Cenizas
Τα "παιδιά-θαύματα" όταν μεγαλώνουν συνήθως δεν γίνονται και... ενήλικοι-θαύματα. Συνήθως... Του Νίκου Παπατριανταφύλλου
Η στάχτη ως υλικό είναι σε όρους συλλογικής συνείδησης συνυφασμένη με την καταστροφή. Το τέλος, τον θάνατο ή τις εσχατολογικές προσεγγίσεις. Ισοδυναμεί με την αποδόμηση της οργανικής ύλης σε καθολικό βαθμό μέσω καύσης, αφαιρώντας της οποιαδήποτε ζωτικά χαρακτηριστικά. Γεωλογικά, ωστόσο, η στάχτη λειτουργεί ως εξαιρετικά εύφορο έδαφος, επιστρέφοντας στο σύστημα την οργανική ύλη για την ανάπτυξη άλλων οργανισμών. Είναι ζήτημα οπτικής, λοιπόν, αν κάποιος θα επιλέξει το “Ashes to Ashes” ή το “Ashes to Life”μονοπάτι σκέψης. Αποφεύγοντας και στις δυο περιπτώσεις τις παγίδες των θρησκευτικών, εθνοκεντρικών ή καθεστωτικών παρεκκλίσεων στα συγκεκριμένα σημαίνοντα.
Η παραπάνω σκέψη πιθανά να είναι μια από τις κεντρικές ιδέες του ‘Cenizas’, που στα ισπανικά σημαίνει “στάχτες”. Οι υπόλοιπες ιδέες βρίσκονται είτε στο αυτοπροσδιοριστικό trivia του album, που δημοσίευσε ο ίδιος ο Jaar στο site του (1), είτε ακόμη στο εξαιρετικό αισθητικά και απολύτως συμβολικό εξώφυλλο που επέλεξε. Ένα εξώφυλλο, όπου το σκιαγράφημα του προσώπου αλλοιώνεται σε τέτοιο βαθμό, ώστε να κοιτάει προς τα μέσα. Ψάχνοντας ίσως εκεί την ζωή από τις στάχτες.
Θα μπορούσαν να γραφούν αρκετές παράγραφοι για το “φαινόμενο” Jaar, αλλά την δουλειά αυτή καλύτερα να την κάνουν οι παραπομπές (2, 3). Εντελώς συνοπτικά, πρόκειται για έναν Νew Υorker χιλιανo-αμερικανό, μεγαλωμένο στο Santiago μετά τον χωρισμό των γονιών του, πρώην παιδί-θαύμα της electronica και πλέον ενήλικο φτασμένο παραγωγό, με κυκλοφορίες από την εφηβεία του, ο οποίος διανύει μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα διαδρομή. Από αθώα μπιτάκια και club remixes μέχρι πειραματικές κυκλοφορίες. Από soundtrack σε ταινία Χρυσού Φοίνικα στις Κάννες (DHEEPAN, 2015) (4) μέχρι την ίδρυση εταιρίας (Other People) (5) που κυκλοφόρησε μεταξύ άλλων και υλικό της Lydia Lunch. Από μέλος των Darkside κι από συνεργασίες του όπως π.χ. με την FKA Twigs, μέχρι την Βηθλεέμ της Δυτικής Όχθης, όπου έχει υπό την ευθύνη του ένα κοινόβιο μουσικών καλλιτεχνών.
Ο Jaar φροντίζει ο ίδιος να εξηγήσει τι τον έκανε να κοιτάξει μέσα του. Έκοψε το αλκοόλ, την καφεϊνη, το κάπνισμα, την κρεατοφαγία και την… συναναστροφή με το τοξικό καλλιτεχνικό κύκλωμα της Νέας Υόρκης. Επιδιώκοντας, όχι να πει κάτι στους γύρω του, αλλά να απαλλαγεί από την αρνητικότητα που ένιωθε μέσα του. Κι όσο πάλευε για αυτό, τόσο περισσότερο ένιωθε την ίδια αρνητικότητα να ξεπροβάλει στην επιφάνεια ως προνομιακό έδαφος για την δημιουργικότητά του. Ashes to Life, όπως λέγαμε…
Τι συμβαίνει, λοιπόν, στο ‘Cenizas’; Θα παρομοίαζα την εμπειρία του με ένα πεδίο κινούμενης άμμου στην Χώρα των Θαυμάτων. Όπου ο ανυποψίαστος ακροατής-Αλίκη βουτάει χαλαρά το πόδι του, και χωρίς να το πολυκαταλάβει βρίσκει τον εαυτό του να βυθίζεται. Μόνο, που αντί να νιώσει ασφυξία, αρχίζει σταδιακά να νιώθει μια αιώρηση. Και παρότι συνεχίζει να έχει οπτική επαφή με το αρχικό πεδίο, ξεπροβάλουν από κάτω-πάνω του μυριάδες σπειροειδή νέα πεδία. Τα οποία δεν τον περικυκλώνουν σαν αδηφάγα πλοκάμια, αλλά τον εξυψώνουν απαλά στα βάθη της προσωπικής εμπειρίας που προσφέρει αυτή η αιώρηση.
Με κάθε νότα, με κάθε λούπα, γεννιέται ένα νέο ερώτημα. Το οποίο απαντάται στην επόμενη νότα, την επόμενη λούπα. Κι όλο αυτό, παρότι σε μια δισδιάστατη προβολή φαντάζει ως κύκλος, στην πραγματικότητα είναι μια πολυδιάστατη αφηρημένη κατασκευή, στην οποία οι όποιες έδρες ή ακμές δεν ορίζονται τοπολογικά. Μπορεί να είναι τα cuts σε automations, τα διαρκώς μεταλλασσόμενα samples, οι minimal στη σύλληψη αλλά πλουσιοπάροχα διαφοροποιούμενες ενορχηστρώσεις, τα φωνητικά που έρχονται και φεύγουν χωρίς να πρωταγωνιστούν (με την εξαίρεση του ακροτελεύτιου λυτρωτικού αλά Atoms for Peace ‘Faith made of silk’), έλλογα πότε στα αγγλικά και πότε στα ισπανικά, μα και κάποιες φορές ως και άναρθρα συνειρμικά.
Το 2011, στην κριτική του πρώτου album του Jaar, ο Πάνος Πανότας έγραφε: “Το υλικό του δίσκου είναι επί το πλείστον φτιαγμένο σε pc. Ίσως κι όλο. Στο ταλέντο τού Jaar έγκειται το ότι καταφέρνει να μπερδέψει κάνοντάς το να ακούγεται με φυσικότητα οργάνων, παίρνοντας απ' το μέσο τα βέλτιστα” (6). Κάτι τέτοιο ισχύει και τώρα. Όντως η μεγάλη ικανότητα του Jaar είναι να χρησιμοποιεί ψηφιακά μέσα και ψηφιακούς ήχους, και όλο αυτό να ακούγεται με την φυσικότητα ενός ακουστικού (σχεδόν) live set. Κι ίσως αυτή να είναι η σημαντική διαφορά του ‘Cenizas’ (7) από χιλιάδες άλλους experimental electronica δίσκους που κυκλοφορούν ταυτόχρονα.
Όπως, επίσης, και το βάθος των ιδεών του. Σε ένα album που συνειδητά κρατάει το ύφος, τον ρυθμό και τις εντάσεις χαμηλά, αλλά την έμπνευση στα γκάζια, δεν βρίσκεις ούτε ένα σημείο επανάληψης. Δεν βρίσκεις, επιπλέον, ούτε ένα ψεγάδι, και δεν αναφέρομαι μόνο στην παραγωγή. Δεν βρίσκεις, τέλος, ούτε ένα χιτ, ούτε μια ξεχωριστή στιγμή. Κι αυτό το τελευταίο, με τα χρόνια έχει γίνει για μένα ένδειξη μιας σπουδαίας ολοκληρωμένης κατάθεσης. Που δεν αρκείται στην στιγμή για να υπάρξει, αλλά ως ολότητα παράγει στιγμές που υπάρχουν και θα υπάρξουν.
1. https://nicolasjaar.net
2. https://en.wikipedia.org/wiki/Nicolas_Jaar
3. https://open.spotify.com/artist/5a0etAzO5V26gvlbmHzT9W?si=o-eq0Sv2Rp61rvlZouIleA
4. https://www.imdb.com/title/tt4082068/
5. https://other-people.net
6. http://www.mic.gr/record-review/nicolas-jaar-space-only-noise
7. https://nicolasjaar.bandcamp.com/album/cenizas