Χρόνια τώρα, φανατικοί και κολλημένοι με τον ξεροκέφαλο Neil Young ασχολούνταν με την επιμονή του στην άρνηση να κυκλοφορήσει το "On the Beach" σε cd. Μέχρι και site έχουν στήσει, όπου μάζευαν υπογραφές για να τον πείσουν να αλλάξει γνώμη. Ώρα είναι να βρουν κάτι άλλο να ασχοληθούν.
Αν έπρεπε να διαλέξω δυο μόνον δίσκους που χαρακτηρίζουν όσο γίνεται (που δεν γίνεται) πληρέστερα το Neil Young, αυτοί θα ήταν το "Everybody knows this is nowhere", με τις ξέφρενες κιθάρες (που επηρέασαν τους άγριους με τις βερμούδες που εφορμούσαν από το Seattle στα τέλη του ογδόντα κι άφησαν στον καημένο το Neil τη ρετσινιά «ο παππούς του grunge») και το "On the Beach", πιο ακουστικό, σπαρακτικό και παραπονιάρικο (καθοριστική επιρροή για τους στενοχωρημένους της americana).
Και πολλούς άλλους καθόρισε, ευτυχώς και δυστυχώς, ο γερο-Neil. Δυο από τα χιλιάδες παραδείγματα:
Δεν πάει πολύς καιρός που η Glitterhouse Records έμοιαζε με μεταπτυχιακό τμήμα NeilYoung-ολογίας.
Η Rickie Lee Jones, αν και διαφορετικού μουσικού ύφους, εξηγούσε πριν δέκα περίπου χρόνια πόσο σημαντικά στάθηκαν η φωνή και τα τραγούδια του Young γι' αυτήν και πόσο άλλαξαν τη ζωή της (και τη γκαρνταρόμπα της, ως teenager έβαζε στα jeans της μπαλώματα σαν τα δικά του, αγόραζε καρό επαρχιώτικα αμερικάνικα πουκάμισα κλπ).
Το "On the Beach" ήταν το πρώτο studio album του Young μετά το "Harvest", που δυο χρόνια πριν τον είχε καταστήσει mainstream superstar. Στην πραγματικότητα, μεταξύ των δύο ηχογραφήθηκε το "Tonight's the Night", το οποίο όμως τότε η εταιρία απέρριψε ως υπερβολικά τραχύ. Πάντως ο Young δεν είχε σκοπό να φτιάξει ένα "Harvest ΙΙ". Το 1974 κυκλοφόρησε το "On the Beach" και όπως φοβόταν οι managers, πάτωσε εμπορικά. Είναι προσωπικό, εσωστρεφές και πιθανότατα ο πιο εξομολογητικός δίσκους του Young. Πικρό και λυρικό, ένα είδος αντίδρασης στο σταριλίκι που προκάλεσε η επιτυχία του Harvest (υγιέστερη αντίδραση από την αυτοκτονία του Cobain, ο οποίος το "its better to burn out than fade away" το πήρε πιο σοβαρά από όσο έπρεπε).
Το Walk On είναι το μοναδικό τραγούδι του δίσκου με κεφάτο ήχο και μοιάζει ηχογραφημένο live. Αν υπήρχε ένα single, θα ήταν αυτό εδώ, με τις μπούκλες της κιθάρας και τα ζωηρά τύμπανα.
To Revolution Blues δεν ξέρεις από πού σου 'ρθε. Έχει το στίγμα των Band, καθώς μπάσο παίζει ο Rick Danko και τύμπανα ο Levon Helm. Ο συγχισμένος Neil Young εξαπολύει ένα γεμάτο γωνίες κιθαριστικό σόλο.
To For the Turnstiles νομίζεις ότι σου πέρασε ξυστά αλλά τελικά είσαι γρατσουνισμένος. Ο Neil Young παίζει banjo. Folk που θυμίζει αμερικάνικο νότο, απογυμνωμένο και χωρίς φιοριτούρες.
Το On the Beach, στο προσεχές αφιέρωμα των συντακτών του MIC με τα αγαπημένα μίζερα τραγούδια, θα βρίσκεται στις πρώτες θέσεις της ενδεκάδας μου. Μελαγχολικό μέχρι κατάθλιψης αλλά με καταπληκτική κιθάρα, αέρινα κρουστά και μελωδία που σε κρατάει αγκιστρωμένο. Οι μεγαλοστομίες των γκρινιάρηδων rock stars, για το πόσο απαίσιο είναι να είσαι διάσημος κι εμπορικά επιτυχημένος πάντα ακούγονται γελοίες, όμως εδώ ο στίχος ''Though my troubles are meaningless / that don't make them go away'' μοιάζει ειλικρινής και συνοψίζει λίγο-πολύ το βασικό θέμα του Young στο δίσκο, που είναι ο εαυτός του.
Το "On the Beach" εκφράζει την απώλεια των ψευδαισθήσεων της μετα-hippy περιόδου των μέσων του 70. Πότε ακούγεται κυνικό, πότε λίγο ξεκάρφωτο. Είναι στυφό, εύθραυστο, ανυπεράσπιστο αλλά προπάντων ακαταμάχητο.