Ardentes
Αν ο Fred ήταν πιο θυμωμένος, ο Greg έβαζε γυναικεία backing vocals, ο Jello ξανάνιωνε... Του Τάσου Κορομηλά
Κάθομαι στο ακατάστατο γραφείο και μετράω τις λιγοστές μέρες για να επανενταχτώ στο τιμημένο άνεργο ελληνικό δυναμικό. Καταλαβαίνεις τώρα, ειδικά αν έχεις κάνει στρατό ή δημόσιο, την "απαλεψιά" της συγκυρίας. Κι εκεί που σερφάρω ανενόχλητος στους ωκεανούς του ιστοχώρου αγνοώντας, ασυναίσθητα, πλήθος κανόνων περί αποδοτικότητας και καθωσπρεπισμού του υποδειγματικού, παραγωγικού υπαλλήλου ο οποίος ακόμη και άνευ αντικειμένου πρέπει να υπομένει άεργος τους βασανιστικούς χτύπους του ρολογιού έως τη λήξη του ωραρίου, το βαριεστημένο μου βλέφαρο πέφτει πάνω σε μια ιστορία αγάπης: Την περίπτωση του Jeff (Kleinman) και της Mickey (Mocnik) και πώς οι δυο τους, με αφορμή την πρώτη τους επέτειο, "χτύπησαν" στο μπράτσο τους tattoo των Wipers. Συγκίνηση...
Και κάπως έτσι, η έρευνα ξεκινά. Το ζεύγος, λοιπόν, μετά από ολιγόχρονη θητεία σε τοπικά γκρουπάκια, σε καταγώγια και λαϊβάδικα του Columbus (Ohio), σκοντάφτει επάνω στον Nick (Schuld) και οι τρεις τους πλέον, έχοντας για αφετηρία τα παρόμοια μουσικά τους γούστα, αποφασίζουν να σχηματίσουν τους Nervosas και να γράψουν μουσική, με τον τρόπο που το έκαναν οι παλιοί, τότε, στις αρχές των 80s.
Βγάζουν ένα 7ιντσο στην Meth Mouth Records, προσφέρουν στο bandcamp του συγκροτήματος ένα live ep, διασκευάζουν Dead Moon και φτάνουμε στις 30 Δεκέμβρη 2011, οπότε και κυκλοφορούν το πρώτο τους άλμπουμ, μια συλλογή παλιότερων αλλά και νέων δημιουργιών. Με 11 ασύλληπτα κομμάτια, 43 δευτερόλεπτα σιωπής και ένα bonus track, το τιτλοφορούμενο Ardentes (μτφ: Καύση) είναι ικανό να σου προσφέρει 23'44'' πραγματικού "καψίματος". Underground έπη σαν τα: "Empty hearts", "Anxious tendencies", "Junky", "Incinerator", "Poison Ivy", "Mutation ritual", σίγουρα θα βάλουν τα δυνατά τους ώστε να σου προξενήσουν 100% ζημιά, η οποία ποσοτικά θα μπορούσε να αναλυθεί στις εξής (όχι ιδεολογικο-πολιτικές) συνιστώσες:
- 50% Wipers
- 15% Dead Kennedys
- 10% Dead Moon
- 10% Wire
- 10% Big Black
- 5% TSOL, Radio birdman, Mission of Burma, X, Buzzcocks, Warsaw
Ο Jeff, ακροβατώντας φωνητικά μεταξύ Jello Biafra και Steve Albini, δε σταματά να φωνάζει. Και ξέρεις, μετράνε οι τραγουδιστές που φωνάζουν. Η Mickey, αναμφίβολα, μετά από ατελείωτες ώρες μελέτης και εξάσκησης, καταφέρνει να αφομοιώσει στις χορδές της κιθάρας της, τις παρτιτούρες του Greg Sage. Συχνά-πυκνά την ακούμε και σε ταιριαστά δεύτερα φωνητικά, ωσάν άλλη Toody Cole. Τέλος, ο Nick στα τύμπανα, πάντα με σωστό μέτρημα, δεν παρασύρεται ποτέ σε skate-punk υπερβολές. Τα τραγούδια, τα οποία ακούγονται κοφτά κι απέριττα, κατά πλειοψηφία δεν ξεπερνούν το ψυχολογικό φράγμα των δύο λεπτών της ώρας. Post garage-punk στα όρια της hardcore, δηλαδή.
Σε γενικές γραμμές, ο δίσκος "πάσχει". Πάσχει από την ανεξάντλητη ενέργεια που θα κατακλύσει τα ηχεία σου, πάσχει από θανατηφόρα "γυρίσματα" που διατάζουν το κεφάλι σου να κουνηθεί πάνω-κάτω για να τα αποφύγει, πάσχει από αξιοπρεπέστατο στίχο και από την all-time αγαπημένη, ακατέργαστη παραγωγή.
Σταματώ τις φιλολογίες και ρίχνω μια ματιά τριγύρω. Ήμουν σίγουρος: Όλοι τους "φιδιάζουν". Ξαναπατάω play για 10η (και βάλε) συνεχή φορά και κλείνω τα μάτια. Το υγρό πυρ της μουσικής μολότοφ που άξαφνα έχει σκάσει στο ενδιάμεσο των αυτιών μου παίρνει σάρκα και οστά και απειλεί να τηγανίσει και τις δύο υπερφορτωμένες SDRAM του πανάρχαιου laptop μου, κυλώντας μέσα από τα ακουστικά-ψείρες στο audio-in των 3.5mm, φοβερίζει ότι θα εξατμίσει έναν προς έναν όλους τους χιλιάδες υγρούς κρυστάλλους της κατασκονισμένης 15άρας οθόνης και ξεχειλίζοντας από τις ξεχαρβαλωμένες θύρες USB θα σπεύσει να βάλει πυρκαγιά σ' ολόκληρο το δυτικό κόσμο, την ώρα που όλοι τρέχουν πανικόβλητοι προς την έξοδο μπας και γλιτώσουν.
Μπα... περασμένες 2μιση, για να χτυπήσουνε κάρτα ξεσηκώθηκαν όλοι τους. Άντε, να μαζεύω κι εγώ, σιγά-σιγά. Τρεις κι απόψε, ρε!
Ποιος έλεγε ότι χρόνια έχει να βγει ένα καλό πανκ άλμπουμ; Νάτο!
Punk's not dead, ρε!
___
Το παραπάνω άλμπουμ, ολόκληρο και προπαντός δωρεάν (ή ό, τι έχετε ευχαρίστηση) μπορείτε να το κατεβάσετε από εδώ.