτας, ότι ο Άμλετ είναι πολύ χαρτί και μελάνι", θα δώσει την πληρωμένη απάντηση ο δημοσιογράφος και συγγραφέας J. B. Priestley (την αλίευσα από το βιβλίο του Κωνσταντίνου Καμάρα "Οιδίπους, σέντερ μπακ"). Βέβαια, δεν ξέρω αν θα εξακολουθούσε να έχει την ίδια άποψη μετά από τη θέαση ενός οποιουδήποτε αγώνα του ελληνικού πρωταθλήματος, αλλά ας είναι...
Αν δεχθούμε λοιπόν, έστω για αυτό το κείμενο, το προαπαιτούμενο, ότι το ποδόσφαιρο είναι ένα είδος τέχνης, τότε ο Zidane υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους υπηρέτες της... Και έχει όλα τα συστατικά για να μείνει ένας μύθος. Έζησε δύσκολη και μυθιστορηματική ζωή, ξεκίνησε από τα κακόφημα σοκάκια της Μασσαλίας για να φτάσει στην κορφή του κόσμου, οδηγώντας μια ομάδα μαύρων και μεταναστών σε τρόπαια, για να αποχωρήσει από τα γήπεδα με ένα ανάξια μεγαλειώδες τέλος...
Από την άλλη, ο δίσκος των Mogwai που παρουσιάζουμε εδώ έχει όλες τις προϋποθέσεις για να ξεχαστεί γρήγορα... Αλλά ας μην προτρέχουμε!
Ο δίσκος αυτός λοιπόν είναι το ηχητικό ένδυμα της ταινίας-ντοκιμαντέρ των Douglas Gordon και Phillipe Parreno, οι οποίοι έστησαν 17 κάμερες υψηλής τεχνολογίας στο Μπερναμπέου και τις εστίασαν στις κινήσεις του ...καμπούρη με την αεροτομή, που λέει και ο Γεωργίου. Την ταινία δεν την έχω δει για να βγάλω περισπούδαστα συμπεράσματα για το αν η μουσική δένει με τα πλάνα κ.λπ. κ.λπ., αλλά έχω και την άποψη ότι κάθε έργο είναι (ή έστω πρέπει να είναι) αυτόνομο και αυτοδύναμο, και οφείλει να κρίνεται ανεξάρτητα, χωρίς να αδικείται ή να υποστηρίζεται από την εικόνα.
Οι Μοgwai σε αυτό τους το έργο ξεφεύγουν (άραγε επιλογή δική τους ή υποταγή στα πλάνα των σκηνοθετών;) από το γνωστό τροπάρι νηνεμία-καταιγίδα, ησυχία-ξέσπασμα, για το οποίο είναι γνωστοί στην πιάτσα. Έτσι, όλος ο δίσκος κινείται σε χαμηλούς τόνους, αργά, βασανιστικά και με ...υπνωτικά αποτελέσματα (Θανάση-Βασίλη, έχετέ το υπ' όψιν σας για τις δύσκολες άγρυπνες νύχτες!). Χωρίς μελωδίες, πελαγοδρομεί άσκοπα και φλύαρα σε εύκολες ατμόσφαιρες, αβαθή λυρισμό, δρασκελίζοντας συχνά τα όρια μεταξύ απλότητας και απλοϊκότητας.
Η λιτότητα, ο μινιμαλισμός (για να το πούμε και κουλτουριάρικα), η μονοτονία (για να το πούμε λαϊκά), προϋποθέτουν όμως πολλά καντάρια ταλέντο για να δώσουν ουσιαστικό αποτέλεσμα. Οι Mogwai ανέκαθεν μου θύμιζαν (για να μείνουμε και σε ποδοσφαιρικό κλίμα) την πάλαι ποτέ εθνική Σκοτίας... Μια μέτρια ομάδα, η οποία όμως χάρις στο φιλότιμο των κατηγορίας ξυλοκόπων παικτών της κατάφερνε πάντα να είναι παρούσα στα Μουντιάλ και πάντα να αποκλείεται τιμητικά στον πρώτο γύρο! Κάπου βέβαια με το "Half-time" έχουν μια στιγμή εμπνευσμένης έκλαμψης, αλλά μια καλή ενέργεια του "παίκτη" δεν αντισταθμίζει ένα μέτριο 90λεπτο (70λεπτο στην προκειμένη περίπτωση). Εξαίρεση στην κατατονία και το "μέχρι ....να πατήσω τη μία νότα βρωμάει η άλλη" κλίμα, αποτελεί το ...κρυφό κομμάτι, ένας 25λεπτος κυκεώνας αναίτιας φασαρίας και δήθεν πειραματισμού! Η ανελέητη χαριστική βολή...