Move + Shazam
Τα δύο πρώτα άλμπουμ των The Move remastered και όσο γίνεται expanded. Του Τάκη Κρεμμυδιώτη
Οι The Move, χωρίς καμία απολύτως υβριστική διάθεση, θα μπορούσαν σε ένα παράλληλο μουσικό σύμπαν -υπό προϋποθέσεις και τηρουμένων των αναλογιών- να είναι οι sophisticated rock Beatles. Πριν βιαστείτε να αποδοκιμάσετε, παρακαλώ διαβάστε και πάλι την παραπάνω πρόταση και εννοήστε ό,τι ακριβώς λέει. Φυσικά, δεν υπαινίσσεται ότι όντως υπήρξαν, αλλά μονάχα ότι τα μέλη αυτής της σχετικά παραγνωρισμένης μπάντας και ιδίως ο Roy Wood, ακόμα και δεδομένης της περιορισμένης δισκογραφίας τους, έδωσαν εξαιρετικά διαπιστευτήρια ότι θα μπορούσαν υπό προϋποθέσεις να γράψουν μουσική όπως οι The Fab Four. Και τότε, θα μου πείτε, γιατί έσβησαν μετά από τέσσερις δίσκους; Η προφανής σωστή απάντηση είναι «διότι δεν ήταν οι The Beatles», ενώ η όχι και τόσο αυτονόητη υπό συζήτηση είναι «διότι ήταν πιο προσηλωμένοι στις rock καταβολές τους».
Ό,τι κι αν πιστεύει κανείς, ανεξάρτητα από το πόσο εκτιμά τη μουσική των The Move, δε νομίζω πως μπορεί να διαφωνήσει σε δύο τουλάχιστον διαπιστώσεις. Αρχικά ότι η μπάντα από το Birmingham διαλύθηκε χωρίς να γνωρίσει την αποδοχή που της άξιζε, καθώς και ότι όλοι της οι δίσκοι είναι πολύ καλοί. Οι δύο πρώτοι ξαναπαρουσιάζονται στις γραμμές που ακολουθούν, ενώ δε μπορώ να μην κάνω έστω επιγραμματική μνεία στο επίσης αγαπημένο “Looking On” και το εξαιρετικό “Message From The Country”. Σήμερα μπορεί να πει κανείς ότι οι The Move έπαιζαν art rock, αλλά, σε περίπτωση που λέγατε κάτι τέτοιο τότε, δεν ξέρω αν θα συμφωνούσαν και πολλοί μαζί σας. Πιο καλό θα ακουγόταν το psych pop, με εμφανή στοιχεία rock. Αυτά τα τελευταία, μάλιστα, βγήκαν στην επιφάνεια κυρίως στις επόμενες μπάντες που έπαιξε ο Wood, με αποκορύφωμα τους Wizzard. Η σχετικά σύντομη ιστορία τους, αν δεν σας είναι ήδη γνωστή, είναι εύκολα προσβάσιμη στο διαδίκτυο. Αρκεί τηλεγραφικά να πούμε ότι σχηματίστηκαν το Δεκέμβριο του 1965, είχαν μέσα σε μια πενταετία εννιά singles στις κορυφαίες θέσεις των Βρετανικών καταλόγων επιτυχιών, το ντεμπούτο τους άλμπουμ στη 15η θέση, αλλά καμία συμμετοχή στο πολυπόθητο από κάθε οραματιστή Βρετανό μουσικό British Invasion. Προφανώς, όσο κι αν αυτό μπορεί να μη μοιάζει στις μέρες μας επαρκής δικαιολογία, μάλλον έτσι εξηγείται το γιατί οι The Move δεν έγιναν τελικά η μεγάλη μπάντα που μπορούσαν να γίνουν.
Τις κυκλοφορίες αυτές μπορείτε, χωρίς καμία δόση υπερβολής, να τις εντάξετε στον περιορισμένο εκείνο αριθμό, που η expanded εκδοχή τους είναι αληθινά άξια λόγου, όχι μόνο λόγω πληρότητας, αλλά και λόγω ποιότητας. Μεταφερόμαστε, λοιπόν, στα μέσα της δεκαετίας του ’60, όταν η λεγόμενη underground μουσική στη Βρετανία κέρδιζε συνεχώς έδαφος. Μόνο που, κατά μία οξύμωρη φαινομενικά σχέση, ένας από τους κύριους λόγους για να θεωρείται σημαντικό ένα underground συγκρότημα στη Βρετανία, προϋπέθετε να είναι επιτυχημένο στην Αμερική.
MOVE
Το ντεμπούτο άλμπουμ των The Move κυκλοφόρησε τον Απρίλιο του 1968 και είχε εξασφαλισμένη εμπορική απήχηση. Ο λόγος ήταν ότι δεν περιλάμβανε μονάχα αυτούσια τα μοναδικά singles “Flowers In The Rain – (Here We Go Round) The Lemon Tree” και “Fire Brigade – Walk Upon The Water”, ενώ είχαν προηγηθεί και τα “Night Of Fear” – Disturbance” και “I Can Hear The Grass Grow – Wave The Flag And Stop The Train”, που είχαν φτάσει αντίστοιχα στη δεύτερη και πέμπτη θέση του Βρετανικού chart, αλλά και η ύπαρξη εμβληματικών τραγουδιών, όπως το “Cherry Blossom Clinic”, που επανεμφανίζεται στο επόμενο άλμπουμ ως revisited. Ο δίσκος ανήκε στους καλύτερους της εποχής του και, όντας απόλυτα ποιοτικός, εξακολουθεί να ακούγεται αμείωτα φρέσκος και ενδιαφέρων. Η αρχική σύνθεση, που ηχογράφησε μόνο αυτόν τον δίσκο, αποτελούνταν από τους Roy Wood (κιθάρα, φωνητικά), Carl Wayne (φωνητικά), Trevor Burton (κιθάρα, φωνητικά), Ace Kefford (μπάσο, φωνητικά), Bev Bevan (ντραμς, κρουστά). Όπως γίνεται εύκολα αντιληπτό, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία πως οι The Move υπήρξαν η μπάντα με τους περισσότερους ενεργούς εναλλασσόμενους τραγουδιστές. Οι συνθέσεις ανήκαν στον Roy Wood, ενώ υπήρχαν και διασκευές των “Weekend” (Eddie Cochran), “Hey Grandma” (Moby Grape) και “Zing Went The Strings Of My Heart” (James Hanley – The Coasters).
Ο δίσκος επανακυκλοφόρησε σε ψηφιακή μορφή με πρόσθετα τραγούδια αρχικά το 1998 και στη συνέχεια το 2007, ακόμα πιο εμπλουτισμένος σε υλικό. Η αποτελούμενη όμως από τρία cd εκδοχή του αυτή είναι τόσο πλούσια, που δε μπορεί να φανταστεί κανείς ότι έχει αφεθεί κάτι για μελλοντική χρήση. Το remastering έχει γίνει πάνω στο μονοφωνικό mix της πρωτότυπης κυκλοφορίας, ενώ υπάρχουν πενήντα δύο επιπλέον εκτελέσεις τραγουδιών σε στερεοφωνικό mix, ακυκλοφόρητα τραγούδια από την πρώτη φορά που η μπάντα μπήκε σε στούντιο τον Ιανουάριο του 1966, αλλά και αρκετές ραδιοφωνικές εκτελέσεις, συμπεριλαμβανομένων αυτών στο BBC που έγιναν μεταξύ του Ιανουαρίου 1967 και του ίδιου μήνα του 1968. Ειδικότερα, το “Flowers In The Rain” ήταν το πρώτο τραγούδι που παίχτηκε στο Radio 1 την 1η Σεπτεμβρίου 1967 από τον παραγωγό Tony Blackburn, λίγες ημέρες πριν την επίσημη έναρξη του προγράμματος του σταθμού. Εκτός από το περίφημα αποτυπωμένο πρωτότυπο artwork, που επαναλαμβάνεται σε διαφορετικές αποχρώσεις στα άλλα δύο cd, υπάρχει το κλασικό εμπεριστατωμένο ένθετο βιβλιαράκι, αλλά και μια αφίσα με το εξώφυλλο και απεικονίσεις χαρακτηριστικών δημοσιεύσεων της εποχής. (8.5)
SHAZAM
Το δεύτερο άλμπουμ των The Move κυκλοφόρησε το Φεβρουάριο του 1970, χωρίς να μπει στα charts, επιβεβαιώνοντας τον άγραφο κανόνα ότι πολλά από τα εξαιρετικά άλμπουμ δεν έχουν τις πωλήσεις που τους αναλογούν. Θεωρείται από πολλούς, καθόλου άδικα, ως το καλύτερό τους και όχι μόνο για το απολαυστικό εξώφυλλό του. Κατά τη γνώμη μου, η άτυπη αυτή πρωτιά έχει τη βάση της στη «στροφή» που έκανε η μπάντα προς τους εναλλακτικούς ήχους. Μη φανταστείτε πως αποτίναξε μεμιάς το ύφος του ντεμπούτου, κάθε άλλο. Απλά έφερε περισσότερο στην επιφάνεια τις rock και ψυχεδελικές καταβολές της, λοξοκοιτάζοντας προς τον Johann Sebastian Bach, τους The Who και το progressive rock, τις οποίες ξεδίπλωσε σε μόλις έξι σφιχτοδεμένα υπέροχα τραγούδια. Κι εδώ, ακόμα πιο πολύ κι από το “Move”, δεν έχει χώρο για ειδικότερες προτιμήσεις, αλλά θα ήταν κρίμα να μην πούμε ότι τραγούδια σαν το “Beautiful Daughter” θα ήθελε πάρα πολύ να είχε γράψει ο McCartney. Εντάξει, όμως, δε θα κάθισε και να κλάψει, αφού τέσσερα χρόνια νωρίτερα είχε συνθέσει το “Eleanor Rigby”. Στα δύο χρόνια που μεσολάβησαν μέχρι την κυκλοφορία του δίσκου αυτού, υπήρξε αποχώρηση των Ace Kefford και Trevor Burton, αλλά και άφιξη του Rick Price, που ανέλαβε το μπάσο.
Φυσικά, ο πρωτότυπος δίσκος κι εδώ έχει υποστεί remastering, ενώ στα δύο cd του υπάρχουν τριάντα επτά επιπλέον τραγούδια, δώδεκα από τα οποία είναι ακυκλοφόρητα. Περιλαμβάνονται ακόμα είκοσι τρείς ραδιοφωνικές εκτελέσεις από το BBC, που έγιναν μεταξύ του Μαϊου 1968 και του Νοεμβρίου του 1969, καθώς και το δεδομένο ένθετο βιβλιαράκι και η αφίσα. Από τα επιπλέον καλούδια ξεχωρίζει το καταπληκτικό “Second Class (She Is Too Good For Me)”, η full version του “Omnibus”, το “Your Love Keeps Lifting Me Higher And Higher” που θυμίζει τους Them και η διασκευή του “Piece Of My Heart”. (9)